† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (14 Νοεμβρίου)

 


Υπήρξε ένας από τους δώδεκα. Και μάλιστα επίλεκτο μέλος της αγίας αυτής ομάδος.
Την πρώτη γνωριμία του με τον Χριστό μας την παρουσιάζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης με τούτα τα λόγια: «Τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν και ευρίσκει Φίλατπον και λέγει αυτώ ακολούθει μοι» (Ίωάν. α', 44).

Βρισκόταν στην Ιουδαία ο Κύριος.
Ύστερα από το βάπτισμα Του και την τεσσαρακονθήμερη νηστεία Του στην έρημο και τους πειρασμούς Του από τον διάβολο, νικητής αποφασίζει να αναχωρήσει από την Ιουδαία στη Γαλιλαίο για την έναρξη του έργου του.
Εκεί, σαν έφθασε, βρήκε μεταξύ των πρώτων τον Φίλιππο, που ήταν από τη Βηθσαϊδά, την ίδια πόλη από την οποία καταγόντουσαν κι οι άλλοι δύο απόστολοι και αδελφοί, Ανδρέας και Πέτρος.
Η μικρή αυτή πόλη βρισκόταν στις ανατολικές όχθες της λίμνης Τιβεριάδος κι αξιώθηκε να προσφέρει στον Κύριο ένα σημαντικό αριθμό από τους αποστόλους Του. Πτωχοί κι απλοϊκοί άνθρωποι ήσαν όλοι αυτοί.
Όμως ο Κύριος τέτοιους εργάτες κατά κανόνα διαλέγει για τη διακονία Του. Ανθρώπους ταπεινούς και καλοδιάθετους.
Κι αυτούς, «τα μωρά του κόσμου... και εξουθενωμένα» κατά τον θείο απόστολο Παύλο, δηλαδή τους ανθρώπους αυτούς που ο κόσμος θεωρεί μωρούς και περιφρονημένους, μ' αυτούς ο Κύριος καταντροπιάζει εκεί νους, που, ο κόσμος πάλι, θεωρεί σοφούς και μεγάλους και δυνατούς.

Την αγνή και πρόθυμη διάθεση είδε ο Κύριος στα βάθη της ψυχής του Φιλίππου κι αυτήν εξετίμησε κι έσπευσε να του μιλήσει και να του απευθύνει την τιμητική πρόσκληση: «Ακολούθει μοι»• ακολούθησε με. Πόσο διαφορετικά αλήθεια είναι τα ανθρώπινα κριτήρια από τα κριτήρια του πανσόφου Θεού. Οι άνθρωποι συνήθως κρίνουμε «κατ' όψιν». Γι' αυτό κι ο Κύριος ελέγχει τον τρόπο αυτό της κρίσεως με το «μη κατ' όψιν κρίνετε παράνομοι». Ο πάνσοφος Θεός κρίνει από τις διαθέσεις που κρύβουμε ο καθένας στην ψυχή μας. Και για τούτο η κρίση του είναι πάντα ορθή κι ασφαλισμένη.

Την αξία αυτής της κρίσεως την βλέπουμε αμέσως στον τρόπο με τον οποίο ο Φίλιππος έσπευσε να ανταποκριθεί στην ιερή πρόσκληση του Ιησού• χωρίς κανένα ενδοιασμό, αλλά με ενθουσιασμό και ζηλευτή προθυμία αφήνει τα πάντα και ακολουθεί τον Κύριο. Αφήνει εργασία, γονείς, φίλους και γνωστούς, σπίτι, μικρή έστω περιουσία και σπεύδει να γίνει ένας ακόλουθος της συντροφιάς του Ιησού. Κάπως παράξενη η σπουδή του να ακολουθήσει τον Κύριο, θα σκεφθεί ίσως κάποιος. Παράξενη μπορεί να φαίνεται. Αν θελήσουμε όμως να προσέξουμε και να εμβαθύνουμε λίγο στα λόγια του ευαγγελιστή Ιωάννη, η απορία αυτή θα διασκεδασθεί αμέσως. «Ην δε ο Φίλιππος από Βηθσαϊδά, εκ της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου». (Ίωάν. α', 45). Ο Φίλιππος δηλαδή καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, από την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. Ιδού το μυστικό της προθυμίας του Φιλίππου να ακολουθήσει τον Κύριο. Ήταν συμπολίτης του Ανδρέα. Κι ο Ανδρέας ήταν μια από τις ευγενικές εκείνες καρδιές που με λαχτάρα περίμενε τον Μεσσία. Ο πόθος του αυτός τον έσπρωξε να γίνει και μαθητής του Ιωάννη του Βαπτιστή. Κι αυτά που άκουε από τη φωνή «του βοώντος εν τη ερήμω», φρόντιζε να τα μεταφέρει συχνά και να τα κάμνει γνωστά και στους άλλους. Πόση καλοσύνη και ευγένεια ψυχής δεν φανερώνει τούτο το παράδειγμα! Μα και πόσο ιεραποστολικό ζήλο για την ευτυχία και τη σωτηρία των άλλων!

Υπάρχει στις δικές μας καρδιές, αλήθεια, αυτό το ενδιαφέρον κι αυτός ο πόθος, η χαρά κι η ευτυχία μας να γίνει και των γνωστών και των χωριανών μας κτήμα; Το παράδειγμα του ζηλωτή ψαρά, του Ανδρέα, αυτό μας συνιστά. Και τη σύσταση αυτή αξίζει όχι μονάχα να την προσέξουμε οι χριστιανοί του εικοστού αιώνα, μα και να την κάνουμε το ταχύτερο ζωή μας.

Ο καθένας από μας, σύμφωνα με τα λόγια του Χριστού μας, είμαστε αλάτι και φως για τους γύρω μας. Πρέπει να είμαστε τέτοιοι. «Υμείς έστε το άλας της γης...Υμείς έστε το φως του κόσμου...» (Ματθ. ε' 13-14). Το αλάτι νοστιμίζει τα φαγητά. Το αλάτι ακόμη προλαμβάνει τη σήψη. Σαν το αλάτι οι πραγματικοί χριστιανοί με τα λόγια τους και το παράδειγμα τους νοστιμίζουν τη ζωή των ανθρώπων που είναι γύρω τους, αλλά και εμποδίζουν την ηθική σαπίλα από του να εξαπλωθεί και να διαλύσει τα πάντα. Οι χριστιανοί είναι ακόμη και φως. Φως που φωτίζει και θερμαίνει και ζωογονεί και ομορφαίνει τον κόσμο. Κι αυτοί με τα λόγια τους και προ πάντων τα έργα τους καλούνται να είναι φως μέσα στην κοινωνία. Ένα φως πνευματικό, που να φωτίζει, να θερμαίνει και να ζωογονεί την κοινωνία. Είναι καιρός οι αληθινοί μαθητές του Κυρίου και γνήσιοι ακόλουθοι Του να προβάλλουν παντού αυτή τους την ιδιότητα. Το απαιτούν οι δύσκολοι καιροί που περνούμε. Το ζητά από όλους ο φλογερός απόστολος, που μελετούμε. Ναι! αυτό έκαμε ο Φίλιππος. Αυτό έκαμε πρωτύτερα κι ο Ανδρέας.

Όταν ο τελευταίος μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή γνώρισε τον Κύριο και κλήθηκε πρώτος να γίνει μαθητής Του, φρόντισε αμέσως τη χαρά του να την μοιρασθεί με τον αδελφό του Πέτρο. Αδελφέ μου, του είπε, «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Ναι! Βρήκαμε Εκείνο, που περιμέναμε. Βρήκαμε τον Χριστό. Έτσι ερμηνεύεται στα Ελληνικά η λέξη Μεσσίας.

Το παράδειγμα του Ανδρέα επαναλαμβάνει κι ο Φίλιππος. Μόλις κι αυτός κλήθηκε να ακολουθήσει τον Ιησού, σπεύδει κι αυτός να κάμει κοινωνό της χαράς του τον φίλο του Ναθαναήλ. Πόσο απλά μας εκθέτει ο θείος ευαγγελιστής τη χειρονομία αυτή του Φιλίππου! «Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ όν έγραψε Μωϋσής εν τω νόμο) και οι Προφήται, ευρήκαμεν Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ» (Ίωάν. α', 46). Ναθαναήλ φίλε μου, βρήκαμε αυτόν για τον οποίο έγραψαν ο Μωϋσής και οι Προφήτες. Είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ. Όταν στα παλιά τα χρόνια ο αρχαίος εκείνος σοφός, ο Αρχιμήδης, ανεκάλυψε, σαν ελούετο, τον περίφημο εκείνο νόμο της Φυσικής, που είναι γνωστός σαν αρχή του Αρχιμήδους, πετάχτηκε έξω από το λουτρό και τρελός απ' τη χαρά του άρχισε να τρέχει γυμνός μέσα στην πόλη και να φωνάζει «Εύρηκα. Εύρηκα». Μεγάλη η ανακάλυψη του. Αυτό όμως που βρήκε ο Φίλιππος ήταν κάτι το ασύγκριτα πιο μεγάλο και πολυτιμότερο. Ο Ιησούς είναι ο θησαυρός των θησαυρών. Είναι η πηγή της ζωής. Γι' αυτό και το «ευρήκαμεν», που είπε στον αδελφικό του φίλο Ναθαναήλ ο Φίλιππος, φανερώνει χαρά πολύ πιο μεγάλη. Χαρά ανέκφραστη. Χαρά, που μόνο εκείνοι που ήλθαν σε προσωπική επαφή με τον Χριστό, μπορούν να δοκιμάζουν και να γνωρίζουν.

Και δεν ήταν μόνο μια έκφραση χαράς τα λόγια του Φιλίππου «Ευρήκαμεν». Ήταν και κάτι άλλο. Ήταν μια πρόσκληση. Πρόσκληση να γνωρίσει κι ο φίλος του τη χαρά του και να την δοκιμάσει. Κι όταν πάλι ο φίλος του Ναθαναήλ με κάποια επιφύλαξη του πρόβαλε το γνωστό: «Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι»; Μα από τη Ναζαρέτ, την πόλη της αμαρτίας και της διαφθοράς, είναι δυνατό να βγει κάτι το καλό, ο Φίλιππος δεν τα χάνει. Με απόλυτη βεβαιότητα σε ό,τι λέγει, του άπαντα: «Έρχου και ίδε». Φίλε μου, έλα κι εσύ να δεις με τα μάτια σου και να αντιληφθείς μοναχός σου αυτό που σου λέω. Να βεβαιωθείς δηλαδή και να πιστοποιήσεις και σε άλλους, ότι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ είναι αυτός που περιμέναμε, ο Μεσσίας, ο Σωτήρας των ανθρώπων. Πλησίασε τον Χριστό και σε λίγο διαπίστωνε κι ο ίδιος κι ομολογούσε με την περίφημη φράση «ραββί, συ ει ο υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ» το πιστεύω του. Δηλαδή, Διδάσκαλε, στ' αλήθεια, συ είσαι ο γιος του Θεού, συ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ, που με οδηγό τις προφητείες περιμέναμε. Και δεν ομολογεί μονάχα τον Ιησού σαν τον άνθρωπο των προφητειών, μα και τον ακολουθεί και γίνεται ένας από τους δώδεκα μαθητές Του, ο γνωστός και με το άλλο όνομα Βαρθολομαίος.

Τρία χρόνια παρακολούθησε ο Φίλιππος τον Κύριο. Τρία χρόνια ακούει τη διδασκαλία Του και παρακολουθεί τα θαύματα Του. Τρία χρόνια δέχεται την ευεργετική Του επίδραση και ενισχύεται στο έργο που τον περιμένει.

Μερικά περιστατικά από τη ζωή του κοντά στον Ιησού μας δείχνουν τον ζήλο του, αλλά και τις αδυναμίες του. Μας δείχνουν ακόμη και την ιδιαίτερη θέση που κατέχει η προσωπικότητα του στον κύκλο των δώδεκα. Τα περιστατικά αυτά θεωρήσαμε σκόπιμο να παραθέσουμε πιο κάτω, για να τα μελετήσουμε. Μας λένε τόσα πολλά.

Στις παραμονές των Παθών του Κυρίου, ως προσκυνητές ήλθαν στα Ιεροσόλυμα και πολλοί Έλληνες προσήλυτοι στον ιουδαϊσμό. Αυτοί με όσα είχαν ακούσει για τον Κύριο, ένοιωσαν στην καρδιά τους βαθύ τον πόθο για να τον γνωρίσουν καλύτερα και να έχουν μαζί Του μια ιδιαίτερη συνομιλία. Στην περίπτωση αυτή το όνομα του Φιλίππου, όνομα ελληνικό, τους έδωκε το θάρρος να τον πλησιάσουν και να του φανερώσουν την επιθυμία τους: «Κύριε, του είπαν, θέλομεν τον Ιησούν ιδείν». Κύριε, θέλουμε να ιδούμε τον Ιησού. Να η παράκληση που του απηύθυναν. Παράκληση και επιθυμία ζηλευτή κι αξιοπρόσεκτη. Κι ο Φίλιππος, που ήθελε τη χαρά, που ένοιωθε αυτός με το να ακολουθεί τον Κύριο και να ακούει τα θεία λόγια Του, να την δοκιμάζουν κι άλλοι, έσπευσε να συνεννοηθεί σχετικά με τον αγαπητό του Ανδρέα κι ύστερα μαζί να οδηγήσουν τους Έλληνες στον Ιησού. Τι θέματα κουβέντιασαν οι πρόγονοι μας με τον Κύριο κατά τη συνάντηση τους εκείνη δεν γνωρίζουμε. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο Κύριος σαν είδε τους Έλληνες να πλησιάζουν είπε τα τιμητικά και θαυμαστά εκείνα λόγια: «Ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου» (Ίωάν. ιβ', 23). Έφτασε δηλαδή η ορισμένη από τον θεό ώρα, για να δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου. Να δοξασθεί με τη Σταύρωση και την Ανάληψη Του και να αναγνωρισθεί ως Μεσσίας και Λυτρωτής από τους Έλληνες, που τη στιγμή αυτή αντιπροσωπεύουν και όλο τον εθνικό κόσμο. Ευλογημένη και μεγάλη η ήμερα εκείνη. Ναι! πολύ μεγάλη. Γιατί αν η προσέλευση των εθνών στον Χριστό και τη διδασκαλία Του αποτελεί μια νίκη κι ένα θρίαμβο του Χριστού και του έργου Του, ο ερχομός των Ελλήνων στην πίστη τη χριστιανική έχει κάτι το πολύ ανώτερο. Αυτοί, οι Έλληνες, έδωσαν στον Κύριο όχι μόνο τη γλώσσα τους, αλλά και τους πιο πολλούς ζηλωτές ιεραποστόλους για την εξάπλωση του χριστιανικού κηρύγματος στον κόσμο.

Ως άνθρωπο με χαρακτήρα πολύ πρακτικό μας παρουσιάζουν τον Φίλιππο δύο άλλα περιστατικά, που μας διέσωσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης.

Το ένα περιστατικά συνέβη έξω στην ερημιά. Είχε μεταβεί εκεί ο Διδάσκαλος ένα πρωί με τους μαθητές του για λίγη ξεκούραση. Μα οι κάτοικοι των γειτονικών πόλεων, που σαν διψασμένα ελάφια Τον κυνηγούσαν, για να ακούσουν τα λόγια Του και να απολαύσουν τις δωρεές Του, όταν αντελήφθησαν το μέρος που βρισκόταν έσπευσαν προς Αυτόν. Και ο Κύριος, ικανοποιώντας τον ζήλο και την προθυμία τους, πέρασε την ήμερα μαζί τους διδάσκοντας τους και θεραπεύοντας τους αρρώστους που είχαν φέρει. Πλάκωσε σχεδόν η νύκτα και κανένας δεν είχε διάθεση να σηκωθεί και να φύγει. Όμως ο κόσμος εκείνος έπρεπε κάτι να φάγει. Ήταν νηστικός όλη μέρα. Γι' αυτό κι ο Κύριος στην περίπτωση αυτή κάλεσε τον Φίλιππο κοντά του, που διακρινόταν για το πρακτικό του μυαλό και τον ρώτησε:

«Πόθεν αγοράσωμεν άρτους ίνα φάγωσιν αυτοί;» Από ποιο μέρος, Φίλιππε, θα αγοράσουμε ψωμιά για να φάγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;»

Στο ερώτημα αυτό του Κυρίου, όπως μας λέγει ο ευαγγελιστής, ο Φίλιππος απήντησε: «Διακοσίων δηναρίων άρτοι ουκ αρκούσιν αυτοίς ίνα έκαστος αυτών βραχύ τι λαβή». Ψωμιά αξίας διακοσίων δηναρίων δεν φτάνουν σ' αυτούς, όχι για να χορτάσουν, αλλά για να πάρει ο καθένας από ένα μικρό κομμάτι. Φυσικά ο Κύριος υπέβαλε την ερώτηση αυτή στον Φίλιππο, όχι γιατί Αυτός δεν ήξερε τι να κάμει. Το Θαύμα το είχε αποφασίσει στην καρδιά Του. Το ερώτημα το υπέβαλε απλώς για να δείξει σ' αυτόν, όσο και στους άλλους μαθητές, μα και σ' όλες τις γενεές των ανθρώπων, ότι και τα πιο αδύνατα στα μάτια των ανθρώπων πράγμα τα, μπορούν να γίνουν δυνατά, αν οι άνθρωποι στις περιπτώσεις αυτές αγκαλιάσουν με την καρδιά τους τον παντοδύναμο παράγοντα, που λέγεται πίστη ζωντανή στον Χριστό. Με την πίστη και τα πιο αδύνατα γίνονται δυνατά. Αν οι άνθρωποι αφήσουμε να αναπτυχθεί στην καρδιά μας πίστη ίση με τον κόκκο του σιναπιού, μπορούμε μ' αύτη να μετακινήσουμε ακόμη και βουνά.

Θα ερωτήσει ίσως κάποιος. Μήπως ο Φίλιππος με το πρακτικό του μυαλό πείσθηκε απόλυτα για τη δύναμη αυτού του παράγοντα, που λέγεται πίστη, με το θαύμα του χορτασμού εκείνου του πλήθους με τον τρόπο που όλοι γνωρίζουμε; Δυστυχώς, όχι απόλυτα κι αμέσως. Αυτό μας το βεβαιώνει το δεύτερο επεισόδιο. Και σ' αυτό, το ίδιο πρακτικό μυαλό εκδηλώθηκε και πάλι.

Ήταν η νύκτα του Μυστικού Δείπνου. Για τελευταία φορά προ του Πάθους Του δειπνεί ο Κύριος με τους μαθητές Του. Γύρω από το πασχαλινό τραπέζι κάθονται όλοι. Με τις ομιλίες Του και τις διδαχές Του ο Κύριος προσπαθεί να προπαρασκευάσει τους μαθητές Του για τα όσα έμελλαν σε λίγο να ακολουθήσουν. Η όλη ατμόσφαιρα παίρνει τον χαρακτήρα μιας αποχαιρετιστήριας τελετής. Μιας τελετής κατά την οποία ο Κύριος αποκαλύπτει στους μαθητές του ουράνιες αλήθειες. Τους λέγει πως προτού ξημερώσει κάποιος μαθητής θα Τον προδώσει, οι άλλοι θα Τον εγκαταλείψουν κι αυτός ο Πέτρος, που Του υποσχόταν αγάπη μέχρι θανάτου, κι αυτός θα Τον αρνιότανε.

Ο Κύριος Όμως ποτέ δεν θα τους εγκατέλειπε. «Δεν θα σας αφήσω τους είπε, ορφανούς. Γι' αυτό μη ταράσσεσθε. Θα δοκιμάσετε βαθιά λύπη με τη φυγή μου από κοντά σας, όμως σύντομα η λύπη σας θα μετατραπεί σε χαρά. Φεύγω για τον Πατέρα μου. Πάω στο σπίτι μου. Πάω να ετοιμάσω εκεί τόπο και για σας. Το μέρος στο οποίο πηγαίνω τώρα, το ξέρετε κι εσείς. Ξέρετε ακόμη και τον δρόμο που οδηγεί εκεί».

Σε τούτο το σημείο ο Θωμάς τον διέκοψε για να του πει: «Κύριε, δεν ξέρουμε που πηγαίνεις και πως είναι δυνατό να ξέρουμε τον δρόμο;» Τη στιγμή αυτή ο Φίλιππος, που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον την όλη συζήτηση, σπεύδει να διακόψει λέγοντας; «Κύριε, δείξον ημίν τον Πατέρα και αρκεί ημίν» (Ίωάν. ιδ', 8). Κύριε, είπες, πως θα πάς στον Πατέρα σου. Δείξέ μας με μια αποκαλυπτική οπτασία τον Πατέρα Σου και τη δόξα Του, ώστε να Τον δούμε κι εμείς όπως παλιά τον είδαν ο Μωϋσης κι ο Ησαΐας και μας είναι αρκετό αυτό. Δεν θέλουμε περισσότερα. Το πρακτικό μυαλό του Φιλίππου αυτό ζητούσε.

Βαθιά ευγνωμοσύνη όμως πρέπει να νοιώθει κάθε καρδιά στον ζηλωτή απόστολο, γιατί με την απλότητα του, έδωσε την ευκαιρία στον Κύριο να διακηρύξει για το πρόσωπο Του: «Τοσούτον χρόνον μεθ' υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; Ο εωρακώς εμέ, εώρακε τον Πατέρα, και πώς συ λέγεις, δείξον ημίν τον Πατέρα»; (Ίωάν. ιδ' 9). Τόσο καιρό εί μαι μαζί σας, Φίλιππε, κι ακόμη δεν με γνώρισες; Δεν γνώρισες δηλαδή ότι είμαι ο Υιός του Θεού, Θεός όπως ο Πατέρας; Εκείνος που είδε εμένα κι εξετίμησε όπως πρέπει την αλήθεια της διδασκαλίας μου και την αγιότητα της ζωής μου και τη δράση μου τη θαυματουργική, είδε και τον Πατέρα. Και πώς συ λέγεις: Δείξε μας τον Πατέρα;

Να οι αδυναμίες του πρακτικού πνεύματος. Οι άνθρωποι δυστυχώς, που σκέπτονται μ' αυτόν τον τρόπο, απαιτούν συνήθως υλικές αποδείξεις και ζητούν να ικανοποιήσουν τις αισθήσεις τους για όλα τα θέματα. Η παραγνώριση όμως του πνευματικού παράγοντα οδηγεί πάντα σε λανθασμένα συμπεράσματα.
Τα πιο πάνω λόγια του Κυρίου προς τον Φίλιππο αποτελούν φυσικά ένα λεπτό έλεγχο προς τον ζηλωτή μαθητή. Περιλαμβάνουν όμως δογματική διδασκαλία, υψίστης στ' αλήθεια σημασίας. Τρία χρόνια κοντά στον Κύριο, κι ύστερα από τα όσα είδε κι άκουσε δεν επετρέπετο σ' αυτόν να υποθάλει τέτοιες ερωτήσεις. Ας το δεχθούμε όμως κι αυτό, σαν μια παραχώρηση του Θεού, για να δοθεί η ευκαιρία στον Κύριο να αποκαλύψει τις αλήθειες αυτές, που όσο κι αν πολεμήθηκαν από πλείστους αιρετικούς δεν παύουν να παραμένουν και σήμερα και σ' όλους τους αιώνες ο ακρογωνιαίος λίθος και το ασάλευτο θεμέλιο της Ορθοδοξίας μας. Ο Χριστός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και ομοούσιος με τον Πατέρα. Για τη δική μας τη σωτηρία αφήκε τη δόξα του ουρανού και κατέβηκε στη γη σαν άνθρωπος και έγινε «υπέρ ημών κατάρα», για να μας εξαγοράσει από την κατάρα της αμαρτίας και να μας ανεβάσει στον ουρανό.

Με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ήμερα της Πεντηκοστής όλες αυτές φυσικά οι αδυναμίες των μαθητών πέρασαν. Μαζί με τους άλλους αποστόλους κι ο Φίλιππος ξεκίνησε για να μεταφέρει το μήνυμα της σωτηρίας εκεί που η αγάπη του Θεού τον κάλεσε. Με πίστη και ενθουσιασμό και πυρωμένη καρδιά ο πνευματέμφορος αυτός εργά της της νέας πίστεως συνοδευόμενος πάντα κι από τον φίλο του Βαρθολομαίο και την αδελφή του Μαριάμνη προχώρησε και κήρυξε το Ευαγγέλιο του Χριστού σε διάφορες πόλεις της Λυδίας, της Μυσίας και της Παρθίας.  Λυδία και Μυσία. Επαρχίες της Μ. Ασίας. Η Λυδία βρισκόταν προς τα Ν.Δ. κι η Μυσία στα βόρεια της Μ. Ασίας. Η Παρθία ήταν ορεινή χώρα στα νοτιανατολικά της Κασπίας θάλασσας. Οι κάτοικοι Πάρθοι.
Παρά τις αφάνταστες δυσκολίες που συναντούσαν όπου πήγαιναν και τα εμπόδια που ο διάβολος παρενέβαλλε στο έργο τους, εν τούτοις οι απόστολοι νικούσαν στο τέλος και το έργο του Κυρίου προχωρούσε μέρα με τη μέρα. Πολύ συνέβαλαν στην προσπάθεια τους και τα πολλά θαύματα με τα οποία τους χαρίτωσε ο Κύριος. Θαύματα θεραπείας διαφόρων ασθενειών, αλλά και αναστάσεως νεκρών. Ένα τέτοιο θαύμα είναι και τούτο.

Βρισκόταν ο απόστολος με τη συνοδεία του στην Ιεράπολη της Φρυγίας. Εκεί ο μισόκαλος διάβολος βλέποντας τον εαυτό του νικημένο, παρεκίνησε μερικούς να συλλάβουν τον απόστολο και να τον βασανίσουν. Δεμένο τον οδήγησαν πρώτα στο δικαστικό βουλευτήριο. Εκεί ο έπαρχος Αρίσταρχος σαν τον είδε εφρύαξε κυριολεκτικά. Νομίζεις, του λέγει, πως μπορείς να τρομάξεις κι εμένα με τις μαγικές σου πράξεις;
Και χωρίς άλλο λόγο τον άρπαξε από τα μαλλιά κι άρχισε να τον σέρνει εδώ κι εκεί και να τον βασανίζει. Στην ενέργεια αυτή του ασεβή έπαρχου ο απόστολος δεν κρατήθηκε. Για να τον σωφρονίσει, αλλά και για να δώσει ένα μάθημα και στους άλλους που παρακολουθούσαν τον βασανισμό του, φώναξε δυνατά κι είπε:

- Κύριε, γνωρίζω την ευσπλαχνία σου. Όχι για να ικανοποιηθώ για την αδικία που μου γίνεται, αλλά για να σωφρονισθεί ο σκληρός αυτός άρχοντας για ό,τι μου κάμνει, μα και να γνωρίσουν κι οι άλλοι τη δύναμη Σου και να Ιδούν, ότι δεν είσαι μόνο αγάπη, αλλά και τιμωρός των κακών, δώσε να παραλύσει τούτο το χέρι, που κτυπά στην κεφαλή, που συ ευλόγησες.

Μόλις τέλειωσε τον λόγο του ο θείος απόστολος το θαύμα έγινε. Βαριά τιμωρία κτύπησε τον αναιδή και άδικο άρχοντα. Το χέρι ξεράθηκε. Κι ακόμη το ένα μάτι του τυφλώθηκε και τα αυτιά του κουφάθηκαν. Στο θέαμα αυτό οι παρευρισκόμενοι τρόμαξαν και με συντριβή ψυχής άρχισαν να παρακαλούν τον απόστολο να τον σπλαγχνιστεί και να τον ξανακάμει καλά. Στην παράκληση τους ο ανεξίκακος μαθητής τόνισε:

- Ο άρχοντας μπορεί να γίνει καλά, αρκεί τόσο αυτός, όσο κι εσείς να πιστέψετε στον αληθινό Θεό και στον Ιησού Χριστό που έστειλε κι έπαθε για μας.

Μια νεκρική πομπή, που περνούσε την ώρα εκείνη από το μέρος εκείνο, σταμάτησε ξαφνικά. Μερικοί μάλιστα απ' αυτούς, που συνόδευαν τον νεκρό κι έτυχε να είναι φίλοι κι ομοϊδεάτες του άρχοντα, στράφηκαν με διάθεση εκδικήσεως στον απόστολο και του είπαν ειρωνικά:

— Αν ο Θεός σου μπορεί να αναστήσει τούτο τον νεκρό, που παίρνουμε να θάψουμε, τότε να Τον πιστέψουμε κι εμείς κι ο Αρίσταρχος, ο άρχοντας μας.

Συγκλονισμένος ο απόστολος από την πρόταση τους, σήκωσε τα μάτια στον ουρανό κι αφού έκαμψε τα γόνατα, ανέπεμψε μυστικά μια ολόθερμη προσευχή. Ύστερα, αφού στράφηκε προς τον νεκρό που βρισκόταν στο φέρετρο, τον κάλεσε με το όνομα του και του είπε:

- Θεόφιλε, ο Παντοδύναμος Θεός σε διατάζει να σηκωθείς κι ελεύθερα να ειπείς ό,τι θέλεις.

Ευλογητός ο Θεός! Το θαύμα έγινε στη στιγμή. Ο νεκρός σηκώθηκε από το φέρετρο, πετάχτηκε κάτω, κι αφού γονάτισε μπροστά στον απόστολο του είπε μ' έναν αναστεναγμό βαθιάς ανακουφίσεως.

Σ' ευχαριστώ, καλέ μου άνθρωπε. Σ' ευχαριστώ, άγιε του Θεού, για τη σωτηρία που μου χάρισες. Μερικοί μαύροι κι απαίσιοι με έσερναν από τα χέρια, για να με ρίξουν στην Κόλαση. Η παρέμβαση σου με γλίτωσε. Θα έφευγα από τούτο τον κόσμο αμαρτωλός, χωρίς να ξέρω την αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι μία. Ο Ιησούς Χριστός που κηρύττεις είναι ο αληθινός Θεός. Πιστεύω κι εγώ στον Χριστό με όλη μου την ψυχή.

Το θαύμα συντάραξε τα πλήθη. Το κάλεσμα του νεκρού με το όνομα του κι η ανάσταση του συνεκίνησε όσους βρισκόντουσαν εκεί, που χωρίς κανένα δισταγμό πίστεψαν στον Χριστό κι αναφώνησαν:

-Άνθρωπε μας, πιστεύουμε, πως ο Θεός, τον οποίο Συ κηρύττεις, είναι ο αληθινός Θεός. Τώρα, βοήθησε μας να σωθούμε και συγχώρησε και τον άρχοντα.

Τότε ο απόστολος, αφού κατάπαυσε με το χέρι του τον θόρυβο, παρήγγειλε σ' ένα από τους άρχοντες που συνόδευαν τον νεκρό να κάμει το σημείο του σταυρού πάνω στον Αρίσταρχο και να ζητήσει τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος. Ο άρχοντας έκαμε ό,τι του είπε ο απόστολος κι η θεραπεία ακολούθησε. Ο Αρίσταρχος έγινε αμέσως τελείως καλά. Το αποτέλεσμα συγκινητικό. Πολλοί ζήτησαν και βαπτίσθηκαν την ίδια ώρα. Πρώτος ο πατέρας του αναστηθέντος νεκρού, που λεγόταν Πρέφικτος κι ήταν κι αυτός ένας από τους άρχοντες της πόλεως. Μετά τη βάπτιση του ο αναγεννημένος πια άνθρωπος έδωσε στον απόστολο τους δώδεκα χρυσούς θεούς που είχε στο σπίτι του μαζί με τα άλλα υπάρχοντα του, για να τα διαμοιράσει στους φτωχούς και να τα χρησιμοποιήσει, όπως αυτός έκρινε καλύτερα.

Πόσο αλλάζει ο άνθρωπος, όταν αφήσει ελεύθερη την καρδιά του να την καταυγάσει το φως και η χάρη του Χριστού! Γι' αυτές τις περιπτώσεις είναι που εφαρμόζεται απόλυτα ο λόγος του ψαλμωδού: «Αυτή η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου (Ψαλμ. ος' (οζ') 11). Ναι! Αυτή η αλλοίωση και μεταβολή που γίνεται στην καρδιά του ανθρώπου, είναι έργο της δυνάμεως του Θεού.

Για χρόνια πολλά συνέχισε η ευλογημένη αυτή ομάδα το ανορθωτικό και σωστικό έργο της στις διάφορες πόλεις των επαρχιών που αναφέραμε. Τα αποτελέσματα, στ' αλήθεια, θαυμαστά. Όπου «επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. ε', 20). Εκεί που πληθύνθηκε η αμαρτία, δόθηκε πολύ πιο άφθονη η χάρη. Εκεί που η αμαρτία είχε σχεδόν αποκτηνώσει τα θύματα της, ένας καινούργιος κόσμος αναγεννάτε. Ο κόσμος της καλοσύνης και της αγάπης. Ο κόσμος ο όμορφος, ο αγγελικά πλασμένος. Ο κόσμος της αρετής. Η άλλοτε χριστιανική Μ. Ασία.

Έφτασε όμως ο καιρός να επικυρώσει ο θείος απόστολος τα όσα δίδασκε και με τη θυσία της ζωής του. Ήρθε ο καιρός να μαρτυρήσει. Εκεί στην Ιεράπολη της Φρυγίας μια μέρα που δίδασκε, μερικοί φανατικοί ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν κι αφού τον βασάνισαν σκληρά, τον οδήγησαν στους άρχοντες. Μια ψευτοδίκη κατέληξε στην απόφαση ο απόστολος να θανατωθεί. Οι δήμιοι, που περίμεναν, άρπαξαν τον Φίλιππο, του έδεσαν τους αστραγάλους και τον κρέμασαν σ' ένα δένδρο με το κεφάλι προς τα κάτω. Ύστερα πήραν και τον Βαρθολομαίο κι αφού τον βασάνισαν κι αυτόν, τον κρέμασαν. Τον απόστολο Φίλιππο τον σταύρωσαν. Η αδελφή του Μαριάμνη με πόνο ψυχής παρακολουθεί το μαρτύριο του αδελφού της και του άλλου αποστόλου και προσεύχεται να τους δώσει ο Θεός δύναμη και υπομονή. Ένας σεισμός που έγινε την ώρα εκείνη έδειξε την αγάπη του Θεού στους εργάτες του Ευαγγελίου. Οι αλλεπάλληλες δονήσεις που έγιναν σε ολόκληρη τη χώρα κατατρόμαξαν τα πλήθη που έτρεξαν με δάκρυα να ζητήσουν συγχώρηση από τους αποστόλους. Ο Κύριος στις παρακλήσεις των εργατών του σταμάτησε το σεισμό και με μια θαυμαστή οπτασία τους έδωκε μια ακόμη απόδειξη της θείας του δυνάμεως. Μια σκάλα παρουσιάστηκε εκεί να ενώνει τη γη με τον Ουρανό. Τα πλήθη έτρεξαν και κατέβασαν το Βαρθολομαίο από εκεί που ήταν κρεμασμένος. Όταν θέλησαν να κατεβάσουν και τον Φίλιππο από τον Σταυρό, αυτός δεν δέχθηκε, αλλά συνέχισε να διδάσκει τα πλήθη που ήσαν γύρω και να τα προτρέπει να μετανοήσουν και να βαπτισθούν. Διδάσκοντας αφήκε την αγία του ψυχή να πετάξει στον Ουρανό, στη χώρα της αιωνιότητας. Ο απόστολος Βαρθολομαίος και η Μαριάμνη πήραν το τίμιο λείψανο και το έθαψαν μαζί με εκείνους που πίστεψαν και βαφτίστηκαν, με σεβασμό κι ευλάβεια ραίνοντας το με τα δάκρυα της αγάπης τους. Το σεπτό σκήνωμα του αποστόλου για πολλά χρόνια στόλισε τον ιερό ναό που είχε κτισθεί στην Ιεράπολη προς τιμή του αγίου. Η δε αγία κάρα του τιμήθηκε από διάφορους αυτοκράτορες, όπως τον Θεοδόσιο, τον Ηράκλειο και άλλους με τις βασιλικές σφραγίδες τους.

Μετά την άλωση της Βασιλίδος των πόλεων από τους Λατίνους κατά το 1204 το σεπτό λείψανο μεταφέρθηκε στην Κύπρο και για πολλά χρόνια φυλασσόταν στο χωριό Άρσος Το χωριό αυτό λέγεται επίσημα και Αρσινόη. της Πάφου, στον ιερό ναό που κτίστηκε εκεί προς τιμή του απόστόλου. Αργότερα ένα μέρος των λειψάνων για ευλογία διανεμήθηκε σε διάφορα μέρη. Η θήκη δε με την ιερή κάρα προ του 1788 για μεγαλύτερη, τάχατες, ασφάλεια μετακομίσθηκε στην Ιερά Μονή του Σταυρού στο Όμοδος. Εκεί φυλάσσεται μέχρι σήμερα.

Σε χρόνια περασμένα, που το νησί μας μέσα στα τόσα άλλα το έδερνε και επιδημία ακριδών, οι πατέρες μας μετέφεραν τη θήκη με την αγία κάρα μέχρι τη Μεσαορία και έκαμναν αγιασμό, κι ερράντιζαν τα σπαρτά και τα δένδρα, για να τα απαλλάξουν από την αληθινή αυτή μάστιγα.

Θαύματα πολλά γίνονται και στις ήμερες μας σε όλους εκείνους που με βαθιά πίστη καταφεύγουν στον Κύριο και με ευλάβεια εκζητούν τη μεσιτεία του πνευματέμφορου αποστόλου.

Σε κείνους που για οποιονδήποτε λόγο δυσκολεύονται ν' αποδεχθούν τούτη την αλήθεια και προτιμούν να ζουν με τις αμφιβολίες και τις επιφυλάξεις τους υπενθυμίζουμε με αγάπη μια υπόδειξη πολύ αποτελεσματική, που έκαμε κάποτε ο φλογερός απόστολος μας στον φίλο του Ναθαναήλ. Στη δυσκολία του ν' αποδεχθεί κι αυτός την πληροφορία του ερχομού του Μεσσία, που με λαχτάρα περίμεναν όλες οι ευλαβείς ψυχές, ο Φίλιππος με απλότητα υπέδειξε το «έρχου και ίδε». Την ίδια αυτή υπόδειξη απευθύνει και σήμερα στον καθένα μας ο πρακτικός απόστολος. Είναι μια συμβουλή για ένα θετικό πειραματισμό. Είναι και μια πρόσκληση συγχρόνως να δοκιμάσει ο κάθε άνθρωπος τη χριστιανική διδασκαλία και ζωή.

«Έρχου και ίδε». Τρεις λέξεις με υπέροχη σημασία. «Έρχου». Άνθρωπε, διψάς να γνωρίσεις την αλήθεια; Έλα. Πλησίασε. Ο Χριστός είναι η αλήθεια. «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή». (Ίωάν. ιδ', 6), δια κηρύττει ο ίδιος. Η προσωπική γνωριμία σου με τον Χριστό θα σε πείσει απόλυτα ότι η διδασκαλία Του είναι η μοναδική αλήθεια που λύει όλα τα μεγάλα προβλήματα του ανθρώπου και του ξεκουράζει την ψυχή. Τον ήλιο δεν τον χαίρεται ποτέ ένας σαν μένει ερμητικά κλειστός σ' ένα δωμάτιο. Είναι ανάγκη να ανοίξει το παράθυρο. Και τον Χριστό δεν μπορεί κανένας να Τον καταλάβει από μακριά. Πρέπει να πλησιάσει. Και να δει και να γνωρίσει. Πρέπει να λουσθεί ένας στις ζωογόνες Του ακτίνες. Κάτι περισσότερο. Πρέπει να ζήσει τον Χριστό και να υποτάξει τον εαυτό του και το θέλημα του στο θέλημα του Χριστού. Πρέπει να μπορεί να λέγει σαν τον Παύλο: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».

Έλα, λοιπόν, αδελφέ μου, και «ίδε». Όταν με τέτοιες διαθέσεις πλησιάσουμε τον Χριστό, τότε θα δούμε κι εμείς με τα μάτια μας και θα δια κηρύξουμε με όλη τη δύναμη των πνευμόνων μας αυτό που διακήρυξε κι ο αγνός στην ψυχή Ναθαναήλ: «Ραββί, συ ει ο Υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ίωάν. α', 50). Διδάσκαλε, στ' αλήθεια, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ.


Όσο πιο γρήγορα ο καθένας μας σπεύσει να αποδεχθεί τούτη τη σωστική αλήθεια και να πλησιάσει τον Χριστό και να τον πιστεύσει για Θεό και Σωτήρα του, τόσο και πιο γρήγορα υπάρχει ελπίδα να βγούμε από τον λαβύρινθο στον όποιο οι ίδιοι κλειστήκαμε. Να βγούμε, για να ξαναδούμε το φως της ζωής, και να γευτούμε τη χαρά και να λυτρωθούμε από το άγχος που μας δέρνει, μα και τον φόβο μιας ολοκληρωτικής αυτοκαταστροφής.

Η χάρις του Τριαδικού θεού, δια των πρεσβειών του αγίου ενδόξου αποστόλου Φιλίππου, του οποίου η θήκη των λειψάνων χρόνια τώρα αγιάζει το ευλογημένο νησί μας, να χαρίσει στην Κύπρο μας το ταχύτερο την ποθητή ελευθερία. Ναι! την ελευθερία. Και μαζί μ' αυτή στους αγνοούμενους μας την επιστροφή στις οικογένειες τους, στους πρόσφυγές μας τη χαρά του γυρισμού στα σπίτια τους και τα χωριά τους και στον φιλόθρησκο λαό μας πλούσιες τις δωρεές και ευλογίες Του. Αμήν.

  Πηγή: www.pigizois.net
 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.

Ἀπόστολε Ἅγιε Φίλιππεπρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσινπαράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείαν ἔλλαμψιντοῦ Παρακλήτουεἰσδεξάμενοςπυρὸς ἐν εἴδειπαγκοσμίως ὡς ἀστὴρ ἀνατέταλκαςκαὶ τῆς ἀγνοίας τὸν ζόφον διέλυσαςτῇ θείᾳ αἴγλῃ Ἀπόστολε ΦίλιππεὍθεν πρέσβευεΧριστῷ τῷ Θεῷ δεόμεθαδωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Κοντάκιον
Ἦχος πλδ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ἐν τῷ Υἱῷ τῷ Πατρικῷ φωτὶ ἑώρακας Πατρὸς τὴν δόξαν ὡς τοῦ Πνεύματος κειμήλιον Καθὰ ᾔτησας Ἀπόστολε θεορρῆμονἈλλ’ ὡς μύστης τῆς Χριστοῦ συγκαταβάσεως Πολύτροπον συμφορῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον Τοὺς βοῶντάς σοιχαίροις ἔνδοξε Φίλιππε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλδ’. Ὡς ἀπαρχὰς .

Ὁ μαθητὴς καὶ φίλος σουκαὶ μιμητὴς τοῦ πάθους σουτῇ οἰκουμένῃ Θεόν σε ἐκήρυξενὁ θεηγόρος ΦίλιπποςΤαῖς αὐτοῦ ἱκεσίαιςἐξ ἐχθρῶν παρανόμωντὴν Ἐκκλησίαν σουδιὰ τῆς Θεοτόκου συντήρησον Πολυέλεε.

Κάθισμα
Ἦχος πλδ’. Τὴν Σοφίαν.

Ἐλατὴρ τῶν δαιμόνων ἀναδειχθείςκαὶ φωστὴρ τῶν ἐν σκότει ἀποφανθείςἔδειξας τὸν Ἥλιονἐκ Παρθένου ἐκλάμψαντακαὶ ναοὺς εἰδώλωνσυντρίψας ἀνήγειραςἐκκλησίας Μάκαρεἰς δόξαν Θεοῦ ἡμῶν· ὅθεν σε τιμῶμενκαὶ τὴν θείαν σου μνήμηνλαμπρῶς ἑορτάζομενκαὶ συμφώνως βοῶμέν σοιἈπόστολε Φίλιππεπρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαιτοῖς ἑορτάζουσι πόθῳτὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος

Ῥεῖθρα λόγου παράσχου μοι Κύριεὁ ὑδάτων τὴν φύσιν δειμάμενοςτὴν καρδίαν μου στήριξον Δέσποταὁ τὴν γῆν στερεώσας τῷ λόγῳ σουκαὶ φώτισον μου τὴν διάνοιανὁ τὸ φῶς ὡς χιτῶνα ἀναβαλλόμενοςἵνα λέγω καὶ ψάλλω τὰ πρέποντακαὶ ἀξίως ὑμνήσω τὸν σὸν Μαθητὴν Πολυέλεε.

Μεγαλυνάριον

Φίλος καὶ Ἀπόστολος εὐκλεήςτοῦ καὶ μέχρι δούλουκενωθέντος ἀναδειχθείςΦίλιππε θεόπταἐκήρυξας ἐν κόσμῳτὴν τούτου ὑπὲρ λόγονἄρρητον κένωσιν.

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2021

Συνοπτικός βίος τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (Ἁγίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτου)



Αυτός ο μέγας φωστήρ και μεγαλόφωνος της οικουμένης διδάσκαλος κατήγετο από την μεγαλόπολιν Αντιόχειαν, υιός ων γονέων ευσεβών, πα­τρός μεν Σεκούνδου αρχιστρατήγου, μητρός δε Ανθούσης. Ευθύς λοιπόν κατά την αρχήν της ζωής του πολλήν αγάπην και ερωτα είχεν ο Άγιος αυτός εις τους λόγους και τα μαθήματα, διό εις ολίγον καιρόν επέρασεν όλην την σοφίαν των Ελλήνων και των Χριστιανών και έγινεν άκρος κατά την λογικήν και ρητορικήν τέχνην και πάσαν επιστήμην. Όθεν διά την προκοπήν και αρετήν του από μεν τον άγιον Μελέτιον τον πατριάρχην Αντιοχείας έ­γινεν αναγνώστης, από δε τον Αντιοχείας Φλαβιανόν έγινε διάκονος και πρεσβύτερος.

Πολλούς δε λόγους συνέταξεν ο χρυσούς αυτού κάλαμος, σχεδόν υπερβαίνοντας αριθμόν, περί τε μετανοίας και περί της των ηθών ευκοσμίας και καταστάσεως, και πάσαν σχεδόν ηρμήνευσε την Θεόπνευστον Γραφήν. Επειδή δε Νεκτάριος ο Κωνσταντινουπόλεως πατριάρχης εκοιμήθη εν Κυρίω, διά τούτο με την ψήφον των επισκόπων και με την προσταγήν του βασιλέως Αρκαδίου προσεκλήθη ο μακάριος αυτός Ιωάννης από την Αντιόχεια και έγινε κανονικώς πατριάρχης της βασιλίδος των πόλεων.

Τόσον δε πολλά επέδωκεν ο αοίδιμος τον εαυτόν του εις την άσκησι και εγκράτεια, ώστε έτρωγε μόνον τον χυλόν του κριθαριού και πάλιν από αυτόν δεν εχόρταινεν, αλλ' ολίγον τι μετελάμβανε. Καί ύπνον δε ολίγον εκοιμάτο, όχι επί κλίνης αναπαυόμενος, αλλ' ιστάμενος ορθός και από σχοινιών βασταζόμενος· όταν δε πολλά εκουράζετο, τότε ολίγον εκάθητο. Τότε δε και περισσότερον εσχόλαζε και κατεγίνετο ο θείος πατήρ εις τας ερμηνείας των θείων Γραφών και εις τας διαλέξεις και διδασκαλίας, διά μέσου των οποίων πολλούς εις θεογνωσία και μετά­νοια έφερε.

 Τόσην δε υπερβολική φιλανθρωπία είχεν εις τους πτωχούς και δεομένους ο Χριστού μι­μητής, ώστε έγινε και εις τους άλλους τύπος και παράδειγμα φιλοπτωχείας. Διά τούτο και με τους εν εκκλησία λόγους εδίδασκεν όλους τους Χριστια­νούς να αγαπούν μεν και να ενεργούν την αρετή αυ­τήν της φιλοπτωχείας, να απέχουν δε από την πλε­ονεξία. Δι' αυτό διά την αιτίαν αυτήν πρώτον προσέκρουσε εις την βασίλισσαν Ευδοξίαν και εις έχθραν μετ' αυτής κατέστη. Επειδή αυτή μεν ήρπασε τον αμπελώνα μιας χήρας Καλιτρόπης ονομαζό­μενης, η οποία εφώναζε ζητούσα το κτήμα της, ο δε Άγιος εσυμβούλευε αυτήν να μη κρατή το ξένον πράγμα, και επειδή εκείνη δεν επείθετο την ήλεγχε και εθεάτριζεν ο άγιος με το παράδειγμα της Ιεζάβελ. Όθεν η Ευδοξία αγριωθείσα ως θηρίον κατέ­βασε τον Άγιον από τον θρόνον του, το πρώτον μεν μόνη, το δεύτερον δε και διά των επισκόπων ε­κείνων, οί οποίοι ηκολούθουν περισσότερον εις τας δυναστείας και υπολήψεις των αξιωματικών αρ­χόντων, παρά εις την ευσέβειαν και εις τους θείους νόμους· έπειτα πάλιν αποκατέστη ο Άγιος εις τον θρόνον του.

Άγιος Ιωάννης ο ΧρυσόστομοςΤελευταίον δε εξωρίσθη ο Άγιος εις την Κουκουσόν της Αρμενίας και εκεί υπομείνας θλίψεις πολλάς και πολλούς απίστους οδηγήσας εις την θε­ογνωσία παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού εν έτει 407. Ο δε κατά πλάτος βίος του αγίου γράφει ότι μετά την από του θρόνου καταβίβασι και εξορία του θείου πατρός όσοι επίσκοποι συνήργησαν εις αυτήν, όλοι εβασανίσθησαν πρότερον εκ Θεού με δεινός και πολλάς ασθενείας και έ­πειτα απέθανον. Η δε Ευδοξία πρώτη έπαθε τας α­σθενείας αυτάς, επειδή και πρώτη αυτή παρενόμησε και έγινε πρόξενος απωλείας και εις τους επι­σκόπους. Λέγουν δε ότι μετά τον θάνατον της, διά να άποδειχθή η αδικία, την οποίαν έκαμε εις τον μέγα Χρυσόστομον, εκινείτο και έτρεμεν ο τάφος της εις διάστημα χρόνων ολοκλήρων τριακοντα-δύο. Ότε δε ανεκομίσθη το λείψανον του Αγίου εις Κωνσταντινούπολι και απετέθη, όπου τώρα είναι, τότε και ο τάφος εκείνης εστάθη και πλέον δεν έ­τρεμεν...

Δεν δύναμαι εδώ να σιωπήσω εκείνο το συμβεβηκός, το οποίον προξενεί άκρον και χωριστόν έπαινον εις τον χρυσούν αυτόν Άγιον, καθώς διη­γείται αυτό εις τον κατά πλάτος βίον αυτού ο Ανώ­νυμος Συγγραφεύς «Αδελφειός, ο επίσκοπος της εν Καππαδοκία Αραβισσού, ο πολλά δεξιωθείς εις την εξορία τον Άγιον, παρεκάλει τον Θεόν με θερμάς δεήσεις, να δείξη εις αυτόν ποίας δόξης ηξιώθη εν ουρανοίς ο θείος Χρυσόστομος. Ενώ λοιπόν προσηύχετο ο Αδελφειός ήλθεν εις έκστασι και ιδού βλέπει ένα φωτοειδή άνδρα, ο οποίος εδείκνυεν εις αυτόν όλους τους διδασκάλους και ιεράρχας και οσίους και τον χορόν όλων των δικαίων, όσοι έ­φθασαν να μεταβούν από την γην εις τους ουρα­νούς. Τότε ο Αδελφειός έβλεπεν όλους εκείνους με χαράν επιθυμών να ιδή και τον Ιωάννην. Επειδή όμως δεν τον είδεν εκεί ελυπήθη. Τότε ο φωτοειδής εκείνος είπε προς τον Αδελφειόν: διά τι ελυπήθης; Εκείνος απεκρίθη, διότι δεν είδον εις το τάγμα των ιεραρχών τον Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννην, ο δε φανείς λέγει εις αυτόν: Τον χρυσούν, λέγεις, Ιωάν­νην, το στόμα του Θεού; Εκείνον τον υπέρ άνθρωπον; Ήξευρε ότι αυτόν δεν είναι δυνατόν εις σε να ιδής, διότι αυτός ευρίσκεται εκεί όπου είναι ο θρό­νος του Δεσπότου Χριστού. Μίαν τοιαύτην οπτασίαν είδε και ο όσιος Μάρκος ο ασκητής και ήκουσε τα ίδια λόγια, τα οποία ήκουσε και ο Αδελφειός από τον Κύπρου Επιφάνιον, ο οποίος ωδήγει αυ­τόν εις την κατ' έκστασιν οπτασία, καθώς και αυτό ο Ανώνυμος διηγείται».

Ο Γρηγόριος ο Αλεξανδρείας εις τον βίον του Χρυσοστόμου καλεί αυτόν «της οικουμένης απάσης διδάσκαλον και φωστήρα». Ο μικρός Θεοδόσιος καλεί αυτόν «οικουμενικόν διδάσκαλον». Λέων ο σοφός εις το προς αυτόν εγκώμιον λέγει «κοινόν της οικουμένης πατέρα», και ο Ανώνυμος εις τον βίον αυτού ονομάζει «κοινόν της οικουμένης προ­μηθέα και προστάτην». Ο Θεοδώρητος παρά Φωτίω λέγει αυτόν «της Εκκλησίας στόμα και ευσέ­βειας ανθρώπων οφθαλμόν». Ο Πηλουσιώτης Ισί­δωρος λέγει περί αυτού «Ο των του Θεού απορρή­των σοφός και υποφήτης Ιωάννης, ο της εν Βυζαντίω Εκκλησίας και πάσης οφθαλμός».

Η Χείρα του Αγίου Χρυσοστόμου βρίσκεται στην Ιερά Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους

Λόγος εγκωμιαστικός στην ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου Πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου που συνέγραψε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης


(Μεταφέρεται εδώ αποσπασματικά και σε απλούστερη απόδοση)

* ...Όταν ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εκ­θρονίστηκε και στάλθηκε εξόριστος στην Κουκουσό, Αραβισσό και Πιτιούντα όλη η Εκκλησία των ορθοδόξων επένθισε. Με δάκρυα έλεγαν τα πλήθη των πιστών και μοναχών: «Συνέφερεν, ίνα ο ήλιος συσταλή ή ίνα το στόμα Ιωάννου σιωπήση».

Έκλαυσε όλη η οικουμένη, διότι έμεινε σαν πλοίο χωρίς κυβερνήτη, σαν ποίμνιο χωρίς ποιμέ­να· σαν στρατόπεδο χωρίς αρχιστράτηγο και σαν κόσμος σκοτεινός χωρίς ήλιο. Έκλαιαν οι ορφα­νοί τον πατέρα τους. Θρηνούσαν οι μαθηταί τον διδάσκαλό τους, ωδύρονταν οι πτωχοί τον προστάτη τους. Λυπόνταν οι αμαρτωλοί την ελπίδα τους, οι θλιμμένοι την παρηγοριά τους, οι άρρωστοι την επίσκεψή τους και οι διψασμένοι από λόγο Θεού, διότι στερήθηκαν τα γλυκύτατα και πάγχρυσα λό­για της διδασκαλίας του. Κοινή ήταν η συμφορά, παγκόσμιο το κακό, οικουμενική η δυστυχία.

Ο άγιος Ιννοκέντιος ο Πάπας, γράφοντας για τον Χρυσόστομο προς τον βασιλέα Αρκάδιο, λέ­γει: Όχι μόνο η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλε­ως ζημιώθηκε της καλλιρύτου εκείνου γλώσσας, αλλά και όλη η υφήλιος εχήρευσε, απολέσασα τέτοιον ένθεον άνδρα.
Έμεινε στην χηρεία αυτή και απαρηγόρητη λύπη όλη η Εκκλησία του Χριστού τριαντατρία ο­λόκληρα χρόνια.
Το 440 γίνεται η ανακομιδή και μετακομίζεται από τα Κόμανα του Πόντου στην βασιλεύουσα με τέτοια τιμή, η οποία δεν έγινε ποτέ από του αιώνος σε άλλον, ούτε πατριάρχη, ούτε βασιλέα.
Η του Χριστού Εκκλησία στολισαμένη, υπο­δέχεται σήμερα από την εξορία το ζωομύριστο και θαυματουργικώτατο σώμα του φωστήρος της Χρυ­σοστόμου και εορτάζει χαρμόσυνα την ένδοξη ανα­κομιδή και μετακομιδή και υποδοχή του λειψάνου του διδασκάλου της οικουμένης.

Και αυτό με κάθε δίκαιο, γιατί, πώς δεν έπρεπε να χαρή, σήμερα, όλη η Εκκλησία του Χριστού σε ένα καιρό, όπου βλέπει ότι στο λείψανο του Χρυσο­στόμου μεταβλήθηκαν όλοι οι νόμοι της φύσεως και ενεργήθηκαν μόνον οι νόμοι της Χάριτος; Ότι σώ­μα νεκρόν, όταν θέλη, κινείται, και, όταν θέλη, μέ­νει ακίνητον; Ότι σώμα, ενταφιασμένο πριν 33 χρόνια, ανακομίζεται σώο και αδιάλυτο με την ο­λοκληρία όλων των μελών και μερών του;... Πώς δεν έπρεπε να χαρή, σήμερα, όταν είδε το σώμα του Χρυσορρήμονος να ευρίσκεται μεν στην γη σε διά­στημα τόσων χρόνων, έπειτα να ανακομίζεται λαμ­πρό και κροκοειδές στο χρώμα; Ευωδέστατο στην ο­σμή, υπερνικών όλα τα αρώματα της γης; Και έχων όλα τα άλλα ουσιώδη και συστατικά γνωρίσματα της αγιότητας; Πώς δεν έπρεπε να χαρή, όταν είδε το λείψανον του Ιωάννου, να γιατρεύη κουτσούς, να ανορθώνη παραλυτικούς, να φωτίζη τυφλούς;.... Πώς δεν ήταν δίκαιο να χαρή όλος ο κόσμος, βλέποντας ένα νεκρό σώμα να έχη εξουσία κατά των στοιχείων; κατά γης και θαλάσσης και του αέρος; Να σηκώνη άνεμους από την θάλασσα, να σχίζη σε ρήγματα την γη, να κάμνη τα πλοία να κλίνουν από μόνα τους, σαν να ήταν λογικά και έμψυχα, για να τον υποδεχθούν; Και, έπειτα, να τα διευθύνη αυτά σε όποιο τόπο θέλει; Καί για να πω το μεγαλύτερο και θαυμαστότερο, πώς δεν έπρεπε να χαρή σήμερα όλη η Εκκλησία του Χριστού, όταν είδε να ανοίξουν εκείνα τα άψυ­χα χείλη; Και όταν άκουσε να βγαίνη φωνή ζωντα­νή και έναρθρος από το προ 33 χρόνων νενεκρωμένο στόμα του Χρυσοστόμου; Και να πη «ειρήνη πάσιν;». Όντως «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Σύ ει ο Θεός, ο ποιών θαυμάσια μόνος» (Ψαλμ. 76, 13)....

Λοιπόν πώς έγινε τέχνη χωρίς τον τεχνίτη; Πώς ακολούθησε έργο και αποτέλεσμα χωρίς τον ποιητή; Πώς η λύρα και ο αυλός ήχησαν, χωρίς να τα κρούση ο λυρωδός και ο αυλητής; Και μάλιστα, όταν και ο αυλός και η λύρα ήταν διεφθαρμένα; Θαυμάσια τα έργα σου Κύριε! Η αιτία όλη, η ποιη­τική αυτού στάθηκε θεία και υπερφυσική! Και ο τε­χνίτης του έργου αυτού ήταν αυτό το Πνεύμα το Αγιονί...

Ώστε, αν και το λείψανο του Χρυσοστόμου ή­ταν κατά φύση νεκρό και ακίνητο και άφωνον, αλ­λά κατά χάριν ήτο ζωντανόν και δι' αυτό εκίνησε την γλώσσα του και ελάλησε: «δίκαιοι εις τον αιώ­να ζώσι».

Πρέπει σήμερα να ευφρανθούν οι ορθόδοξοι διότι βλέπουν τον αγιώτατον πατριάρχην Πρόκλον και τον ευσεβέστατον βασιλέα Θεοδόσιον, πως ση­κώνουν με πολλή ευλάβεια το πανσεβάσμιο λείψα­νο του Χρυσοστόμου και το εμβάζουν μόνοι οι δύο μέσα στο άγιο βήμα και το εναποθέτουν υπό κάτω του θυσιαστηρίου και της αγίας Τραπέζης... Ίδετε θαυμάσια, με τα οποία, ο θαυμαστός Θεός εδόξασε εμεγάλυνε και εθαυμάστωσε το λείψανον του αγίου Χρυσοστόμου;...

Δι' αυτό, λοιπόν, ας χαρούμε και εμείς πνευματικώς σήμερα. Ας εύφημήσουμε με ύμνους και ωδές πνευματικές τον μέγα Χρυσόστομο! Ας προσκυνή­σουμε νοερά το πάνσεπτό του λείψανο για να λά­βουμε και την χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία δίδεται και αόρατα ως αόρατη και απεριόριστη....

Με ποιο όνομα ιερό και άγιο να ονομάσουμε τον Χρυσόστομο και να μη αρμόζη σε αυτόν; Να τον ο­νομάσουμε άγγελο; Και του πρέπει, διότι αυτός έζη­σε στα αλήθεια μια ζωή ισάγγελη, με χαυμενίες, α­γρυπνίες, προσευχές και ασκήσεις υπερφυσικές...

Προ του θανάτου του τρεις ολόκληρους μήνες δεν έφαγε ολότελα ανθρώπινο φαγητό, ως άσαρκος και άυλος μέχρις ότου ετελεύτησε. Βάστασε με μό­νην εκείνη την άφθαρτη τροφή, που του έδωσαν και έφαγε οι ιεροί Απόστολοι, καθώς μαρτυρούν όλοι οι συγγραφείς του βίου του....
Να τον ονομάσουμε Απόστολον; Και μάλιστα, διότι αυτός με την πάγχρυση διδασκαλία του εσαγηνευσε πολλά έθνη και τα έφερε στην πίστ
η του Χρι­στού. Δι' αυτό και οι θείοι Απόστολοι εφάνησαν οφθαλμοφανώς εις αυτόν, ως ισαπόστολο, τόσες και τόσες φορές, ο Πέτρος και Ιωάννης δύο φορές.... Ο Παύλος στην Κων/πολι, όταν του ομιλούσε μυ­στικά στα αυτιά, ερμηνεύοντας τις επιστολές του, και όταν αισθητά τον εφίλησε, ευχαριστώντας αυ­τόν, αφού τα ερμήνευσε....

Να τον ονομάσουμε Προφήτην; Ναι, και αυτό το όνομα το απέκτησε διά των έργων... Επροφήτευσε στον άγιο Επιφάνιο πως δεν θέλει φθάσει να πάη στον θρόνο του..., αλλά και όταν εξωρίζονταν, περνώντας από την Νίκαια προφήτευσε στον πατέ­ρα του βασιλιά Μαυρίκιου, που ήταν άτεκνος, ότι έχει να γέννηση γιο που μέλλει να γίνη βασιλιάς, πως έχει να αμαρτήση, πλήν θέλει πάλιν μετανοή­σει και θέλει αξιωθεί της σωτηρίας, καθώς έτσι και τα πράγματα ακολούθησαν.
Να τον ονομάσουμε μάρτυρα; Ναι και του αρμό­ζει, επειδή εκτός από τις ασθένειες της υδρωπικίας, των πυρετών και της παντοτινής στομαχαλγίας, που έπασχε ο Τρισμακάριστος, έλαβε και πολλά βάσανα και μαρτύρια στις εξορίες του....

Διά αυτό και στον καιρό του θανάτου του, ήλ­θαν οι άγιοι μάρτυρες Βασιλίσκος ο ιερομάρτυς και Λουκιανός και τον προσκάλεσαν, για να έλθη στα ουράνια να συγκατοική με αυτούς ως συναθλη­τής.
Να τον ονομάσουμε Ιεράρχη και διδάσκαλο της Εκκλησίας; Ναι, βεβαιότατα! Θέλετε να το καταλά­βετε; Ακούσατε την φοβερή οπτασία που είδε ο επί­σκοπος της Αραβισσού Αδελφειός.
Αυτός έχοντας πολλή αγάπη να μάθη για τον ά­γιο Χρυσόστομο ποια δόξα αξιώθηκε να λάβη από τον Θεό στους ουρανούς, και παρακαλώντας συχνά γι' αυτό τον Κύριο ήλθε σε έκσταση και είδε ένα ωραιότατο άνδρα που του έδειξε σε τόπο λαμπρό ό­λους τους πατέρες και διδασκάλους· αλλά δεν είδε ανάμεσά τους τον Ιωάννη! Και λυπήθηκε κατάκαρδα. Τότε άκουσε φωνή αγγέλου που του είπε: « Ιωάννην τον της μετανοίας λέγεις; Άνθρωπος, που εί­ναι με σώμα, εκείνον να δει δεν μπορεί! διότι παρί­σταται εκεί, όπου ο θρόνος ο Δεσποτικός». Την ί­δια οπτασία είδε και ο άγιος Μάρκος ο ασκητής.

Να τον ονομάσουμε ρήτορα και εξηγητή των Θείων Γραφών;... Ο ρήτορας Λιβάνιος μπροστά στον Ιουλιανό τον παραβάτη, καίτοι εχθρός της πί­στεως, εκήρυξε ότι ο Ιωάννης υπερβαίνει στην ρη­τορική και την σοφία και τον Δημοσθένη, και τον Πλάτωνα.
Στην εξήγηση πάλι των Γραφών υπερέβαινε και αυτόν τον μέγα Θεολόγον Γρηγόριον. Ο βασι­λεύς Θεοδόσιος ο μέγας, παρεκάλεσε τον Γρηγόριο τον Θεολόγο να εξηγήση το ιερό Ευαγγέλιο, και το επεχείρησε. Παρακαλώντας τον Θεό να τον πλη­ροφορήση αν η εξήγηση του είναι ορθή, άκουσε από τον Θεό την εξής φωνή: «Ούτε σε σένα, ούτε σε κάποιον άλλο το χάρισμα αυτό έχει δοθεί παρά στον Ιωάννη της Αντιοχείας». Ο δε άγιος Πρόκλος ο Πατριάρχης, έλεγε: «Έτσι είμαι εγώ προς τον μα­κάριο Ιωάννη, όπως ακριβώς πηγή προς θάλασσα και ρυάκι προς ποταμό».
Γι' αυτό και σε κάθε διδαχή που έκαμνε ο Άγιος, οι άνθρωποι που άκουγαν, μη υποφέροντας την χαρά, κτυπούσαν πολλές φορές, κάτω από τον άμβωνα, όλοι με συμφωνία τα χέρια τους.
Σε ένα μόνο καιρό, που γινόταν λιτανεία στην Κων/πολη, εκ του προχείρου έκαμε 18 λόγους στο δρόμο το πάγχρυσο εκείνο στόμα! Τόση ευκολία εί­χε στο να ομιλή.

Να ονομάσουμε τον Χρυσόστομο φίλο γνήσιο της Θεοτόκου; Ναι, και αυτό το αξιώθηκε! Ευρι­σκόμενος ο Άγιος για την ασθένειά του έξω από την Κων/λη, εκεί που προσευχόταν κατά το μεσονύ­κτιο, είδε ξύπνιος την Κυρία Θεοτόκο, η οποία ήλ­θε προς αυτόν με άπειρο φως και έχοντας τριγύρω της πλήθος από άνδρες και γυναίκες του είπε αυτά με φωνή χαριέστατη: «Ιωάννη, του εμού θεράπων Υιού και Θεού, καλά αγωνίστηκες τον αγώνα της α­σκήσεως, καλά εποίμανας το λογικόν ποίμνιον, αλ­λά ανδρίζου ακόμη και κραταιού. Διότι ιδού και μαρτυρικός σε αναμένει δρόμος και αθλητικό σε πε­ριμένει στάδιο διά ποικίλων πόνων και πειρασμών, για να καταστή φανερή η δοκιμασία σου και στη γη και τον ουρανό.... Ας αγαλλιασθή λοιπόν και ας χαρή το πνεύμα σου, διότι σε έχει αποταμιευθεί και χαρά στους ουρανούς, ανάλογα με τις θλίψεις σου».

Επίσης και η θαυμαστή οπτασία που είδε ο ά­γιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας.
Ο θειος του πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφι­λος είχε εχθρόν τον άγιο Χρυσόστομο...
Βλέπει μία φορά σε όραμα την Κυρία Θεοτόκο, μαζί και τον άγιο Χρυσόστομο, να συνομιλούν μετα­ξύ τους σε ένα πάμφωτο και ωραιότατο τόπο. Βλέ­ποντας τους, όμως, επιθυμούσε και εζητούσε να πάη κοντά και αυτός αλλά ο θείος Χρυσόστομος τον επιτιμούσε και τον εμπόδιζε. Τότε, ακούει φω­νή από την Θεοτόκο, που έλεγε προς τον Χρυσόστο­μο αυτά: Συγχώρησε τον χάριν εμού (για χάρι δική μου), διότι πολλά επάσχισε, εκοπίασε για εμένα, καταντροπιάσας τον υβριστή Νεστόριο, και εμένα Θε­οτόκο με ανακήρυξε. Από άγνοια την άσχημη για σένα υπόληψη - γνώμη εσχημάτισε και θα φανέρω­ση αυτήν, που απέκτησε με επίγνωση.
Μετά από αυτό το όραμα ο άγιος Κύριλλος, έ­γινε μεγάλος φίλος του Χρυσοστόμου, επαινώντας αυτόν και συνέγραψε πρόχειρα και τον βίον Του.

Τι άλλο θέλετε να ονομάσουμε τον Χρυσόστομο; Θαυματουργόν; Ναι διότι τόσο πλούσια του εδόθη το χάρισμα των θαυμάτων, ώστε όλοι τον επωνόμιζαν «Ιωάννην τον θαυματουργόν».
Να τον ονομάσουμε ελεήμονα; Και βέβαια, για την υπερβολική του ευσπλαγχνία προς τους πτω­χούς τον ωνόμαζαν όλοι «Ιωάννης ο της ελεημο­σύνης».

Να τον ονομάσουμε κήρυκα της μετανοίας; Και ποιος μπορεί να το αρνηθή! Τέτοια δύναμη είχε ο λόγος του στο να τραβά τους αμαρτωλούς σε μετά­νοια, ώστε έφθανε μόνο να ακούση κάποιος την δι­δαχή του για να μετανοήση και αλλάξη ζωή!.... Δί­καια λοιπόν από όλους ωνομαζόταν «Ιωάννης ο της μετανοίας»....
Αδελφοί, μας λέγει ο άγιος Νικόδημος, οι εορ­τές των αγίων δεν γίνονται για άλλο λόγο παρά για να συναχθούν σε αυτές οι Χριστιανοί, να ακούσουν τα κατορθώματα των Αγίων που εορτάζουν και να τα μιμηθούν και αυτοί, όσο τους είναι δυνατόν, και έτσι να λάβουν στην ψυχή τους ευλάβεια και στην ζωή τους διόρθωση και ακρίβεια. Έτσι μάς διδά­σκει η πάγχρυση γλώσσα του Χρυσοστόμου: «Ε­ορτή είναι επίδειξις έργων αγαθών, ψυχής ευλά­βεια, πολιτείας ακρίβεια».

Και εμείς ας μιμηθούμε, κατά το δυνατόν μας, και τα έργα του Χρυσοστόμου και ας ακούσουμε τις χρυσές διδασκαλίες που μάς κάμνει. Ας μετανοούμε κάθε μέρα στον Θεό για τα σφάλματα που κά­νουμε με το έργο, με το λόγο και με τον λογισμό, και ας πάρουμε σταθερή απόφαση, για να μη πράξουμε ξανά την αμαρτία, επειδή αυτή είναι η αλη­θινή μετάνοια. Έτσι μάς διδάσκει ο Χρυσόστομος: «Είναι δε μετάνοια το να μη κάνης τα ίδια..., πρέπει λοιπόν να απομακρύνεσαι και στην πράξη και στην γνώμη που αποτολμήθηκαν.... Παραδείγματος χά­ρη: άρπαξες και πλεονέκτησες; Απομακρύνσου από την αρπαγή και βάλε στο τραύμα ελεημοσύνη. Πόρνευσες; Απομακρύνσου από την πορνεία και βάλε στο έλκος αγνεία. Κακολόγησες τον αδελφό και έβλαψες; Σταμάτησε κατηγορώντας, και βάλε σωφροσύνη......

Ας έχουμε υπομονή σε όλες τις θλίψεις που μάς έρχονται είτε από τους δαίμονες, είτε από τους ανθρώπους είτε και από φυσική ασθένεια του σώ­ματος, και ας ευχαριστούμε πάντοτε τον Θεό σε ό­σα μάς ακολουθούν είτε καλά, είτε κακά. Διότι και ο άγιος Χρυσόστομος υπέμεινε μετά χαράς τις εξο­ρίες, τις οποίες του έκαμαν, και σε όλα ευχαριστού­σε τον Θεό, συνηθίζοντας να λέγη πάντοτε αυτό το αξιομνημόνευτο λόγιο: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένε­κεν" ου γαρ παύσομαι τούτο επιλέγων αεί επί πάσί μοι τοις συμβαίνουσιν». Και αυτόν τον λόγο αφού είπε τελευταίο, παρέδωσε την αγία του ψυχή.

Ας αγωνιζόμαστε να είμαστε παρθένοι και σώ­φρονες όχι μόνο κατά το σώμα, αλλά και κατά την ψυχή, μη αφήνοντες το νου μας να γλυκαίνεται στους αισχρούς και σαρκικούς λογισμούς... Διότι πολλές φορές παρθενεύει κάποιος με το σώμα, αλ­λά με την ψυχή και τους λογισμούς πορνεύει και μοιχεύει....

Ας μισήσουμε από καρδιάς την φιλαργυρία και ασπλαγχνία, διότι αυτή κάμνει εκείνους που είναι υποδουλομένοι σε αυτήν, ούτε να βλέπουν, ούτε να ακούν ούτε συνείδηση να έχουν, ούτε την σωτηρία τους να ζητούν....

Ας μισήσουμε την υπερηφάνεια και ας έχουμε την ταπείνωση στην ψυχή μας, διότι χωρίς την τα­πείνωση είναι αδύνατον να σωθούμε, κατά τον Χρυσόστομον, λέγοντα: «Τίποτε δεν είναι ίσον με την ταπεινοφροσύνη...., διότι δεν είναι δυνατόν να σωθή κάποιος χωρίς της ταπεινοφροσύνης».
Και επάνω σε όλα, ας σπουδάσουμε να έχουμε την αγάπη προς τους αδελφούς μας, διότι η αγάπη είναι το κεφάλαιο όλων των αγαθών! Χωρίς την α­γάπη όλες οι αρετές είναι μάταιες....

Πρόσδεξαι, σε παρακαλούμε, το παρόν ευτελές εγκώμιον, όπως προσεδέχθη ο Κύριος της χήρας τα δύο λεπτά... Και εις μεν την παρούσα ζωή φύλαττε μας από κάθε βλάβη των ορατών και αορά­των εχθρών, εις δε την μέλλουσα αξίωσέ μας της ουρανίου βασιλείας διά των πρεσβειών σου, με την Χάρι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εις τον Ο­ποίον υπάρχει η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι εις τους αιώνας. Αμήν.

* * *
Τον τρισμακάριστον και παμμακάριστον άγιον Ιωάννην τον Χρυσόστομον διάφοροι Πατέρες, τον ωνόμασαν:
«Το νέον σκεύος της εκλογής».
«Ο μέγας της οικουμένης διδάσκαλος».
«Ο τρισμακάριστος άνθρωπος».
«Ο της Εκκλησίας διδάσκαλος».
«Ο νέος Ιωάννης ο Θεολόγος».
«Ο της Εκκλησίας φωστήρ και ποιμήν......
«Ο της θείας ευσπλαγχνίας μιμητής και εγγυη­τής».
«Ο αληθής του Θεού άνθρωπος και γνήσιος κήρυξ της μετανοίας».
«Το στόμα του Χριστού και στόμα του Παύ­λου»· και κατά τον συλλογισμόν και το κοινόν από­φθεγμα, που λέγει: «Εάν το στόμα του Χριστού είναι το στόμα του Παύλου, το στόμα του Χρυσοστόμου εί­ναι Χριστού και Παύλου». Και κατά τον άγιο Νικόδημον τον Αγιορείτην ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσό­στομος «είναι ο διδάσκαλος των διδασκάλων».

Ακολουθία Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" 


Πηγή: “www.impantokratoros.gr” 



Δείτε σχετικά:

Ἃγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως (13 Νοεμβρίου)


Ὁ μεγάλος αὐτὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια τὸ 347 μ.Χ. Πατέρας του ἦταν ὁ στρατηγὸς Σεκοῦνδος καὶ μητέρα του ἡ Ἀνθοῦσα. Γρήγορα ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, καὶ ἡ μητέρα του - χήρα τότε 20 ἐτῶν - τὸν ἀνέθρεψε καὶ τὸν μόρφωσε κατὰ τὸν καλύτερο χριστιανικὸ τρόπο. Ἦταν εὐφυέστατο μυαλὸ καὶ σπούδασε πολλὲς ἐπιστῆμες στὴν Ἀντιόχεια - κοντὰ στὸν τότε διάσημο ῥήτορα Λιβάνιο - ἀλλὰ καὶ στὴν Ἀθήνα μαζί μέ τόν γαπημένο του φίλο Μέγα Βασίλειο.

Ὅταν ἀποπεράτωσε τὶς σπουδές του ἐπανῆλθε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο γιὰ πέντε χρόνια, ὅπου ἀσκήτευε προσευχόμενος καὶ μελετῶντας τὶς Ἅγιες Γραφές. Ἀσθένησε ὅμως καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος -τὸ 381, σὲ ἡλικία 34 ἐτῶν - ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας Μελέτιο. Ἀργότερα δὲ ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ Μελετίου Φλαβιανὸ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν.

Κατὰ τὴν ἱερατική του διακονία ἀνέπτυξε ὅλα τὰ ψυχικά του χαρίσματα, πύρινο θεῖο ζῆλο καὶ πρωτοφανὴ εὐγλωττία στὰ κηρύγματά του. Ἔσειε καὶ συγκλόνιζε τὰ πλήθη τῆς Ἀντιοχείας καὶ συγκινοῦσε τὶς ψυχές τους βαθύτατα. Ἡ φήμη του αὐτὴ ἔφτασε μέχρι τὴν βασιλεύουσα καὶ ἔτσι, τὴν 15η Δεκεμβρίου 397, μὲ κοινὴ ψῆφο βασιλιὰ Ἀρκαδίου καὶ Κλήρου, ἔγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κάτι ποὺ ὁ ἴδιος δὲν ἐπεδίωξε ποτέ. Καὶ ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἐκτὸς ἄλλων, ὑπῆρξε αὐστηρὸς ἀσκητὴς καὶ δεινὸς ἑρμηνευτὴς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὰ πολλὰ συγγράμματά του (διασώθηκαν 804, περίπου, ὁμιλίες του). Ἔργο ἐπίσης τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι καὶ ἡ Θεία Λειτουργία, ποὺ τελοῦμε σχεδὸν κάθε Κυριακή, μὲ λίγες μόνο, ἀπὸ τότε μετατροπές.

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πατριαρχείας του, ὑπῆρξε ἀδυσώπητος ἐλεγκτὴς κάθε παρανομίας καὶ κακίας. Αὐτὸ ὅμως ἔγινε αἰτία νὰ δημιουργήσει φοβεροὺς ἐχθρούς, καὶ μάλιστα αὐτὴν τὴν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία, ἐπειδὴ ἤλεγχε τὶς παρανομίες της. Αὐτὴ μάλιστα, σὲ συνεργασία μὲ τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξαδρείας Θεόφιλο (ἑνὸς μοχθηροῦ καὶ ἀσεβοῦς ἀνθρώπου), συγκάλεσε σύνοδο (παράνομη) ἀπὸ 36 ἐπισκόπους (ὅλοι τους πνευματικὰ ὕποπτοι καὶ δυσαρεστημένοι ἀπὸ τὸν ἅγιο) στὸ χωριὸ Δρῦς τῆς Χαλκηδόνας καὶ πέτυχε τὴν καθαίρεση καὶ ἐξορία τοῦ Ἁγίου σ᾿ ἕνα χωριὸ τῆς Βιθυνίας. Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ ὅμως, τόσο ἐξερέθισε τὰ πλήθη, ὥστε ἀναγκάστηκε αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ Εὐδοξία νὰ τὸν ἀνακαλέσει ἀπὸ τὴν ἐξορία καὶ νὰ τὸν ἀποκαταστήσει στὸ θρόνο μὲ ἄλλη συνοδικὴ ἀθωωτικὴ ἀπόφαση (402). Ἀλλὰ λίγο ἀργότερα, ἡ ἀσεβὴς αὐτὴ αὐτοκράτειρα, κατάφερε καὶ πάλι νὰ ἐξορίσει τὸν Ἅγιο (20 Ἰουνίου 404) στὴν Κουκουσὸ τῆς Ἀρμενίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὰ Κόμανα, ὅπου μετὰ ἀπὸ πολλὲς κακουχίες καὶ ἄλλες ταλαιπωρίες πέθανε τὸ 407 μ.Χ.

Ὁ Μ.Ι. Γαλανὸς στὸν Συναξαριστή του, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀναφέρει γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, ὅτι ὑπῆρξε καὶ ἀναγνωρίζεται ὡς ὁ πιὸ ἄριστος καὶ δημοφιλὴς διδάσκαλος τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Κανένας δὲν ἐξήγησε ὅπως αὐτός, μὲ τόσο πλοῦτο καὶ τόση σαφήνεια τὰ νοήματα τῶν θείων Γραφῶν, οὔτε δὲ ὑπῆρξε ἐφάμιλλός του στὴν ἑτοιμολογία, τὴν ἁπλότητα, ἀλλὰ καὶ στὴ φλόγα καὶ τὴ δύναμη τῆς ῥητορείας. Ὑπῆρξε ῥήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης ἀπαράμιλλος, βαθύτατος καὶ διεισδυτικότατος, ψυχολόγος καὶ καταπληκτικὸς κοινωνιολόγος μὲ αἴσθημα χριστιανικῆς ἰσότητας, χωρὶς προνομιούχους, μὲ καθολικὴ ἀδελφότητα. Ἀνήκει σ᾿ αὐτοὺς ποὺ φαίνονται «ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ», δηλαδὴ σὰν φωτεινὰ ἀστέρια μέσα στὸν κόσμο.


Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, ὅτι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος πέθανε τὴν 14η Σεπτεμβρίου, ἀλλὰ λόγω ἑορτῆς τῆς ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μετατέθηκε ἡ ἑορτὴ τῆς μνήμης του τὴν 13η Νοεμβρίου. Ἐπίσης τὴν 15η Δεκεμβρίου ἑορτάζουμε τὴ χειροτονία του σὲ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὴν 27η Ἰανουαρίου τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, ἀλλὰ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται καὶ τὴν 30η Ἰανουαρίου μαζὶ μὲ τὸν Μ. Βασίλειο καὶ τὸν Ἁγ. Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. Καὶ τέλος τὴν 26η Φεβρουαρίου ἑορτάζουμε τὴν μνήμη τῆς χειροτονίας του σὲ πρεσβύτερο.                              

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος πλδ.

Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσός ἐκλάμψασα χάριςτὴν οἰκουμένην ἐφώτισενἀφιλαργυρίας τῷ κόσμῳ θησαυροὺς ἐναπέθετοτὸ ὕψος ἡμῖν τῆς ταπεινοφροσύνης ὑπέδειξενἈλλὰ σοῖς λόγοις παιδεύωνΠάτερἸωάννη Χρυσόστομεπρέσβευε τῷ Λόγῳ Χριστῷ τῷ Θεῷσωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον
Ἦχος πλδ’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.

Ἐκ τῶν οὐρανῶν ἐδέξω τὴν θείαν χάρινκαὶ διὰ τῶν σῶν χειλέωνπάντας διδάσκειςπροσκυνεῖν ἐν Τριάδι τὸν ἕνα ΘεόνἸωάννη Χρυσόστομεπαμμακάριστε Ὅσιεἐπαξίως εὐφημοῦμέν σε· ὑπάρχεις γὰρ καθηγητήςὡς τὰ θεῖα σαφῶν.

Κάθισμα
Ἦχος πλδ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.

Τῆς ἀρρήτου σοφίας θεοπτικῶςἐξαντλήσας τὸν πλοῦτον τὸν γνωστικόνπᾶσιν ἐθησαύρισαςὀρθοδοξίας τὰ νάματατῶν μὲν πιστῶν καρδίαςἐνθέως εὐφραίνοντατῶν δὲ ἀπίστων ἀξίωςβυθίζοντα δόγματα· ὅθεν διἀμφοτέρωνεὐσεβείας ἱδρῶσινἐδείχθης ἀήττητοςτῆς Τριάδος ὑπέρμαχοςἸωάννη Χρυσόστομεπρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷτῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαιτοῖς ἑορτάζουσι πόθῳτὴν ἁγίαν μνήμην σου.



Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Τοῖς χρυσέοις λόγοις σουἡ Ἐκκλησίαἀρδομένη ἅπανταςποτίζει νάματα χρυσᾶκαὶ ἰατρεύει νοσήματατῶν σὲ ὑμνούντωνπαμμάκαρ Χρυσόστομε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Σκεῦος ἔνθεον τῆς Ἐκκλησίαςπλοῦτος ἄσυλος τῆς εὐσεβείαςἀνεδείχθης Ἱεράρχα Χρυσόστομεἐν ἀπαθείᾳ φαιδρύνας τὸν βίον σουτοῖς δεομένοις ἐπαντλήσας τόν ἔλεονΠάτερ ὍσιεΧριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευεδωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλδ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Τὴν σοφίαν ἐξ ὕψους καταμαθώνκαὶ τὴν χάριν τῶν λόγων παρὰ Θεοῦτοῖς πᾶσιν ἐξέλαμψαςὡς χρυσὸς ἐν καμίνῳκαὶ τὴν Ἁγίαν ΤριάδαΜονάδα ἐκήρυξαςτήν φιλάργυρον πλάνηντοξεύσας τοῖς λόγοις σου· ὅθεν καὶ πρὸς ζῆλονΒασιλίδα ἐλέγξαςἀδίκως τῆς ποίμνης σουἀπελάθης μακάριεἸωάννη Χρυσόστομε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷτῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαιτοῖς ἑορτάζουσι πόθῳτὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος

Τῷ τῶν ὅλων Ποιητῇ κλίνω τὸ γόνυτῷ προαιωνίῳ Λόγῳ χεῖρας ἐκτείνωλόγου ζητῶν χάρισμαἵνα ὑμνήσω τὸν Ὅσιονὃν αὐτὸς ἐμεγάλυνε· φησὶ γὰρ τῷ Προφήτῃὁ ζῶν εἰς τοὺς αἰῶναςΔοξάζω τοὺς ἐν πίστει δοξάζοντάς με· Ὁ οὖν ἐν τοῖς πάλαι τὸν Σαμουὴλ ἀνυψώσαςἐδόξασε νῦν τὸν Ἱεράρχην· τὸ τάλαντον γὰρ ὃ ἐπιστεύθηκαλῶς ἐμπορευσάμενοςτῷ Βασιλεῖ προσήγαγε· διὸ καὶ ὑπερύψωσεν αὐτὸν ὁ ὑπερούσιοςΤούτου χάριν αἰτῶ ὁ ἀνάξιος ἐγὼ λόγον δοθῆναί μοιἵνα ἰσχύσω εὐσεβῶς ἀνυμνῆσαι αὐτόνΤῶν περάτων γὰρ ὑπάρχει καθηγητής, ὡς τὰ θεῖα σαφῶν.
 
Δείτε σχετικά:

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ (12 Νοεμβρίου)


Σχετική εικόνα
ΤΟ ΙΕΡΟ ΛΕΙΨΑΝΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΕΛΕΗΜΟΝΟΣ
ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΒΕΝΕΤΙΑ ΣΤΟΝ ΝΑΟ  
San Giovanni Bragora


Εὐλόγησον πάτερ.

«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται», λέγει ὁ Κύριος στὴν «ἐπὶ τοῦ Ὅρους» ὁμιλία. Καὶ τὰ λόγια του αὐτὰ βρίσκουν πλήρη τὴν ἐφαρμογή τους στὸ ὑπεράξιο τέκνο τῆς Κύπρου μας, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς μεγάλης πόλεως Ἀλεξανδρείας.
Φυσικὰ ἡ φιλανθρωπία εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ὅλων των ἁγίων. Γιατὶ ἡ ἀρετὴ αὐτή, ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους εἶναι κι ἡ πιὸ τρανὴ πιστοποίηση τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν μεγάλο μας Πατέρα, τὸν Θεό, ὅπως ξεκάθαρα τονίζει κι ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστής. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὅμως τὴ φιλανθρωπία τὴν ἔκαμε κύριο μέλημα τῆς ζωῆς του, ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας νὰ τοῦ δώσει καὶ τὸ τιμητικὸ προσωνύμιο τοῦ Ἐλεήμονος.
Τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου αὐτοῦ φιλανθρώπου, μιὰ ζωὴ ἀληθινὰ χαριτωμένη καὶ ρωμαλέα, θὰ ἐκθέσουμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν. Εἶναι τόσο διδακτική, μὰ καὶ τόσο ἐνδιαφέρουσα εἰδικὰ γιὰ τὴν ἐποχή μας, ποὺ εἶναι μιὰ ἐποχὴ ἄκρατου ἀτομισμοῦ.

Πρῶτα χρόνια

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Ἄμαθοῦντα τῆς Κύπρου μας τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ., τότε ποὺ τὸ ὄμορφο νησί μας ἀποτελοῦσε μιὰ ἐπαρχία τῆς μεγάλης μας ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας τῆς γνωστῆς μὲ τὸ ὄνομα Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ Ἀμαθοῦς, ἦταν ἡ σημερινὴ Παλαιὰ Λεμεσός. Ἡ τωρινὴ πόλη τῆς Λεμεσοῦ λεγόταν τότε Νεάπολις. Μὲ τὸν καιρὸ ἡ Νεάπολις ἔγινε ἡ κύρια πόλη τῆς περιοχῆς, ἡ γνωστὴ Λεμεσός, ἐνῶ ἡ ἀρχαία Ἀμαθοῦς ἔμεινε στὶς ἡμέρες μας ἕνας ἄμορφος ἀρχαιολογικὸς χῶρος.
Οἱ γονεῖς του Ἐπιφάνιος καὶ Εὐκοσμία εἶχαν μεγάλη κοινωνικὴ θέση κι ἦταν ἄνθρωποι ἐνάρετοι. Ὁ πατέρας του ἦταν ὁ φημισμένος κυβερνήτης τῆς νήσου κι εἶχε μεγάλα διοικητικὰ χαρίσματα. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ λαός του πολὺ τὸν ἐκτιμοῦσε καὶ τὸν ἀγαποῦσε καὶ τὸν σεβόταν. Ἡ μητέρα του πάλι διακρινόταν ὄχι μόνο γιὰ τὰ σωματικά της χαρίσματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ψυχικά. Κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς καὶ σ᾿ ἕνα περιβάλλον πλούσια χριστιανικὸ εἶδε τὸ φῶς τῆς ζωῆς καὶ μεγάλωσε τὸ εὐτυχισμένο παιδί.
Ἀμφότεροι οἱ γονεῖς ποτισμένοι μὲ τὰ νάματα τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ, φρόντισαν μὲ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια ἀπ᾿ τὴν πρώτη στιγμὴ νὰ ἀναθρέψουν τὸν Ἰωάννη τους «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Καὶ τὸ πέτυχαν. Οἱ τόσες φροντίδες τους γι᾿ αὐτὸν εἶχαν καὶ τοὺς ἀνάλογους καρπούς. Ἄλλωστε τὸ «ὃ ἐὰν σπείρει ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει» εἶναι τοῦ Κυρίου μας διαβεβαίωση. Καὶ οἱ καλοὶ γονεῖς ἔσπειραν στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τους μὲ προσοχὴ καὶ προσευχὴ τὰ σπέρματα τῆς εὐσέβειας. Δικαιολογημένα στὸν κατάλληλο καιρὸ καμαρώνουν τοὺς ὄμορφους καρποὺς τῶν κόπων τους. Εὐσεβεῖς κι ἐνάρετοι οἱ γονεῖς. Θαυμαστὸς καὶ τιμημένος ὁ καρπός, τὸ παιδί τους.
Ὁ Ἰωάννης κοντὰ στοὺς γονεῖς του ἀπέκτησε μιὰ μόρφωση ἀληθινὰ ἀξιόλογη. Ἀπὸ τὰ μαθήματά του πιὸ πολὺ ἀγαποῦσε καὶ μελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράμματα. Μέσα στὶς σελίδες τῶν ἱερῶν βιβλίων ἐντρυφοῦσε γιὰ ὧρες κάθε μέρα. Μέσα σ᾿ αὐτὲς βρῆκε τὸν «πολύτιμον μαργαρίτην». Καὶ γιὰ τὸν μαργαρίτη αὐτὸν δὲν δίστασε νὰ θυσιάσει τὰ πάντα, γιὰ νὰ τὸν κάμει κτῆμα του ἀναφαίρετο. Καὶ τὸν ἔκαμε. Ἡ συνέχεια τῆς περιγραφῆς τῆς ζωῆς του θὰ μᾶς τὸ δείξει.

Ἔγγαμος βίος

Ὅταν ὁ Ἰωάννης πέρασε τὸ κατώφλι τῆς ἐφηβικῆς ἡλικίας καὶ μπῆκε στὴ νεανική, οἱ γονεῖς του, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὲς πιέσεις, τὸν ἔπεισαν, παρὰ τὸν βαθύ του πόθο νὰ ἀφιερωθεῖ σὲ ἔργα ὑψηλότερα, ἔργα ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας, νὰ δεχθεῖ καὶ νὰ ἀναλάβει τὸν ζυγὸ τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς. Ἡ ὑποχώρηση τοῦ αὐτὴ δὲν ὑπῆρξε πράξη ἀδυναμίας. Τουναντίον ὑπῆρξε μιὰ πράξη δυνάμεως. Ἦταν μιὰ θυσία τοῦ ἑαυτοῦ του γιὰ τὴ χαρὰ ἐκείνων ποὺ τὸν ἔφεραν στὸν κόσμο. Γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν γονιῶν του.
Ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ τοῦ ἁγίου μας ὑπῆρξε πρότυπος. Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ «ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» εἶχε θρονιαστεῖ στὸ σπίτι τους. Δύο ἀγγελούδια μὲ τὴ σειρά, δῶρα τοῦ Θεοῦ κι αὐτὰ ἦρθαν νὰ αὐξήσουν τὴ χαρὰ στὴν εὐλογημένη οἰκογένεια.
Ἡ ἀνέφελη ὅμως ζωὴ δὲν ἔχει κάτι τὸ μόνιμο στὸν κόσμο αὐτό. Ὁ γαλανὸς οὐρανὸς τῆς οἰκογενειακῆς εὐτυχίας συννέφιασε κάποια μέρα. Πρῶτα ἡ σύζυγος κι ὕστερα τὰ δύο παιδιὰ ἁρπάχτηκαν ἀπὸ τὸ δρεπάνι τοῦ θανάτου κι ἔφυγαν σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα. Στὸ σπίτι ποὺ βασίλευε τὸ γέλιο κι ἡ χαρά, ἔχει στήσει τώρα τὸ σκιάχτρο του ὁ πόνος κι ὁ σπαραγμός. Στὸ κτύπημα αὐτὸ τὸ βαρὺ κι ἀσήκωτο γιὰ πολλούς, ὁ Ἰωάννης ἔδειξε ὅλο τὸ ψυχικό του μεγαλεῖο. Τὰ λόγια τοῦ πολυάθλου Ἰὼβ «ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλετο... εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον» στριφογυρίζουν συνέχεια στὸν νοῦ του. Καὶ παρηγορεῖται. Καὶ δοξολογεῖ τὸν Θεό. Καὶ παίρνει τὴν ἀπόφαση σταθερὰ κι ἡρωικὰ νὰ ἀφιερωθεῖ πιὰ ἀποκλειστικὰ στὴ διακονία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀδελφῶν του Χριστοῦ. Κι ἡ ἀπόφαση ἔγινε ἔργο.

Ἀφιέρωση στὸν Θεό

Ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του στὴ σύντροφό του καὶ τὰ σαρκικά του παιδιὰ διοχετεύονται τώρα πλούσια στὴ μεγάλη «οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ», τὴν Ἐκκλησία. Οἱ πονεμένοι καὶ οἱ βασανισμένοι, οἱ χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά, οἱ φτωχοὶ καὶ ἀπόκληροι τῆς ζωῆς γίνονται πιὰ οἱ προστατευόμενοι τοῦ μεγάλου φιλάνθρωπου. Ἡ φήμη του διαδίδεται παντοῦ. Τὸ παράδειγμά του φωτίζει τὶς καρδιές. Κι ἡ ἀγάπη του, ἡ ἀνιδιοτελὴς καὶ πλούσια ἀγάπη του, διδάσκει καὶ συγκινεῖ μικροὺς καὶ μεγάλους. Οἱ χριστιανοὶ καμαρώνουν. Κι οἱ εἰδωλολάτρες θαυμάζουν καὶ ζητοῦν νὰ τὸν γνωρίσουν καὶ νὰ τὸν ἀκούσουν.
Ὁ λύχνος ὅμως πρέπει νὰ τεθεῖ καὶ στὸν ἀνάλογο λυχνοστάτη. Εἶναι ἀνάγκη ν᾿ ἁπλώσει καὶ νὰ σκορπίσει τὸ φῶς του πλατύτερα. Κι ἡ εὐκαιρία δόθηκε.
Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ὁ πατριαρχικὸς θρόνος τῆς Ἀλεξανδρείας εἶχε χηρέψει. Πρόκριτοι καὶ λαὸς μὲ μιὰ φωνὴ καλοῦν στὴν ἱστορικὴ θέση τὸν Ἰωάννη. Ὁ πατρίκιος Νικήτας, ἔπαρχος τῆς Αἰγύπτου καὶ ἐξάδελφος τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου, μεταφέρει σ᾿ αὐτὸν τὴ λαϊκὴ παράκληση. Ὁ αὐτοκράτορας συγκατατίθεται, ἀλλὰ καὶ κατατοπίζεται, πὼς γιὰ νὰ πεισθεῖ ὁ Ἰωάννης νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν προσφερόμενη θέση, πρέπει νὰ ἀντιληφθεῖ, πὼς ὁ βασιλιὰς στὴν περίπτωση αὐτὴ ἑρμηνεύει τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα. Οἱ μικροὶ μόνο, βλέπετε, ἐπιδιώκουν καὶ κυνηγοῦν τὰ ἀξιώματα. Οἱ μεγάλοι, καὶ ὅταν τοὺς προσφέρονται, τὰ ἀφήνουν καὶ φεύγουν. Αὐτὸ ἴσχυσε καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Ἰωάννου. Ὁ αὐτοκράτορας ὅμως εἶναι κατατοπισμένος κι ἀποφασισμένος «καὶ ἄκοντα πρὸς τὸν θρόνον ἀναγαγεῖν τὸν Ἰωάννην». Καὶ τὸ ἔκαμε.
Κάλεσε τὸν Ἰωάννη καὶ τοῦ ἀνήγγειλε τὴν ἐπιθυμία του. Κι ἀκόμη τὸν πιέζει ν᾿ ἀποδεχθεῖ τὸ ὑψηλὸ ἀξίωμα κι ὑπούργημα. Ὁ Ἰωάννης ἀντιστέκεται. Τὸ ἱερὸ ἔργο μὲ τὶς τόσες εὐθύνες τὸν συνέχει. Προβάλλει διάφορες ἀντιρρήσεις γιὰ νὰ ξεφύγει. Τελικὰ ὅμως ὑποχωρεῖ. Κι ὑποχωρεῖ γιατὶ αἰσθάνεται, πὼς ἡ ἀπαίτηση τοῦ βασιλιὰ κι ἡ θέληση τοῦ λαοῦ δὲν εἶναι κάτι τὸ ἀνθρώπινο. Τὰ βλέπει σὰν ἕνα μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ πρὸς αὐτόν. Κλίνει τὸν αὐχένα μὲ ταπείνωση καὶ παραδίδεται ἄνευ ὅρων στὴν τιμητικὴ κλήση ποὺ τοῦ γίνεται· στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ. Ὑποτάσσεται στὸ μήνυμα τοῦ Οὐρανοῦ κι ἀναδεικνύεται γιὰ τὴν πόλη τοῦ Ἀλεξάνδρου, μὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν Αἴγυπτο ἕνας ἄλλος Νεῖλος· ἕνας Νεῖλος πνευματικός. Ἕνας Νεῖλος ποὺ ξεχύνει τὸ ρεῦμα τῆς ἀγάπης του πλούσια παντοῦ, γιὰ νὰ ποτίσει καὶ νὰ δροσίσει τὶς φλογισμένες ἀπὸ τὴ φτώχεια καρδιές. Κάτι περισσότερο. Ὁ ποταμὸς ὁ Νεῖλος ἀρδεύει μόνο τὴ γῆ τῆς Αἰγύπτου. Ὁ πατριάρχης Ἰωάννης ξεχύνει ἄφθονα τὰ ἐλέη τῆς φιλανθρωπίας του καὶ πέραν τῆς χώρας τῆς Αἰγύπτου. Γίνεται ποταμὸς ποὺ μεταδίδει τὴν ἀγάπη σὲ κάθε ὕπαρξη, ὅπου κι ἂν βρίσκεται.

Φιλανθρωπικὸ ἔργο

Τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τοῦ ἁγίου ἱεράρχου μπορεῖ νὰ γεμίσει πολλὲς-πολλὲς σελίδες. Δὲν ὑπάρχει πτυχὴ ἀνέχειας καὶ δυστυχίας ποὺ νὰ μὴν ἀντιμετωπίστηκε μὲ ἀνιδιοτελῆ καὶ φλογερὴ ἀγάπη. Μόλις ἀνέβηκε στὸν θρόνο, ἡ πρώτη του πράξη ἦταν νὰ συγκαλέσει σὲ σύσκεψη τοὺς οἰκονόμους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοὺς ἄλλους κληρικοὺς κι ἀφοῦ τοὺς μίλησε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ποὺ ἕνας στοργικὸς πατέρας μιλᾶ στὰ παιδιά του, τοὺς ζήτησε. Τί νομίζετε; Νὰ γυρίσουν ὅλη τὴν πόλη καὶ νὰ καταγράψουν μὲ τὸ ὄνομά τους «ὅλους τους κυρίους καὶ δεσπότας του». Κύριοι καὶ δεσπόται τοῦ Πατριάρχου ποιοὶ νομίζετε πῶς ἦταν; Τὴν ἐξήγηση δίνει ὁ ἴδιος.
- Ἐκείνους, ποὺ σεῖς ἔχετε τὴ συνήθεια νὰ τοὺς ὀνομάζετε φτωχοὺς καὶ ζητιάνους, αὐτοὶ γιὰ μένα εἶναι «οἱ κύριοι καὶ δεσπόται» μου. Γιατὶ αὐτοὶ εἶναι ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν-νὰ κληρονομήσουμε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἔτσι ὁ πονόψυχος ἱεράρχης ξεκινᾶ γιὰ τὸ μεγάλο ἔργο του. Μὲ τὴ βοήθεια τῶν ἀφοσιωμένων συνεργατῶν τοῦ κληρικῶν καὶ λαϊκῶν μελετῶνται προσεκτικά τα διάφορα προβλήματα. Ὕστερα προγραμματίζεται ἡ ἐργασία. Ἀνοίγουν οἱ καρδιές. Ἀνοίγουν τὰ χέρια. Ἀνοίγουν τὰ ταμεῖα. Τὰ σχέδια ὑλοποιοῦνται. Καὶ σὲ λίγο καιρὸ ἡ Ἀλεξάνδρεια γίνεται ἀγνώριστη. Νοσοκομεῖα, πτωχοκομεῖα, ξενῶνες γιὰ τοὺς περαστικούς, μαιευτήρια γιὰ τὶς ἄπορες μητέρες, ὀρφανοτροφεῖα γιὰ τὰ ὀρφανὰ κι ἀπροστάτευτα παιδιά, συσσίτια γιὰ τοὺς φτωχοὺς κι ἕνα σωρὸ ἀλλὰ ἔργα ἀγάπης προβάλλονται παντοῦ... Ἡ φιλανθρωπία ὀργανώνεται ὑποδειγματικά. Οἱ βοηθοὶ τοῦ Πατριάρχου δὲν εἶναι ὑπάλληλοι ποὺ πᾶνε νὰ μοιράσουν «βοηθήματα» γιὰ νὰ ξεφορτωθοῦν κάποιους ὀχληροὺς ἐπισκέπτες. Μὲ τὴ φωτισμένη καὶ ἐμπνευσμένη καθοδήγηση τοῦ εἶναι ἕνας στρατός, ἕνας εἰρηνικὸς στρατὸς - στρατὸς ἀγάπης - ποὺ αὐθόρμητα κι ἐθελοντικὰ δίνει κάθε μέρα τὴ μάχη ἐνάντια στὸν πόνο καὶ τὴ δυστυχία. Καὶ τοῦ στρατοῦ αὐτοῦ κινητήριος μοχλός, πρωτοστάτης καὶ καθοδηγητὴς ὁ ποιμὴν ὁ καλός. Ὁ ποιμὴν ποὺ ξέρει νὰ θυσιάζει καθημερινὰ καὶ χρῆμα καὶ κόπο κι ἀνάπαυση γιὰ τὸ ποίμνιό του, τοὺς χριστιανούς του. Ὁ ποιμὴν ποὺ τίποτα ἄλλο δὲν βλέπει μπροστά του παρὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε». Γι᾿ αὐτὸ καὶ περίπατός του, ξεκούρασμά του, ψυχαγωγία τοῦ εἶναι οἱ ἐπισκέψεις του στὰ πονεμένα παιδιά του κι ἡ παρουσία του ἐκεῖ ποὺ «ἐφιλοσοφεῖτο ὁ πόνος» κι ἡ ἀγάπη του εἶχε στήσει τρανὸ τὸ βασίλειό της.

Καινούργιοι ναοί. Ὀργάνωση τοῦ κηρύγματος

Οἱ φροντίδες τοῦ καλοῦ καὶ φλογεροῦ ποιμένος δὲν περιορίστηκαν μόνο στὴν ἀνακούφιση τῆς φτώχειας καὶ τῆς δυστυχίας. Πιὸ ἐπικίνδυνος ἐχθρὸς ἀπὸ τὴν ἀνέχεια γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι «ὁ λιμὸς τοῦ ἀκοῦσαι λόγον Κυρίου» μὲ ὅλα τα ἐπακόλουθά του. Γιὰ τὴ θεραπεία κι αὐτῆς τῆς ἀνάγκης μεριμνᾶ ὁ στοργικὸς πατέρας. Κτίζει ναούς. Ὅταν ἀνέλαβε στὰ χέρια τὸ πηδάλιο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀλεξανδρέων ὑπῆρχαν μόνον ἑπτὰ ναοί. Σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα ὁ φλογερὸς ἱεράρχης τοὺς δεκαπλασίασε. Ἑβδομήντα ὀρθόδοξοι ναοὶ ἔχουν ὑψωθεῖ σὲ διάφορα μέρη τῆς ξακουστῆς πόλεως, ἀληθινὰ στολίδια καὶ λιμάνια παρηγοριᾶς καὶ σωτηρίας ψυχῶν. Οἱ ναοὶ ἐπανδρώνονται ἀνάλογα. Εὐλαβεῖς κι ἀφοσιωμένοι ἱερεῖς ἀναλαμβάνουν τὴ διδασκαλία καὶ καθοδήγηση τῶν πιστῶν. Ἡ διαφώτιση προσφέρεται μὲ ζῆλο. Τὰ ζιζάνια τοῦ κακοῦ, τῶν αἱρέσεων καὶ τῆς ἁμαρτίας ξερριζώνονται τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο. Ἡ ἀδικία τῶν δυνατῶν της ἡμέρας καταπολεμεῖται. Τὰ πάντα διατίθενται μὲ σύστημα καὶ προσοχὴ γιὰ τὴ δημιουργία μιᾶς καινούργιας κοινωνίας. Μιᾶς κοινωνίας στὴν ὁποία νὰ βασιλεύει τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ τὴ δημιουργία αὐτῆς τῆς κοινωνίας ὁ φλογερὸς Πατριάρχης προσφέρει τὰ πάντα. «Ὅλα γιὰ τοὺς ἄλλους». Νὰ τὸ σύνθημα τῆς ζωῆς του. Γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν ξέρει νὰ κρατήσει, παρὰ ὅ,τι τοῦ ἦταν ἀπαραίτητο γιὰ μιὰ ζωὴ πολὺ ἁπλὴ καὶ φτωχική. Ἀσκητικὸ τὸ κελί του. Φτωχικὸ τὸ φαγητό του. Πρόχειρο τὸ στρῶμα του. Κοινὰ τὰ σκεπάσματά του. Τριμμένο τὸ ράσο του. Ὅ,τι καλὸ καὶ φανταχτερὸ τὸ μοιράζει στοὺς ἄλλους.

Χαριτωμένη διήγηση

Κάποτε ἕνας πλούσιος ποὺ τὸν εἶχε ἐπισκεφθεῖ κι εἶδε τὴ φτώχεια ποὺ ἐπικρατοῦσε στὸ κελὶ τοῦ φιλανθρώπου Ἐπισκόπου, ἔσπευσε νὰ ἀγοράσει πολύτιμο πάπλωμα καὶ τοῦ τὸ πῆγε μὲ τὴν παράκληση νὰ τὸ κρατήσει καὶ νὰ προσεύχεται γι᾿ αὐτὸν κάθε φορὰ ποὺ θὰ τὸ χρησιμοποιοῦσε. Ἡ λεπτὴ ψυχὴ τοῦ Πατριάρχου συγκινήθηκε ἀπὸ τὴν εὐγενικὴ καὶ πλούσια προσφορά. Νὰ τὸ στείλει πίσω, δὲν τὸ θέλει. Ἡ καλοκάγαθη ψυχή του δὲν δέχεται νὰ λυπήσει τὸν πονετικὸ ἐκεῖνο ἄνθρωπο. Τὸ κρατᾶ. Τὸ βράδυ δοκιμάζει νὰ τὸ χρησιμοποιήσει. Ξάπλωσε καὶ τό ῾ριξε ἐπάνω του. Ἡ ζεστασιὰ ποὺ τοῦ προσφέρει δὲν τὸν ἀφήνει νὰ κλείσει μάτι. Ἡ σκέψη του στρέφεται συνέχεια στοὺς φτωχούς του. Μπροστά του παρελαύνουν ὅλες οἱ πονεμένες μορφές. Ἄγρυπνος σχεδὸν ὅλη τὴ νύχτα στριφογυρίζει στὸ κρεβάτι του. Τὸ πρωὶ χωρὶς νὰ χάσει καιρό, παίρνει τὸ πάπλωμα καὶ τὸ ἀποστέλλει στὴν ἀγορὰ γιὰ νὰ πουληθεῖ. Κατὰ μιὰ ἀγαθὴ σύμπτωση, ἀπὸ τὸ κατάστημα ποὺ ἦταν ἐκτεθειμένο τὸ πάπλωμα γιὰ πώληση, πέρασε ὁ καλὸς δωρητής. Τὸ εἶδε καὶ τὸ ἀναγνώρισε. Ἀντελήφθηκε τὸν σκοπὸ τοῦ πονόψυχου πνευματικοῦ πατέρα. Ἀγοράζει καὶ πάλι τὸ σκέπασμα καὶ τὸ ξαναστέλνει στὸν ἅγιο. Κι αὐτὸς πρόθυμα τὸ δέχεται τούτη τὴ φορά. Ὄχι γιὰ νὰ τὸ κρατήσει καὶ τὸ χρησιμοποιήσει. Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ πουλήσει καὶ τὰ χρήματα νὰ τὰ διαθέσει γιὰ τοὺς φτωχούς του.
Τὴν ἄλλη μέρα τὸ πολύτιμο πάπλωμα στάλθηκε καὶ πάλι στὴν ἀγορά. Ὃ πλούσιος δωρητὴς τὸ βλέπει, τὸ ἀγοράζει καὶ τὸ ξαναστέλνει γιὰ τρίτη φορὰ στὸν Πατριάρχη μὲ τὴν βαθιὰ παράκληση νὰ τὸ κρατήσει γιὰ νὰ μὴν κρυώνει τὴ νύχτα. Κι ὁ καλοκάγαθος ἱεράρχης τότε τοῦ ἁπαντᾷ μὲ τὴ γνωστὴ χαριτωμένη διάθεσή του:
- Γιὰ νὰ δοῦμε, ἀδελφέ μου, ποιὸς ἀπ᾿ τοὺς δύο μας θὰ κουρασθεῖ καὶ θὰ παραιτηθεῖ πρῶτος. Σὺ νὰ τ᾿ ἀγοράζεις καὶ νὰ μοῦ τὸ στέλνεις ἢ ἐγὼ νὰ τὸ παίρνω καὶ νὰ τὸ πουλῶ!

Ἐπαρκὴς σὲ περιστάσεις

Τὸ ψυχικὸ μεγαλεῖο του ἁγίου μας τὸ βλέπουμε σ᾿ ὅλα τα κατορθώματα τῆς ἡρωικῆς ἀγάπης του. Μὰ ἡ περίπτωση τῆς ἁλώσεως τῆς πόλεως τῶν Ἱεροσολύμων ἀπὸ τοὺς Πέρσες προβάλλει κατὰ ἕνα μοναδικὸ τρόπο τὸν πλοῦτο τῆς καλωσύνης τῆς ὑπέροχης ψυχῆς του, καὶ τὴν ἀπίστευτη ἱκανότητά του νὰ ἀντιμετωπίζει καὶ νὰ λύει κατὰ τὸν πιὸ φυσικὸ τρόπο καὶ τὰ δυσκολοτέρα φιλανθρωπικὰ προβλήματα καὶ ἔργα.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 7ου αἰώνα (614 μ.Χ.) ὁ βασιλιὰς τῶν Περσῶν Χοσρόης μὲ πολὺ στρατὸ πέρασε τὸν Εὐφράτη, κατέλαβε πόλεις καὶ χωριὰ καὶ ἔφτασε μπροστὰ στὴν Ἁγία Πόλη. Ἀπὸ ὅπου περνοῦσαν τὰ στρατεύματά του σκορποῦσαν παντοῦ τὴν ἐρήμωση καὶ τὴν καταστροφή. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἡ μανία τοὺς ξέσπασε ἀσυγκράτητη ἦταν στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἡ πόλη τοῦ Θεοῦ παραδόθηκε χωρὶς ἔλεος στὴ φωτιὰ καὶ τὸ μαχαίρι. Ἡ ἑβραϊκὴ κακία κι ἀναλγησία συμπλήρωσε τὸ ἔργο τοῦ ἐξολοθρευμοῦ. Χιλιάδες πιστοὶ φονεύθηκαν. Σαράντα τέσσερις μοναχοὶ τῆς ἱστορικῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Σάββα, «οἱ ἁγιοσαββίτες» σφάχτηκαν σὰν ἀρνιά. Ὁ τάφος τοῦ Κυρίου κι ὁ περιπυστος ναὸς τῆς Ἀναστάσεως λεηλατήθηκαν καὶ παραδόθηκαν στὴ φωτιά. Τὰ ἱερὰ σκεύη μαζὶ μὲ τὸν Τίμιο Σταυρὸ ἁρπάχτηκαν ἀπὸ τὰ βέβηλα χέρια. Κι ὁ πατριάρχης Ζαχαρίας αἰχμάλωτος σέρνεται στὴν ἐξορία.
Τὰ ἀπομεινάρια τῆς θλιβερῆς καταστροφῆς μὲ τὸν τρόμο ζωγραφισμένο στὸ πρόσωπό τους παίρνουν τὸν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς μὲ σύντροφο τὸ δάκρυ καὶ τὸ κλάμα. Ποιὸς θὰ φροντίσει γι᾿ αὐτούς; Ποιὸς θὰ ἀναλάβει τὴν περίθαλψη καὶ τὴν φιλοξενία τους;
Ὁ ἐλεήμων Πατριάρχης. Ὁ στοργικὸς πατέρας. Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ πνίγει τὸν ἀσήκωτο πόνο καὶ ρίχνεται μ᾿ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς του στὸ ἔργο. Ὀργανώνει συνεργεῖα καὶ κατὰ ἕνα τρόπο ἐκπληκτικὸ δέχεται τοὺς πρόσφυγες, τοὺς παρηγορεῖ, τοὺς ἐνισχύει, τοὺς τακτοποιεῖ. Κοντά του οἱ ναυαγοὶ αὐτοὶ τῆς ζωῆς βρῆκαν περίθαλψη, ἀγάπη, λιμάνι στοργῆς.
Ὁ ἱστορικὸς καὶ ἀκαδημαϊκὸς Κ. Ἄμαντος γιὰ τὴ δραστηριότητα αὐτὴ τοῦ Ἁγίου μᾶς τονίζει; «Περιέθαλψε τοὺς πρόσφυγας κατὰ τρόπον μοναδικόν, ἄγνωστον μέχρι τότε εἰς τὴν ἱστορίαν».

Τελευταῖα χρόνια


Θαυμαστὴ ὑπῆρξε ὁλόκληρη ἡ ζωὴ τοῦ ἀγωνιστοῦ Πατριάρχη. Ὑπάκουος στὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου ἀπαρνήθηκε τὰ πάντα στὸν κόσμο αὐτό, γιὰ νὰ Τὸν ὑπηρετήσει. Ὅσο καιρὸ ζοῦσε στὴ γῆ, ἡ ματιά του ἦταν προσηλωμένη στὸν οὐρανὸ καὶ γι᾿ αὐτὸν κτυποῦσε συνέχεια ἡ καρδιά του. Κίνητρό του σὲ ὅλα εἶχε τὴ βαθιὰ ἀγάπη του στὸν Θεὸ καὶ τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν ἀγάπη ἄρχισε τὴν ἀρχιερατεία του. Μὲ τὴν ἀγάπη τὴ φλογερὴ καὶ ἁγία συμπληρώνει τὴ ζωή του καὶ παραδίδει τὴν ψυχή του στὸν Θεὸ στὸν τόπο ποὺ γεννήθηκε κι εἶδε τὸ φῶς γιὰ πρώτη φορά, στὴν Ἀμαθοῦντα τῆς Κύπρου.
Ὕστερα ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις τοῦ πατρικίου Νικήτα, ἐξάδελφου τοῦ αὐτοκράτορος, ὁ ἅγιός μας δέχτηκε νὰ τὸν συνοδεύσει ὡς τὴν Πόλη, γιὰ νὰ προσφέρει τὶς εὐλογίες του στὸν αὐτοκράτορα ποὺ πολὺ τὶς ζητοῦσε. Μὲ δάκρυα ἀποχαιρέτησε τ᾿ ἀγαπημένα παιδιά του, μπῆκε στὸ πλοῖο καὶ ξεκίνησε. Ὅταν ἔφτασαν στὴ Ρόδο, ἕνα ὅραμα τὸν καλεῖ στὴν Κύπρο. «Ἔλα, μὴν ἀργεῖς, τοῦ εἶπε, ἕνας μεγαλόπρεπος καὶ φωτεινὸς ἄνδρας. Ἔλα! Ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλέων σὲ προσκαλεῖ».
Ὁ ἅγιος ἀντιλήφθηκε. Δὲν ἦταν ἀνάγκη νὰ πολυβασανίσει τὸ μυαλό του. Τὸν καλοῦσε ὁ Κύριος. Φώναξε τὸν ἄρχοντα καὶ τοῦ φανέρωσε τὸ ὅραμα:
- «Ἄρχοντά μου, τοῦ εἶπε. Σὺ θέλησες τὴν ἀναξιότητά μου νὰ παρουσιάσεις στὸν βασιλιὰ τῆς γῆς. Ὁ Βασιλιὰς τοῦ Οὐρανοῦ ὅμως δὲν τὸ θέλει. Μὲ προσκαλεῖ κοντά του».
Μὲ βαθιὰ συγκίνηση ὁ ἄρχοντας ἀποχαιρέτησε τὸν πνευματικό του πατέρα. Μὲ τιμὲς τὸν προπέμπει στὴν Κύπρο. Ἔξω ἀπὸ τὴ σημερινὴ Λεμεσὸ ἔγραψε τὴ διαθήκη του. Τὸ κείμενό της εἶναι σύντομο, μὰ πολὺ περιεκτικό. Σ᾿ αὐτὴν μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρει:
- «Σ᾿ εὐχαριστῶ, Κύριε καὶ Θεέ μου, γιατὶ μὲ ἀξίωσες, τὰ δῶρα ποὺ Σὺ μοῦ ἔδωσες, νὰ σοῦ τὰ προσφέρω πίσω. Σ᾿ εὐχαριστῶ, ἀκόμη ποὺ ἄκουσες τὴν προσευχή μου καὶ στὴν κατοχή μου τώρα ποὺ πεθαίνω δὲν ἔμεινε παρὰ «ἓν τρίτον νομίσματος», τὸ ὁποῖον προστάζω νὰ δοθεῖ στοὺς φτωχοὺς ἀδελφούς μου. Ὅταν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἔγινα ἐπίσκοπος τῆς Ἀλεξανδρείας, βρῆκα στὰ ταμεῖα τῆς ἐπισκοπῆς μου ὀκτὼ χιλιάδες περίπου λίτρες χρυσοῦ. Μὲ τὶς γενναιόδωρες προσφορὲς φιλοχρίστων ἀνθρώπων, κατόρθωσα νὰ συγκεντρώσω ἀμύθητα ποσά. Τὰ ποσὰ αὐτά, ἐπειδὴ ἤξερα, πὼς εἶναι δῶρα τοῦ βασιλέα τῶν ὅλων Χριστοῦ, τὰ ἐπέστρεψα μὲ ἐπιμέλεια καὶ προσοχὴ στὸν Θεό, στὸν ὁποῖο καὶ ἀνήκουν. Σ᾿ Αὐτὸν παραδίδω τώρα καὶ τὴν ψυχή μου».
Ὑπέροχα λόγια ἀληθινοῦ ἁγίου. Σὲ λίγο ἔκλεισε τὰ μάτια κι ἔφυγε γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ἀμαθοῦντος κήδεψαν τὸ ἅγιο λείψανο μὲ δάκρυα καὶ τιμὲς στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Τύχωνος.
Νά τί πέτυχε μιὰ ἁγνὴ χριστιανικὴ καρδιά. Τὰ χρόνια θὰ ἐναλλάσσονται, μὰ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος θὰ μείνει πάντα ὁλοζώντανο καὶ φωτεινό, γιὰ νὰ διαλαλεῖ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τί μπορεῖ νὰ πετύχει στὴ ζωὴ ἕνας καὶ μόνον ἄνθρωπος, ὅταν αὐτὸς εἶναι γνήσιος χριστιανὸς «θείω ζήλῳ πεπυρωμένος».
Στὴν ἐποχὴ αὐτὴ τοῦ ὑλισμοῦ καὶ ἀτομισμοῦ θερμὴ ἂς ἀναβαίνει καθημερινὰ ἀπὸ κάθε χριστιανικὴ καρδιὰ ἡ προσευχή: Τὸ παράδειγμα τοῦ φλογεροῦ ἐπισκόπου νὰ βρεῖ καὶ σήμερα μιμητές. Πολλοὺς τῆς ἐλεημοσύνης ἐργάτες καὶ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος γνήσιους μιμητές.



Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.

Ἐν τῇ ὑπομονῇ σου ἐκτήσω τὸν μισθόν σου Πάτερ, Ὅσιε, ταῖς προσευχαῖς ἀδιαλείπτως ἐγκαρτερήσας, τοὺς πτωχοὺς ἀγαπήσας, καὶ τούτοις ἐπαρκέσας· Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Ἰωάννη Ἐλεῆμον μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Τὸν πλοῦτον τὸν σόν, ἐσκόρπισας τοῖς πένησι, καὶ τῶν οὐρανῶν, τὸν πλοῦτον νῦν ἀπείληφας, Ἰωάννη πάνσοφε· διὰ τοῦτο πάντες σε γεραίρομεν, ἐκτελοῦντες τήν μνήμην σου, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.

Ἐλεήμονα γνώμην ἀναλαβών, εὐσυμπάθητος ὤφθης προσεπαρκῶν, πτωχοῖς ἐνδεέσι τε, Ἰωάννη θεόπνευστε, διὰ τοῦτο κλῆσιν, τῇ πράξει κατάλληλον, παρὰ πάντας μάκαρ, Ἁγίους ἐπλούτησας· ὅθεν ὁ δοτὴρ σε, τοῦ ἐλέους μεγάλως, θεόφρον ἠλέησε, καὶ φαιδρῶς κατελάμπρυνεν, Ἱεράρχα πανόλβιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος

Ἴδιον κάλλος ἐνθεὶς τῇ ψυχῇ σου, τὴν γνησίαν ἀγάπην, καὶ τὴν ὡραίαν συμπάθειαν, κόρην ὡραίως κεκοσμημένην, τὴν ἐλεημοσύνην, κλάδοις ἐλαίας ἐν τῇ νυκτὶ ἀψευδῶς, Ἰωάννη ἑώρακας, ἱλαρῶς σοι φθεγγομένην. Ἐὰν κτήσῃ με φίλην καὶ σύνοικον, ἄξω σε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, καὶ πεισθείς, τοῦ σκοποῦ οὐ διήμαρτες, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.

Μεγαλυνάριον

Ἐλεημοσύνης ὁ ποταμός, ὁ τῆς εὐσπλαγχνίας, διανέμων ἐπιρροάς, καὶ καταπιαίνων, ἀπόρων τὰς καρδίας, ὁ μέγας Ἰωάννης, ὑμνολογείσθω μοι.