† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

 


H Αγία μας Εκκλησία έχει ορίσει μία Κυριακή πριν την Πεντηκοστή να εορτάζουμε την μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Ο σημερινός εορτασμός θεσπίστηκε

1) Για να τονιστεί η θεότητα του προσώπου του Χριστού και η μεγάλη σημασία αυτής της αλήθειας για ολόκληρη την Εκκλησία...

2)
 Για να επιτευχθεί η εορτολογική ενότητα της Εκκλησίας μέ βάση τό Ιουλιανό ημερολόγιο (παλαιό) και να θεσπισθεί το αιώνιον Πασχάλιον... το οποίον θά ισχύει γιά πάντα...
Α)
 Δογματική διδασκαλία των Αγίων Πατέρων.
Β)
 Η Συμβολή των Πατέρων και των Συνόδων στην διαφύλαξη της Αλήθειας ανά τους αιώνες.... 

Λίγες μόλις δεκαετίες μετά το γεγονός της Ενανθρωπήσεως του Χριστού και το πάθος Του, εμφανίστηκαν οι πρώτες παραχαράξεις της πίστεως και αργότερα οι μεγάλες Χριστολογικές αιρέσεις στην Εκκλησία , σχετικά με το πρόσωπο και την υποστατική ένωση των δύο φύσεων του Κυρίου (την Θεία και την ανθρώπινη). Ερωτήματα όπως: Ποιός τελικά είναι ο Χριστός; Ποιά η σχέση του με τον Θεό; Πώς κατανοείται η σχέση και η ένωση κτιστού και ακτίστου από τον Ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού; Πώς μπορεί να είναι Θεάνθρωπος και η μητέρα αυτού Θεοτόκος; Σε αυτά λοιπόν τα ερωτήματα που κλήθηκαν να απαντήσουν και να δογματίσουν οι Άγιοι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ως φύλακες της παραδόσεως και της αλήθειας.  Τα ερωτήματα αυτά που  ετέθησαν αφορούσαν όχι μόνο τη Θεότητα του Θεού και Λόγου αλλά και την Ενανθρώπησή του.

Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Πρεσβύτερο Άρειο και τον Αρειανισμό, και τα τρία εκκλησιαστικά σχίσματα το Νοβοτιανό, του Παύλου Σαμοσατέα και το Μελιτιανό τα οποία ταλάνιζαν για χρόνια την εσωτερική ειρήνη της Εκκλησίας. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Υιό και Λόγο , ως ομοούσιο τω Θεώ Πατρί. Συνέταξε δε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως και εξέδωσε είκοσι Ιερούς Κανόνες.

Τη Σύνοδο αποτέλεσαν 318 Άγιοι Πατέρες. Συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνο στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ,  κατά το 20ο έτος της Βασιλείας του και είχε διάρκεια 3,5 έτη. Διακριθείσες μορφές της Συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος Κωνσταντινουπόλεως , ο Αλέξανδρος Αλεξανδρείας , Ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Άγιος Σπυρίδων , ο Άγιος Νικόλαος κ.α.

Αγαπητοί μου, Οι στρατιώτες έβαλαν κλήρο για τον Χιτώνα του Κυρίου ενώ ο Άρειος τον έσχισε βάζοντας σε σωτηριολογικό κίνδυνο το πλήρωμα της Εκκλησίας «Ποιος σου έσχισε το χιτώνα Σώτερ; Άρειος συ είπας» απεκήρυξαν οι Άγιοι Πατέρες. Και Πράγματι ο ασεβής Άρειος με την κακόδοξο διδασκαλία του έσχισε τον χιτώνα του Σωτήρος Χριστού, αφού η διδασκαλία του μετέβαλε το σωτηριολογικό θεμελίωμα του Ευαγγελίου της Μίας Αγίας και Καθολικής Εκκλησίας, σε ένα άγονο φιλοσοφικό σύστημα. Δίδαξε, λοιπόν ότι ο Υιός και Λόγος (το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος) δεν είναι κατά φύση και κατ’ ουσία αληθινός Θεός. Δημιουργήθηκε από τον Θεό – Πατέρα κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή «εν χρόνω», οπότε υπήρχε και στιγμή που δεν ήταν. Οπότε δεν ήταν αγέννητος αλλά ένα απλό κτίσμα του Θεού.

Ο Άρειος επηρεάστηκε σταθερά από τον Ιουδαϊκό μονοθεϊσμό, τη φιλοσοφική αντίληψη περί απόλυτης υπερβατικότητας και περί ακινήτου του Θεού, από τις κοσμολογικές αντιλήψεις και προπαντός από την διδασκαλία του Φίλωνα περί του κτιστού Λόγου , δια του οποίου ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Ο Άρειος με την διδασκαλία του αρνείτο ουσιαστικά τη Θεότητα του Χριστού, άρα και την σωτηρία του ανθρώπου.


Δογματική διδασκαλία των Αγίων Πατέρων 


Οι Άγιοι Πατέρες της Συνόδου υπερασπίστηκαν την ορθή πίστη ,όπως προκύπτει από τα Ευαγγέλια ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός είναι ο σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού που έπαθε και Αναστήθηκε για την σωτηρία του κόσμου. Εμείς αδελφοί μου, διδαχθήκαμε από τον ίδιο τον Χριστό να επικαλούμαστε και να φωνάζουμε τον Θεό Πατέρα μας «Πάτερ ημών», λέμε. Όπως και το απαγγείλαμε πρίν από λίγο όλοι μαζί πριν το σημείο του μελισμού στην Θεία Λειτουργία. Ο Χριστός όμως δεν είπε «Πάτερ ημών», αλλά «Πάτερ» σκέτο. Και αυτό διότι άλλη είναι η σχέση η δική μας προς τον Θεόν και άλλη η δική Του.

Για αυτό στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε με έμφαση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι «φώς εκ φωτός, θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού», ότι δεν είναι κτίσμα  και ότι υπήρχε πάντα μαζί με τον Πατέρα. Η σχέση όμως του Χριστού προς τον Θεό Πατέρα, είναι και σχέση ενότητος. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού , ο μοναδικός κατά φύσιν του Θεού Πατρός, ομοούσιος προς Αυτόν και τέλειος Θεός. Είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Ό,τι ο Πατήρ είναι και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα το θέσπισαν και δογμάτισαν οι 318 Άγιοι Πατέρες της ‘Α Οικουμενικής Συνόδου που γιορτάζουμε σήμερα. Δηλαδή ότι ο Χριστός είναι και τέλειος Θεός. Όχι ομοιούσιος προς τον Πατέρα όπως ισχυριζόταν ο Άρειος και εξακολουθούν πολλοί ακόμα να τον θεωρούν έτσι, αλλά ομοούσιος προς Αυτόν. Έχει την καθαυτή ουσία και την ίδια φύσι με τον Πατέρα. Έγινε όμως και άνθρωπος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, χωρίς να πάψει να είναι ποτέ και τέλειος Θεός, ο Θεάνθρωπος Κύριος, και αυτό πραγματοποιήθηκε για τη Σωτηρία μας.

Αυτή ακριβώς η αδιαίρετη και προαιώνια ενότητα του Ιησού Χριστού προς τον Θεό Πατέρα, διατυπώνεται πολλές φορές μέσα στην Καινή Διαθήκη. Όπως για παράδειγμα  στα λόγια «εγώ και ο Πατήρ εν εσμεν». «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος», «ο εωρακως εμε εωρακε και τον Πατέρα», «τα εμα παντα σα εστι και τα σα εμα» και πολλά άλλα.

Και τώρα τίθεται το ερώτημα αγαπητοί μου. Ποιος ήταν ο Χριστός πριν έρθει στον κόσμο και πάρει σάρκα και οστά μέσα από τα σπλάχνα της Μαρίας της Παρθένου; Την απάντηση τη δίνει ο ίδιος ο Κύριος στη συνέχεια της Αρχιερατικής Του προσευχής που ακούσαμε στο Ευαγγέλιο, που απαντά στον Άρειο όσον αφορά το ότι υπήρχε στιγμή που δεν ήταν :  «και νυν δοξασον με συ Πατερ, παρα, σε αυτω τη δοξη, ή ειχον, προτου τον κόσμο είναι παρα σοι». Δηλαδή ο Χριστός είναι θεϊκή δόξα στον Ουρανό μαζί με τον Πατέρα, ως ομοούσιος προς αυτόν, ως τέλειος Θεός, πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος και ο πνευματικός και ο υλικός, δηλαδή τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος σε αδιάλειπτη κοινωνία-σχέση. Έχουμε την πρώτη μορφή κοινωνίας και σχέσης πριν καν δημιουργηθεί ο κόσμος.

Αξίζει, αγαπητοί μου, σε αυτό το σημείο, να αναφέρουμε ότι οι όροι στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο διατυπώθηκαν στην Αρχαία Ελληνική Γλώσσα, επιβεβαιώνοντας έτσι την φράση του Κυρίου προς τους Έλληνες «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου".  Η Αρχαία Ελληνική γλώσσα ήταν η καταλληλότερη να διατυπώσει με ακρίβεια και σαφήνεια αυτούς τους δογματικούς όρους ώστε να είναι ακριβείς ως προς το περιεχόμενο και την ουσία. 


Η Συμβολή των Πατέρων και των Συνόδων  στην διαφύλαξη της Αλήθειας ανά τους αιώνες 


Βλέπουμε ότι η Συμβολή των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων στην διαφύλαξη της Αλήθεια για τη σωτηρία του Ανθρώπου υπήρξε καταλυτική. Γι’ αυτό και πολλοί αναφέρουν ότι θα μπορούσε κάλλιστα στο Πιστεύω να σταθεί η φράση «και πατερική εκκλησία» . Διότι οι Θεοφόροι Πατέρες είναι αυτοί που ως βίωμα πρώτα και ύστερα με έκφραση δογματική μας διαφυλάσσουν από την πλάνη και τον εκτροχιασμό από τον δρόμο της Σωτηρίας σαν φρουροί και προστάτες. Οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων δεν ήταν ανθρώπινες επινοήσεις για να λυθούν θέματα Θρησκευτικής νομοτέλειας όπως θα μπορούσε να πει ο καθένας, αλλά ήταν καθοδηγούμενες εν Αγίω Πνεύματι. Οι Δογματικές διδασκαλίες δεν είναι λογικές, νομικές εκφράσεις μιας κατάστασης, αλλά τα συστατικά της Αλήθειας και επιβεβαιώθηκαν βιωματικά μέσα στους αιώνες από Αγίους, ασκητές, μάρτυρες και ομολογητές.

Σημαντικό είναι να επισημανθεί ότι κατά την Σύνοδο της Νίκαιας έλαβαν χώρα και πολλά θαύματα από τους Άγιους και θεοφόρους Πατέρες. Χαρακτηριστικά ήταν τα θαύματα του Αγίου Σπυρίδωνος, του Αγίου Οικουμένιου και του Αγίου Αχιλλίου. Άξιο αναφοράς θεωρείται και το συμβάν μεταξύ του Αγίου Νικολάου και του Αρείου. Ο πρώτος μην μπορώντας να συγκρατήσει την αγανάκτηση του για τα όσα υποστήριζε ο Άρειος τον χαστούκισε. Ο Μ. Κωνσταντίνος τιμώρησε τον Νικόλαο με φυλάκιση. Αλλά στη φυλακή συντελέστηκε ακόμα ένα θαύμα δείχνοντας την αγιότητα του Νικολάου και την πλάνη του Αρείου.

Δυστυχώς,και ο σύγχρονος άνθρωπος εξαιτίας της άγνοιας και της εκκοσμίκευσης που διέπει το είναι του  αμφισβητεί τον Χριστό ως Θεάνθρωπο, την Αγία Τριάδα, και πολλές δογματικές διδασκαλίες που έχουν όμως σωτηριολογικό χαρακτήρα. Πολλοί ρωτούν γιατί δεν απαντά η Εκκλησία. Αλλά η Εκκλησία όπως βλέπουμε έχει λύσει όλα αυτά τα θέματα με την πάροδο των αιώνων. Πολλοί ισχυρίζονται ακόμα και σήμερα ότι και οι Προτεστάντες , οι Καθολικοί και άλλες ομολογίες μιλάνε για Χριστό οπότε θέτουν το ερώτημα ποια είναι η διαφορά και γιατί η Ορθοδοξία είναι η αληθινή πίστη. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι και οι Άγιοι Θεόπτες και Θεοφόροι Πατέρες απάντησαν πρωτίστως βιωματικά για τη Σωτηριολογική αλήθεια που εκφράζει η Ορθοδοξία και κατόπιν την δογμάτισαν.

Ας δεχτούμε λοιπόν αδερφοί μου, τις αποφάσεις των Αγίων Πατέρων μέσω της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ως Αγιοπνευματικές αλήθειες , ως κλειδιά Σωτηρίας που θα μας οδηγήσουν κοντά στον Λυτρωτή και προαιώνιο Θεό Ιησού Χριστό. Αλήθειες που μας τονίζουν ότι ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός είναι πανταχού παρών και πάντα πληρών ως Θεάνθρωπος και ομοούσιος με τον Πατέρα στην ζωή του καθενός μας και που η σχέση μας μαζί του είναι διαρκής,προσωπική αλλά και αναλογική. Μια σχέση και Αλήθεια που σε κάθε Θεία Λειτουργία γινόμαστε κοινωνοί και μέτοχοι μέσο του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Με αυτά τα κλειδιά της Αλήθειας εμείς θα ανοίξουμε την πόρτα που τόσο Εκείνος επίμονα χτυπά με την προκλητική του αγάπη.  Αμην!

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ὑπερδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.




Δείτε σχετικά:

Κυριακή Τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου - Ἀπόστολος (oι λύκοι - oι ποιμένες)

 


Ἀπόστολος Κυριακής: Πράξ. κ’ 16-18, 28-36

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἔκρινεν ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν  Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ  Ἀσίᾳ· ἔσπευδε γάρ, εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς  Ἱεροσόλυμα. 17  Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς  Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. 18 ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· προσέχετε ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ  Ἃγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. 29 ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· 30 καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. 31 διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. 32 καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. 33 ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα· 34 αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. 35 πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ  ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τὸν λόγον τοῦ Κυρίου  Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν. 36 καὶ ταῦτα εἰπών, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.

Η αγία μας Εκκλησία τιμά σήμερα τους τριακοσίους δέκα και οκτώ θεοφόρους Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι αντιστάθηκαν γενναία στις βλάσφημες αιρετικές δοξασίες του Αρείου· και διεκήρυξαν περίτρανα ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι «Θεός αληθινός, ομοούσιος τω Πατρί». Το αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας έχει επιλεγεί γι’ αυτήν ακριβώς τη θριαμβευτική νίκη της Ορθοδόξου Πίστεως.

Οι λύκοι

Ο απόστολος Παύλος προχωρεί στα παράλια της Μικράς Ασίας με προορισμό την Ιερουσαλήμ. Για να μην αργοπορήσει παρακάμπτει την Έφεσο και κάνει μια μικρή στάση στη Μίλητο, διότι βιάζεται να βρεθεί την ημέρα της Πεντηκοστής στα Ιεροσόλυμα. Από τη Μίλητο στέλνει ανθρώπους στην Έφεσο και καλεί τους πρεσβυτέρους της τοπικής Εκκλησίας να έλθουν να τον συναντήσουν εκεί. Κι όταν αυτοί έφθασαν κοντά του, τους έδωσε πολύ σημαντικές ποιμαντικές οδηγίες: Γνωρίζετε καλά, τους είπε, πώς συμπεριφέρθηκα μαζί σας από την πρώτη ημέρα που βρέθηκα στη Μικρά Ασία και σ’ όλο το χρονικό διάστημα της παραμονής μου. Προσέχετε λοιπόν τον εαυτό σας, πώς θα συμπεριφέρεσθε και τι θα διδάσκετε. Προσέχετε και όλο το πνευματικό σας ποίμνιο, στο οποίο το Άγιο Πνεύμα σας τοποθέτησε επισκόπους για να ποιμαίνετε την Εκκλησία του Θεού. Αυτήν την Εκκλησία ο Κύριος την έσωσε και την έκαμε κτήμα του με το δικό του αίμα. Προσέχετε, διότι μετά την αναχώρησή μου θα εισβάλουν ανάμεσά σας ψευδοδιδάσκαλοι που σαν άγριοι και σκληροί λύκοι αλύπητα θα διασπαράζουν το ποίμνιο αφανίζοντας τις ψυχές των λογικών προβάτων. Αλλά κι από σας τους ίδιους θα παρουσιασθούν άνθρωποι που θα διδάσκουν πλανεμένες διδασκαλίες, για να αποσπούν τους μαθητές από τον ίσιο δρόμο της αλήθειας και να τους παρασύρουν πίσω τους.

Μέσα σ’ αυτόν τον λόγο του ο απόστολος Παύλος διαζωγραφίζει την πιο φοβερή μάστιγα της Εκκλησίας, τους αιρετικούς ψευδοδιδασκάλους. Και τους χαρακτηρίζει «λύκους βαρείς», αδίστακτους. Γιατί όμως τους δίνει έναν τέτοιο χαρακτηρισμό; Βέβαια ο χαρακτηρισμός αυτός δεν είναι δικός του αλλά του ίδιου του Κυρίου. Ο Κύριος ονόμασε πρώτος τους αιρετικούς ψευδοδιδασκάλους ως προβατόσχημους αρπακτικούς λύκους. Ο θείος Παύλος αναφέρει επιπλέον ότι οι λύκοι αυτοί είναι σκληροί και αδίστακτοι. Γιατί όμως τους χαρακτηρίζει έτσι; Για να τονίσει τη σκληρότητά τους. Για να φανερώσει ότι θα είναι ικανότατοι στην υποκρισία και στην πονηρία. Έτσι θέλει να προειδοποιήσει και προφυλάξει τους πιστούς κάθε εποχής. Γι’ αυτό και λέγει ότι οι αιρετικοί θα παρουσιάζονται ως εξαιρετικοί ποιμένες της Εκκλησίας, που θα ενδιαφέρονται δήθεν για την αλήθεια. Θα κρύβουν όμως μέσα τους με μεγάλη υποκρισία και ψεύδος. Έτσι θα κάνουν μεγάλη ζημιά στο ποίμνιο. Θα το διαρπάζουν και θα το οδηγούν στην καταστροφή. Γι’ αυτό ακριβώς θα είναι πολύ επικίνδυνοι, πιο επικίνδυνοι από τους εξωτερικούς δεδηλωμένους εχθρούς της Εκκλησίας. Διότι οι αιρετικοί πολέμησαν και πολεμούν την Εκκλησία μέσα από τα σπλάχνα της. Δεν φανερώνονται από την αρχή. Σταδιακά και εν ονόματι δήθεν της αληθείας διαιρούν την Εκκλησία. Προκαλούν σύγχυση, διαίρεση, καταστροφή σε ανυποψίαστες ψυχές.


Οι ποιμένες

Στην συνέχεια ο απόστολος Παύλος δίνει στους πρεσβυτέρους της Εφέσου οδηγίες για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν τους αιρετικούς. Τους λέει: Να είστε άγρυπνοι έχοντας ως παράδειγμα εμένα. Να θυμάστε ότι επί τρία χρόνια συνεχώς νύχτα και ημέρα δεν σταμάτησα με δάκρυα να νουθετώ τον καθένα σας ξεχωριστά. Και τώρα σας εμπιστεύομαι στον Θεό. Ποτέ δεν επιδίωξα ασήμι και χρυσάφι ή ιματισμό. Εσείς οι ίδιοι γνωρίζετε ότι για τις ανάγκες τις δικές μου και των συνοδών μου υπηρέτησαν αυτά τα ροζιασμένα μου χέρια. Με κάθε τρόπο σας έδωσα παράδειγμα, ότι πρέπει να εργάζεσθε έτσι σκληρά για να προλαβαίνετε κάθε σκανδαλισμό των ασθενών αδελφών. Αλλά και να θυμάσθε αυτό που είπε ο Κύριος, ότι «είναι καλύτερο να δίνει κανείς παρά να παίρνει». Κι αφού τα είπε αυτά, γονάτισε και προσευχήθηκε μαζί με όλους αυτούς.
Οι οδηγίες που δίνει λοιπόν ο άγιος Απόστολος έχουν δύο κατευθύνσεις: η μία αφορά την άγρυπνη προσοχή που πρέπει να δείχνουν προς τους αιρετικούς, και η άλλη αφορά το δικό τους παράδειγμα.
Θα περίμενε ίσως κανείς να τονίσει περισσότερο την πρώτη περίπτωση. Όμως επιμένει περισσότερο στο καλό παράδειγμα. Τους ζητά να είναι υποδείγματα πίστεως και ζωής. Να είναι αφιλάργυροι και ανιδιοτελείς. Να θυσιάζονται για το ποίμνιό τους. Να εργάζονται ακούραστα.
Μέσα απ’ όλα αυτά κατανοούμε ότι οι αιρετικοί δεν αντιμετωπίζονται μόνο με την ορθόδοξη διδασκαλία, αλλά και με την ορθόδοξη και αγία βιοτή. Κι αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία ιδιαιτέρως για την εποχή μας. Διότι μας διδάσκει ότι δεν φθάνει μόνο να αποκηρύσσουμε τους αιρετικούς και να καυχιόμαστε ότι έχουμε την αλήθεια της πίστεως. Αυτό που χρειάζεται περισσότερο να κάνουμε οι Ορθόδοξοι πιστοί είναι να έχουμε ζωή αγιότητας, ζωή πνευματική και υποδειγματική.
Έτσι θα βοηθηθούν ώστε να μετανοήσουν κάποιοι που παρασύρθηκαν. Έτσι θα ελκυσθούν προς την πίστη οι υπόλοιποι. Έτσι θα αλλάξει ουσιαστικά ο κόσμος.


«Ο Σωτήρ», αριθ. 2001

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ὑπερδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.



Δείτε σχετικά:


Κυριακή τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου - Εὐαγγέλιον (Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος Γ.Ο.Χ. κ. Φωτίου)

 

Εὐαγγέλιο Κυριακής: Ἰωάν. ιζ΄ 1-13

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπάρας ὁ  Ἰησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. 3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας  Ἰησοῦν Χριστόν. 4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· 5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. 6  Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· 8 ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 9  Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, 10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. 11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12 ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. 13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.

photiosὉ Χριστός μας στό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσθηκε εἶναι γονατιστός στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ καί προσεύχεται. Αὐτό πού ἀκούσαμε σήμερα, εἶναι ἕνα μέρος αὐτῆς τῆς προσευχῆς, ποὺ ὀνομάζεται «ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Κυρίου», ἡ ὁποία ὁλόκληρη διαβάζεται στήν ἐκκλησία τό Ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Μὲ πιό ἁπλά λόγια τό νόημα ἦταν τὸ ἑξῆς:

Ἐκεῖνο τόν καιρό, περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, σήκωσε ὁ Χριστός τά μάτια Του στόν οὐρανό καί εἶπε: «Πάτερ ἔφθασε ἡ ὥρα. Δόξασε τόν Υἱόν σου, γιά νά Σέ δοξάση καί ὁ Υἱός σου. Δόξασέ Τον, ὅπως ἄλλωστε καί Τόν ἐδόξαζες ἕως τώρα, διότι τοῦ ἔδωσες ἐξουσία ἐπί ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας, γιά νά δώση σὲ ὅλους αὐτούς, τοὺς ὁποίους ἔδωσες σ’ Αὐτόν, τὴν αἰώνια ζωή. Καὶ αὐτή εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τὸ νά γνωρίζουν οἱ ἄνθρωποι Ἐσέ, ὡς τόν μόνο ἀληθινό Θεό, καὶ νά γνωρίζουν ἐπίσης καί τόν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ Ἐσύ ἔστειλες στόν κόσμο. Ἐγώ Σέ ἐδόξασα στήν γῆ. Τελείωσα τό ἔργο, τό ὁποῖο μου ἔδωσες νά πραγματοποιήσω. Καί τώρα, δόξασέ με καί Σύ, Πάτερ, πλησίον Σου μέ τή δόξα τήν ὁποία εἶχα κοντά σου, πρίν ἀκόμα λάβη ὕπαρξη ἀπό Ἐσέ ὁ κόσμος.

Ἐφανέρωσα τό ὄνομά Σου στούς ἀνθρώπους, τούς ὁποίους Ἐσύ ξεχώρισες ἀπό τόν κόσμο καί μοῦ τούς ἔδωσες ὡς μαθητές μου. Ἦταν δικοί Σου, καί Ἐσύ τούς ἔδωσες σὲ ἐμένα, καί αὐτοί ἐφύλαξαν τήν ἐντολή Σου. Τώρα ἔμαθαν ὅτι ὅλα ὅσα μοῦ ἔχεις δώσει προέρχονται ἀπό Ἐσέ. Διότι τούς λόγους, ποὺ μοῦ ἔδωσες, τούς ἔδωσα σ᾿ αὐτούς καί αὐτοί τούς δέχθηκαν καί ἐγνώρισαν παραγματικά, ὅτι πράγματι ἐγώ ἐξῆλθα ἀπό Ἐσέ καί ἐπίστευσαν ὅτι Ἐσύ μέ ἔστειλες. Ἐγώ γιὰ αὐτούς Σε παρακαλῶ, δέν Σέ παρακαλῶ γιά τόν κόσμο, ἀλλά γιὰ αὐτούς ποὺ μου ἔδωσες, διότι εἶναι δικοί Σου. Ἄλλωστε ὅλα τὰ δικά μου, εἶναι δικά Σου καί τά δικά Σου, εἶναι δικά μου. Καί ἐγώ ἔχω δοξασθεῖ ἐν μέσω αὐτῶν (διότι μέ ἐγνώρισαν ὡς Υἱόν Σου καί Θεόν). Καί δέν εἶμαι πλέον στόν κόσμο αὐτό (αἰσθητῶς ἀνάμεσά τους μέ τό σῶμα μου), ἀλλά αὐτοί εἶναι στόν κόσμο. Καί ἐγώ ἔρχομαι πρός Ἐσέ.
Πάτερ Ἅγιε, φύλαξέ τους μέ τήν θεία σου δύναμη καί βοήθεια, ὥστε νά εἶναι ἑνωμένοι μεταξύ τους, ὅπως εἴμαστε καὶ ἐμεῖς. Ὅταν ἤμουν μαζί τους στόν κόσμο, ἐγώ τούς προφύλασσα μέ τήν δική Σου δύναμη καί βοήθεια. Αὐτούς ποὺ μου ἔδωσες ἐγώ τοὺς φύλαξα καί κανένας ἀπό αὐτούς δέν χάθηκε, παρά μόνον ὁ υἱός τῆς ἀπωλείας (ὁ προδότης) διά νά ἐκπληρωθοῦν ἔτσι καί οἱ προφητεῖες τῆς Γραφῆς. Τώρα ὅμως ἔρχομαι πρός Ἐσέ καί λέγω αὐτά ἐνῶ εὑρίσκομαι ἀκόμη στόν κόσμο, γιά νά τά ἀκούσουν καί οἱ ἴδιοι (οἱ μαθητές) καὶ νά ἔχουν τήν χαρά μου ὁλόκληρη μέσα τους».

Ἀπό τὰ πολλά νοήματα τοῦ Εὐαγγελίου πού ἀκούσαμε σήμερα, παρακαλῶ, ἀδελφοί μου, νὰ προσέξετε τή φράση: «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς». Τὸ αἴτημα τῆςἑν - ώσεως, δηλαδή νὰ εἶναι ἕνα πρᾶγμα, ἑνωμένοι, οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ, παραπέμπει στὴν ἑνότητα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἑρμηνεύει αὐτό τὸ σημεῖο λέγοντας, ὅτι ὁ Κύριος θέλει οἱ μαθητές Του νὰ ἔχουν τόσο ἰσχυρό σύνδεσμο ἀγάπης μεταξύ τους, ὥστε ἡ ἑνότητά τους νὰ φθάνει σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε νὰ γίνεται αὐτή ἡ προαιρετική τους συνάφεια, εἰκόνα  τῆς φυσικῆς ἑνότητας τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ, δηλαδή, ἀδιάσπαστη καὶ συνεχῆς.
Καὶ ὁ Ἅγιος Θεοφύλακτος συμπληρώνει λέγοντας ὅτι ἄν οἱ μαθητές ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους καὶ δὲν διασπῶνται, τότε θὰ εἶναι ἀήττητοι καὶ τίποτα δὲν θὰ μπορεῖ νὰ τοὺς νικήσει.
Παρακάτω, στὴ συνέχεια τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς Του ποὺ δὲν συμπεριλαμβάνεται στὸ ἀπόσπασμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ὁ Κύριός μας ξεκαθαρίζει ὅτι «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ». Δὲν ἀναφερεται μόνον στούς μαθητές Του πού ἦταν τότε ἐκεῖ κοντά του, ἀλλά καί σὲ ὅλους πού θὰ πίστευαν στὸν Χριστό ἀπό τὴν διδασκαλία τῶν μαθητῶν, δηλαδή ὅλους τούς Χριστιανούς ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ περί τηρήσεως τῆς ἑνότητος ἀφοροῦν καί ἐμᾶς τοὐς ἰδίους. Ἡ μεταξύ μας ἑνότητα εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ καὶ αὐτό δείχνει πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἁμαρτία αὐτῶν ποὺ δημιουργοῦν διχοστασίες καὶ σχίσματα.
Οἱ διάφοροι αἱρετικοί καὶ σχισματικοί ἀνά τούς αἰῶνες, προσέβαλαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τελικῶς ἀπεκόπησαν ἀπό τὸ σῶμα Της. Αὐτή ὅμως παραμένει ἑνωμένη. Ὅσοι διέκοψαν τήν ἑνότητά τους μὲ τὸν Θεό, διέκοψαν καί τήν ἑνότητά τους μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἔτσι ὥστε στὴν Ἐκκλησία παραμένουν ἑνωμένοι, μόνον ὅσοι διατηροῦν τὴν ἑνότητά τους μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ ἀγάπης πρός Αὐτόν.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τούς ὁποίους σήμερα ἑορτάζουμε, ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ἀληθινῆς πίστεως καὶ τοῦ ὀρθοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ διατηρήσει τὴν κοινωνία του μὲ τὸν Θεό καὶ ἄρα νὰ παραμένει στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Θεός εἶναι Ἀλήθεια. Ἡ αἵρεση εἶναι ψεῦδος. Γι’ αὐτό ἡ αἵρεση χωρίζει πάντα ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό καὶ τὸν ἀποκόπτει ἀπό τὴν Ἐκκλησία Του. Διότι αὐτοί εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅσοι εἶναι στὴν ἀλήθεια.
Δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο λοιπόν πού σήμερα στὴν ἑορτή τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀκούγονται τὰ Εὐγγελικά αὐτά λόγια γιὰ τὴν διαφύλαξη τῆς ἑνότητας τῶν Χριστιανῶν. Αὐτοί οἱ Ἅγιοι Πατέρες, δὲν εἶναι «οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὸ σχῖσμα» ὅπως κάποια βλάσφημα χείλη ἀπετόλμησαν νὰ ξεστομίσουν. Εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο: αὐτοί ποὺ διαφύλαξαν τήν ἑνότητα τῆς Ἑκκλησίας ὀρθοτομῶντας τὸν λόγον τῆς ἀληθείας καί βοηθῶντας τούς χριστιανούς νὰ διαφυλάξουν τὴν ἑνότητά τους μὲ τὸν Θεό καὶ ἅρα καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία Του.

Αὐτοί, λοιπόν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἂς πρεσβεύουν ὑπέρ ἡμῶν, νὰ μείνουμε πάντοτε ἑνωμένοι μὲ τὸν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀληθείας, μὲ τὸν Ἀληθινό Θεό, ὁπότε μὲ αὐτόν τὸν τρόπο, θὰ διαφυλάξουμε καὶ τὴν μεταξύ μας ἑνότητα ἐντός τῆς Ἀληθινῆς Του Ἐκκλησίας, πού εἶναι ὁ χῶρος τῶν ἑνωμένων μὲ τὸν Θεόν. Ἀμήν.




ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ὑπερδοξασμένος εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ φωστῆρας ἐπὶ γῆς, τοὺς Πατέρας ἡμῶν θεμελιώσας, καὶ δι’ αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν πάντας ἡμᾶς ὁδηγήσας, Πολυεύσπλαγχνε δόξα σοι.


Δείτε σχετικά:

"Εάν ημείς σιωπήσωμεν, οι λίθοι κεκράξονται". Άρθρο του Σεβ. Μητρ. Αττικής και Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου


Image 1 copy

   Προ ολίγων ημερών ακούσθηκε από την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας μια «ενδιαφέρουσα» ομιλία σχετική με το πολύ σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα το οποίο απειλεί την πατρίδα μας με την μελλοντική εξαφάνιση του ελληνικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, η ομιλία περιλάμβανε στατιστικά στοιχεία που αποδεικνύουν με εγκυρότητα την διαρκή αύξηση της υπογεννητικότητας και την αντιστρόφως ανάλογη αριθμητική υπεροχή του ηλικιωμένου πληθυσμού έναντι του ανηλίκου.

   Ωστόσο, από το σημείο όπου η Πρόεδρος παραθέτει ορισμένες αιτίες που εμποδίζουν τα νέα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν, ο προσεκτικός ακροατής συνειδητοποιεί ότι η ομιλία οδεύει προς άλλη κατεύθυνση. Σύμφωνα με την ίδια, δεν είναι η οικονομική στενότητα και η ανεργία οι πρώτες αιτίες που αποτρέπουν τους νέους μας από τον σχηματισμό οικογένειας, αλλά μείζονα προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή. Ενώ, λοιπόν, η πρώτη κυρία της χώρας μας παραθέτει παράλληλα, ως αιτία της υπογεννητικότητας, το αίσθημα της απελπισίας και του φόβου των νέων, αντί να προτείνει μέτρα που θα καταστήσουν ελπιδοφόρο το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας, προβαίνει σε μία προσβλητική για την νοημοσύνη των Ελλήνων θέση. Η υπογεννητικότητα της πατρίδας μας, άφησε να εννοηθεί, ότι θα αντιμετωπιστεί με την ένταξη των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία. Η ένταξη των μεταναστών -οι οποίοι συρρέουν κατά χιλιάδες στην ελληνική γη με την στήριξη της Ελληνικής Πολιτείας- θα συμβάλλει, είπε συγκεκριμένα, στην ανανέωση του πληθυσμιακού δυναμικού της χώρας μας.

   Η απάντηση μας σε αυτό το παραλήρημα είναι ξεκάθαρη. Αν αυτοί -ως Κυβερνήτες του Ελληνικού κράτους- είναι οι διάδοχοι του Καποδίστρια, τότε τα μαρτυρικά λείψανα των προγόνων μας, που μέχρι τώρα αναπαύονταν στην αιματοβαμμένη και χιλιοδόξαστη ελληνική γη, θα τρίξουν.

   Τέτοιου είδους προσβλητικές δηλώσεις από πολιτικούς ταγούς προκαλούν όχι απλώς πόνο και θλίψη, αλλά την αγανάκτηση και την οργή του ελληνικού λαού, ο οποίος 200 χρόνια μετά την απελευθέρωσή του, ακόμη στραγγαλίζεται από ανθρώπους που δεν τον αγάπησαν, που δεν αγάπησαν αυτή τη γη. Περίεργο πάντως... Δίχως να αγαπούν το όμαιμον, το ομόγλωσσον, το ομότροπον, νοιάζονται με τόση ευαισθησία για το αλλότριον.

   Αδελφοί μου, οι φέροντες τα ηνία, οι οποίοι θα έπρεπε να μας ξεσηκώνουν υπέρ των δικαίων της πατρίδας, της πίστης και της οικογένειας, είναι οι πρώτοι που σπεύδουν να τα θάψουν. Μια φωνή μας πιέζει τα σωθικά: «φτάνει πιά!»∙ γιατί «ἐὰν ἡμεῖς σιωπήσωμεν, οἱ λίθοι κεκράξονται».

   Κανένας δεν μιλά, διότι εκείνος που μιλά για ιδανικά είναι γραφικός, εκείνος δε που μιλά για έθνος, είναι ρατσιστής. Δεν είμαστε ρατσιστές, ούτε έχουμε κάτι με τους ανθρώπους οι οποίοι προτάθηκαν ως «σωτήρες» του δημογραφικού μας προβλήματος. Στην Αγάπη αφιερωθήκαμε και Αυτήν εκπροσωπούμε. Δεν ανεχόμαστε όμως τον ρατσισμό εναντίον μας. Δεν ανεχόμαστε -σεβόμενοι τους αγώνες των προγόνων μας- να καταντήσουμε ξένοι στον ίδιο μας τον τόπο, υπόδουλοι στο μισοφέγγαρο που αν αδιαφορώντας το αφήσουμε, θα γίνει «πανσέληνος».

   Εάν πραγματικά επιθυμούμε να ελευθερωθούμε, αν όντως επιδιώκουμε ένα ευοίωνο μέλλον, αυτό που μας χρειάζεται είναι η πίστη∙ η πίστη στον Θεό και στη δύναμη των ενωμένων Ορθοδόξων Ελλήνων. Αυτή είναι η μαγιά η δοκιμασμένη. Με αυτή τη μαγιά «ζυμώθηκαν» οι πρόγονοί μας και οδήγησαν τον τόπο από νίκη σε νίκη, ώστε να εορτάζουμε σήμερα τα επετειακά για το  Έθνος μας 200 χρόνια. Στο χέρι μας είναι να τους μοιάσουμε.

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

Ἡ Ἁγία Θεοδοσία ἡ παρθενομάρτυς (29 Μαΐου)


Ὁ θεοκίνητος Ἀπόστολος Παῦλος εἶπε: «Ἠρμοσάμην ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ». Ἔκανα τοὺς ἀῤῥαβῶνες σας μὲ ἕναν ἄνδρα, τὸ Χριστό, γιὰ νὰ σᾶς παρουσιάσω παρθένο ἁγνὴ σ Αὐτόν Δηλαδή, νὰ παρουσιάσω τὶς ψυχές σας ἁγνὲς καὶ καθαρὲς ἀπὸ κάθε πλάνη καὶ ἁμαρτία, ἑνωμένες μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη σὲ μία πνευματικὴ νύμφη, τῆς ὁποίας νυμφίος νὰ εἶναι ὁ Χριστός.
Μία τέτοια ψυχὴ ἦταν καὶ ἡ παρθενομάρτυς Θεοδοσία. 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Φοινίκη καὶ δὲν εἶχε μόνο παρθενικὸ σῶμα, ἀλλὰ καὶ παρθενικὴ ψυχή. Ἀπὸ ἡλικία 18 χρονῶν, ἔλαμπε γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὴν θερμή της πίστη, ἀνάμεσα στὶς νεαρὲς εἰδωλολάτρισσες γυναῖκες. Αὐτὸ καταγγέλθηκε στὸν ἄρχοντα Οὐρβανό, ποὺ μὲ κάθε δελεαστικὸ τρόπο προσπάθησε νὰ τὴν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὅμως ἡ παρθένος Θεοδοσία ἔμεινε ἀμετακίνητη στὸ ἱερό της πιστεύω. Ὁ Οὐρβανός, βλέποντας τὴν ἀδάμαστη ἐπιμονή της, ἐξοργίστηκε καὶ μὲ θηριώδη τρόπο ἔσπασε τὰ κόκκαλά της καὶ πριόνισε τὶς σάρκες της. Ἔπειτα, τὴν πλησίασε καὶ τῆς πρότεινε νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή, καὶ αὐτὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὶς πληγές της. Ἡ Θεοδοσία μισοπεθαμένη ἀπάντησε: «Εἶμαι χριστιανή». Τότε ὁ τύραννος διέταξε καὶ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα της.

Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ '. Ταχὺ προκατάλαβε .

Ὡς δόσιν θεόσδοτον τὴν παρθενίαν τὴν σήν ἀγῶσιν ἀθλήσεως Θεοδοσία σεμνή τῷ Λόγῳ προσήγαγες· ὅθεν πρὸς ἀθανάτους μεταστᾶσα νυμφῶνας πρέσβευε Ἀθληφόρε τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων ῥυσθῆναι ἐκ πολυτρόπων ἡμᾶς συμπτώσεων .


ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΤΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ

 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα


ὑπό π. Νικηφόρου Νάσσου

 ἔνδοξη Ἀνάληψη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό πλήρωμα καί τό κόσμημα ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Εἶναι τό πλήρωμα τῆς θείας Οἰκονομίας, ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας μας πού πραγματοποίησε ὁ ἐνσαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Τά περί τῆς θείας Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου ὡς ἱστορικοῦ γεγονότος πληροφορούμαστε ἀπό τήν Καινή Διαθήκη καί συγκεκριμένα ἀπό τήν ἀναφορά στό τέλος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Λουκᾶ καί στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων.1 Ὑπάρχει ὡστόσο καί σύντομη ἀναφορά στό Εὐαγγέλιο τοῦ Μᾶρκου. Σύμφωνα λοιπόν μέ τή Γραφή, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του, ἀφοῦ ἐμφανίστηκε πολλές φορές στούς Μαθητές Του, πραματοποίησε τήν τελευταία ἐμφάνιση στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ὅπου, κατά τήν εὐαγγελική διήγηση «μετά τό λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν καί ἐκάθισεν έκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ»2. Οἱ Μαθητές τοῦ ἀναληφθέντος Κυρίου, παρά τόν ἀποχωρισμό τους ἀπό Ἐκεῖνον καί τόν ἀπορφανισμό τους, ἐπέστρεψαν στην Ἱερουσαλήμ «μετά χαρᾶς μεγάλης». Ἡ χαρά τῶν Ἀποστόλων ὀφείλεται στήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου περί τῆς παροχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία. Τό διατυπώνει τό Ἀπολυτίκιο τῆς Ἐορτῆς: «χαροποιήσας τούς Μαθητάς, τῇ ἐπαγγελία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καί στίς Πράξεις τονίζεται ἡ ἐνίσχυση τῶν Ἀποστόλων ἀπό τόν Παράκλητο πού θά ἔρθει κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «ἀλλά λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς».3 Ἡ δέ ἐσχατολογική προσδοκία τῆς ἐνδόξου ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου, γιά τήν ὁποία ἄκουσαν ἀπό τούς ἀγγέλους οἱ Ἀπόστολοι («ὅν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτόν, πορευόμενον εἰς οὐρανόν»4), ὑπῆρξε ἀκόμη μία ἀφορμή χαρᾶς, παρά τόν κατά τά φαινόμενα χωρισμό τους ἀπό τόν Διδάσκαλο Χριστό.

Στήν Ἀνάληψη πραγματοποιεῖται θά λέγαμε ἡ πληρότητα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, διότι ἡ ἀνθρώπινη φύση, δοξαζόμενη στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἀχωρίστως ἐνωμένη μέ τήν θεία φύση. Καί εἶναι γεγονός ὅτι «εἰς τήν Ἀνάληψιν περατοῦται ἡ κίνησις ἐπιστροφῆς τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου ἐκ τοῦ ἀβολίστου βάθους τοῦ τάφου καί τοῦ Ἅδου πρός τόν Πατέρα, διερχομένη ἀπό τήν Ἀνάστασιν».5 Ὅλο τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν Ἐνανθρώπηση μέχρι τήν Ἀνάληψη, παρουσιάζει διπλή κίνηση: ἀπό ἐπάνω πρός τά κάτω καί ἀπό κάτω πρός τά ἐπάνω. Θεολογικά αὐτό ἐκφράζεται μέ τίς ἑξεῖς ἀντιθετικές λέξεις πού περιέχουν τά βιβλικά καί πατερικά κείμενα: κάθοδος καί ἄνοδος, συγκατάβαση καί ἀνύψωση, κένωση καί δόξα.6

Τήν συνεχῆ κίνηση τῆς καθόδου, τῆς κενώσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἐκούσιας ταπεινώσεως καί συγκαταβάσεώς Του ἐκφράζει τό μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ἡ κένωση φθάνει «μέχρι σταυροῦ καί θανάτου», ὅπου καταργεῖται ὁ θάνατος ἀπό Αὐτόν ὁ Ὁποῖος κατεβαίνει «εἰς τά κατώτερα μέρη τῆς γῆς», ἀφοῦ κατά τόν Παύλο «ὁ καταβάς αὐτός ἐστί και ὁ ἀναβάς»7. Ἐκεῖ συντρίβεται τό κράτος τοῦ διαβόλου μέ τήν ἐξουσία τοῦ Παντοδυνάμου Λόγου, τόν Ὁποῖον, σύμφωνα μέ τήν Ὑμνολογία τοῦ Μ. Σαββάτου, βλέπει ὁ Ἅδης «κατάστικτον τοῖς μόλωψι καί Πανσθενουργόν»8. Καί στή συνέχεια συντελεῖται ἡ «διάβασις», τό ἀληθινό Πάσχα, ἡ μετάβασις ὅλων μας «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν» μέ τήν ζωηφόρο Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού συνανιστᾶ «παγγενῆ τόν Ἀδάμ». Ἀπό ἐκεῖ πλέον ἐγκαινιάζεται ἡ ἀντίστροφη κίνηση, ἡ «ἐν Δόξῃ» ἄνοδος τοῦ Κενωθέντος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά φθάσει στήν ἔνδοξο Ἀνάληψη, ὁλοκληρώνοντας τό σχέδιο τῆς σωτηρίας καί ὑποσχόμενος τήν Κάθοδο τοῦ Τρίτου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά ἔρθει γιά νά συνεχίσει ὡς «ἄλλος Παράκλητος» τό ἔργο τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν μέσα στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας.

 Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ἄν καί εἶναι γεγονός ἱστορικό, ἀφοῦ πραγματοποιεῖται ἐν τόπῳ καί χρόνῳ, ἐντούτοις ἀπό τήν Ἐκκλησία κατατάσσεται στά δόγματα τῆς Πίστεώς μας καί περιλαμβάνεται στό Σύμβολο της, λόγῳ τοῦ ὑπερφυσικοῦ χαρακτῆρα της.

Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς μετά σώματος, ὅπως διδάσκει ἡ Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἶναι ὁ πρῶτος καί μοναδικός πού τό ἔπραξε. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι «οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν εἰ μή ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ».9 Ὡστόσο, ὅμως, στήν πρό τῆς Σαρκώσεως ἐποχή, στήν Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε καί ἄλλον νά ἀναλαμβάνεται στόν οὐρανό, τόν Προφήτη Ἠλία. Πῶς αὐτό συμβιβάζεται μέ τό «οὐδείς» πού εἶπε ὁ Κύριος; Ὑπάρχει ἡ ἐξήγηση μέσα ἀπό τά ἴδια τά βιβλικά κείμενα. Γιά τόν ζηλωτή Προφήτη ἡ Γραφή λέγει ὅτι «ἀνελήφθη ἐν συσσεσμῷ ὡς εἰς τόν οὐρανόν».10 Γιά τόν Θεάνθρωπο Χριστό λέγει ὅτι «ἀνελήφθη εἰς τόν οὐρανόν». Ἡ πρόθεση «ὡς» δηλώνει τήν διαφορά, καθότι ὁ Ἠλίας δέν μετέβη ἀκριβῶς στόν οὐρανό, ἀλλά ἔτσι ἐφάνη καί βρίσκεται σέ «χῶρο» πού γνωρίζει μόνο ὁ Κύριος, μέχρι λίγο πρίν τήν Β΄ ἔνδοξο Παρουσία, ὁ πύρινος Προφήτης θά ἐμφανιστεῖ καί θά κηρύξει στόν κόσμο τήν μετάνοια. Σύμφωνα μέ τήν πατερική Διδασκαλία, ἡ ἀνάληψη τόσο τοῦ Ἡλία, ὅσο καί ἄλλων προσώπων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι κατά κάποιον τρόπο μία μετάθεση πού τούς ἀνύψωσε μέν ἀπό τή γῆ, ἀλλά δέν τούς ἔβγαλε ἔξω ἄπό αὐτήν. Ἦταν μία «οἷον τις μετάθεσις», ὅπως θα γράψει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.11 Δηλαδή, κανείς ἀπό τούς κοινούς θνητούς πού ἀνελήφθησαν δέν ξεπέρασε τήν περίγεια ἀτμόσφαιρα. Μόνο ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἀνῆλθε στούς οὐρανούς μετά τοῦ σώματος τό ὁποῖο εἶχε λάβει ἀπό τήν Παναγία καί τό ὁποῖο ἐθέωσε.

Στήν παρούσα ἀναφορά θά ἐπισημανθεῖ ἐπίσης ὅτι ἀπό ἀνθρωπολογικῆς ἀπόψεως ἡ εἰς οὐρανούς θεία Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μετά τοῦ τεθεωμένου σώματος εἶναι κάτι πολύ σπουδαίο, καθότι δείχνει τό γεγονός τῆς ἀνυψώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό, καί τῆς θεώσεώς της. Ἔτσι, ἡ ἀξία καί ἡ θέωση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος φαίνεται στή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἐνδύεται ὁ ἐπίσκοπος τήν Ἀρχιερατική του στολή, καί συγκεκριμένα ὅταν φοράει τό μεγάλο ὠμοφόριο, λέγεται μιά εὐχή ἡ ὁποία ἐκφράζει αὐτή τήν θεολογική πραγματικότητα πού καλεῖται νά διακονήσει ὁ εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ ἱστάμενος ἀρχιερεύς καί νά καταστεῖ μιμητής τοῦ Μεγάλου Ποιμένος, Ἰησοῦ Χριστοῦ. : «ἐπί τῶν ὤμων Χριστέ τήν πλανηθεῖσαν ἄρας φύσιν ἀναληφθείς τῷ Θεῷ καί Πατρί προσήγαγες». Θά πρέπει ἐν προκειμένῳ νά σημειώσουμε ὅτι τό ὠμοφόριο πού φορεῖ ὁ ἀρχιερεύς παραπέμπει στήν παραβολή τοῦ «Καλοῦ Ποιμένος», ὁ ὁποῖος παίρνει στούς ὤμους του τό πλανηθὲν πρόβατο γιά νά τό σώσει. Τό ὠμοφόριο συμβολίζει ἀκριβῶς αὐτό τό πρόβατο, τήν πτωτική ἀνθρωπότητα την ὁποία ἀνέλαβε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ κατά τήν Ἐνανθρώπησή Του καί τήν ὁποία ἀνύψωσε στόν οὐρανό καί θέωσε Οἱ σχετικοί ὕμνοι τῆς Δεσποτικῆς Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως ἐκφράζουν αὐτή τήν πραγματικότητα. Ἕνα τροπάριο λ.χ. τοῦ Κανόνος στόν Ὄρθρο τῆς Ἑορτῆς λέγει: «Τὴν φύσιν τῶν ἀνθρώπων Χριστέ, φθορᾷ πεσοῦσαν ἐξανέστησας, καὶ τῇ ἀνόδῳ σου ὕψωσας, καὶ σαυτῷ ἡμᾶς ἐδόξασας».12. Καί στό Δοξαστικό τοῦ Ἐσπερινοῦ ψάλλουμε ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός «τήν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρί συνεκάθισε».

Ἡ Ἑορτή τῆς θείας Ἀναλήψεως ἔχει μεγάλη σημασία καί σπουδαιότητα γιά τήν ὀρθόδοξη πνευματική ζωή τῶν Χριστιανῶν. Καί τοῦτο διότι συνδέεται μέ τή θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὀποία ἀποτελεῖ τή στοχοθεσία τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας. Θέωση εἶναι «ἡ προς Θεόν, ὡς ἐφικτόν, ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις», ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες μας.13 Ἡ θέωση, βεβαίως, δέν παράγεται ἀπό τόν κτιστό, πεπερασμένο καί πτωτικό ἄνθρωπο! Εἶναι δωρεά τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προσφέρεται στόν ἄνθρωπο ὑπό προϋποθέσεις, ὅταν αὐτός «ἀνοιχτεῖ» πρός τόν Θεό καί περάσει ἀπό τά στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆ, δηλαδή ἀφοῦ καθαρθεῖ καί φωτιστεῖ. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος στήν ἀρχή τῆς Ἱστορίας προσπάθησε νά θεωθεῖ ἀλλά ἀπέτυχε, διότι ἀρνήθηκε τόν Θεό. Αὐτό ὅμως πού δέν κατόρθωσε αὐτός μέ τήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, τό πραγματοποιεῖ ὁ Θεός μέ τήν Ἐνσαρκη παρουσία του στόν κόσμο. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐκφράζει πολύ χαρακτηριστικά ἕνας ὕμνος (Δοξαστικόν) ἀπό τήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου: «Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, και θεός ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν. Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα θεόν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσηται». Ὁ Θεός Λόγος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τήν θέωσε. Ἀξίζει νά ὑπογραμμιστεῖ ὅτι μέ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεάνθρωπο Χριστό δέν ἐπανέρχεται ὁ ἄνθρωπος ἁπλῶς στήν κατάσταση πού βρισκόταν πρίν τήν πτώση του, ἀλλά ὁδηγεῖται πολύ ψηλότερα. Ἡ νέα αὐτή κατάσταση φανερώνεται μέ τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάληψη, ὅπως ἄλλωστε καί ὅλη ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, δέν ἀποτελεῖ προσωπική ὑπόθεσή Του, ἀλλά φανέρωση τῆς δόξας τοῦ νέου ἀνθρώπου. Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ ἐλευθέρωσε τήν ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν κοσμική ἀναγκαιότητα καί τήν ἀνύψωσε στή μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.14
Τώρα πλέον ὅπου ὁ «καταβάς» καί μετά σώματος «ἀναβάς» Θεάνθρωπος Κύριος πραγματοποίησε ἀντικειμενικῶς τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, θεώνοντας την φύση του, πρέπει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά ἀνταποκριθεῖ, νά «ἀνοιχτεῖ» καί νά «ἀναχθεῖ» πρός τόν Θεό. Αὐτό πραγματοποιεῖται μέ τήν ὅλη πνευματική ζωή ὅπως λέμε, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά «φρονεῖ τά ἄνω15» ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του καί ὅπως ἡ θεία Εὐχαριστία τῆς Ἐκκλησίας μᾶς προτρέπει: «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας». Καλεῖται νά ζεῖ εὐχαριστιακά, πνευματικά, προσευχητικά καί μετανοητικά, κατά Θεόν, νά «συνεργάζεται» μέ τόν Θεό, προκειμένου νά ὁδηγηθεῖ στήν προσωπική του χαρισματική θέωση. Καί αὐτή ἡ μακαρία κατάσταση τῆς θεώσεως, ἔρχεται ὡς καρπός τῆς ὁμοιώσεώς του, ὅσο εἶναι δυνατόν, μετά τοῦ Θεοῦ, τῆς διατηρήσεως τοῦ «κατ᾿ εἰκόνα» καί τῆς πραγματώσεως τοῦ «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἄν θέλει, μπορεῖ νά γίνει κοινωνός τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλμᾶς.16

Πολλά ἀκόμη θά μπορούσαν νά παρατεθοῦν ὡς θεολογικά ἐδέσματα ἀπό τήν πατερική Διδασκαλία περί τῆς Μεγάλης Ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἀρκούμαστε στά ὅσα ἀναφέρθησαν. Θά περατώσουμε τήν παρούσα ἀναφορά μας μέ τό Κοντάκιο τῆς Ἑορτῆς, τό ὁποῖο ἐμπεριέχει τήν θεολογία αὐτῆς.
«Τήν ὑπέρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν, καί τά ἐπί γης ἐνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελήφθης ἐν δόξη, Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, οὐδαμόθεν  χωριζόμενος, ἀλλά μένων ἀδιάστατος, καί βοῶν τοῖς ἀγαπῶσι σε∙ Ἐγώ εἰμι μεθ᾿ ὑμῶν, καί οὐδείς καθ᾿ ὑμῶν».

-------------------------------------------

1 Λκ. κδ΄, 50, Πρ. α΄, 1-11.

2 Μρκ. ιστ΄, 19

3 Πρ. α΄, 8.

4 Τροπάριον τῆς Λιτῆς.

5 Ἀνδρέα Θεοδώρου, περί τῆς δογματικῆς σημασίας τῆς Ἀναλήψεως εἰς ΘΗΕ, 2, 501.

6 ΘΗΕ, 2, 500.

7 Ἐφ. 4, 10.

8 Βλ. Κανόνα Ὄρθρου Μ. Σαββάτου, Ὠδή Δ΄.

9 Ἰω. γ΄, 13.

10 Βασ. Β΄, 11.

11 Βλ. Ἁγίου Γργορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΑ΄, ΕΠΕ, 10, 24. Ἱεροθέου, Μητρ. Ναυπάκτου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, ἔκδ. Ἱερᾶς μονῆς Γεν. τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 311.

12 Τροπάριον Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄Κανόνος.

13 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, 1, 3, MPG. 3, 376 Α.

14 Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ήθική, 2΄, 2003, σελ. 677.

15 Κολ. 3, 2.

16 ΕΠΕ, 10, 29.


1 Λκ. κδ΄, 50, Πρ. α΄, 1-11.

2 Μρκ. ιστ΄, 19

3 Πρ. α΄, 8.

4 Τροπάριον τῆς Λιτῆς.

5 Ἀνδρέα Θεοδώρου, περί τῆς δογματικῆς σημασίας τῆς Ἀναλήψεως εἰς ΘΗΕ, 2, 501.

6 ΘΗΕ, 2, 500.

7 Ἐφ. 4, 10.

8 Βλ. Κανόνα Ὄρθρου Μ. Σαββάτου, Ὠδή Δ΄.

9 Ἰω. γ΄, 13.

10 Βασ. Β΄, 11.

11 Βλ. Ἁγίου Γργορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία ΚΑ΄, ΕΠΕ, 10, 24. Ἱεροθέου, Μητρ. Ναυπάκτου, Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές, ἔκδ. Ἱερᾶς μονῆς Γεν. τῆς Θεοτόκου Πελαγίας, σελ. 311.

12 Τροπάριον Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄Κανόνος.

13 Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας, 1, 3, MPG. 3, 376 Α.

14 Γ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική ήθική, 2΄, 2003, σελ. 677.

15 Κολ. 3, 2.


16 ΕΠΕ, 10, 29.

ΜΑΙΟΣ 2015


Τετάρτη 9 Ιουνίου 2021

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ



«Βλέπετε αυτή τη κοινή για μας εορτή και ευφροσύνη, την οποία ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εχάρισε με την ανάσταση και ανάληψή του στους πιστούς; Επήγασε από θλίψη.

Βλέπετε αυτή τη ζωή, μάλλον δε την αθανασία; Επιφάνηκε σε μας από θάνατο.

Βλέπετε το ουράνιο ύψος, στο οποίο ανέβηκε κατά την ανύψωσή του ο Κύριος και την υπερδεδοξασμένη δόξα που δοξάσθηκε κατά σάρκα; Το πέτυχε με τη ταπείνωση και την αδοξία. Όπως λέγει ο απόστολος γι' αυτόν, «εταπείνωσε τον εαυτό του γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, γι' αυτό κι' ο Θεός τον υπερύψωσε και του χάρισε όνομα ανώτερο από κάθε όνομα, ώστε στο όνομα του Ιησού να καμφθεί κάθε γόνατο επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων και να διακηρύξει κάθε γλώσσα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος σε δόξα Θεού Πατρός».(Φιλιπ. 2: 8-11).

Εάν λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό του για το λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν επιλέξωμε τη ταπείνωση, αν δεν δείξουμε τη προς τους ομοφύλους αγάπη, αν δεν ανακτήσωμε τις ψυχές μας δια της υπομονής των πειρασμών, αν δεν ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού, που οδηγεί στην αιώνια ζωή, τον σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ' αυτήν; «διότι, και ο Χριστός έπαθε για μας, αφήνοντάς μας υπογραμμό (παράδειγμα), για να παρακολουθήσουμε τα ίχνη του». (Α' Πέτρ. 2:21).

Η ενυπόστατος Σοφία του υψίστου Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που από φιλανθρωπία ενώθηκε μ' εμάς και μας συναναστράφηκε, ανέδειξε τώρα εμπράκτως μια εορτή πολύ ανώτερη και από αυτή την υπεροχή. Γιατί τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση, της σ' αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι από τα υπόγεια προς την επιφάνεια της γης, αλλά από τη γη προς τον ουρανό του ουρανού και προς τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη των πάντων.

Σήμερα ο Κύριος όχι μόνο στάθηκε, όπως μετά την ανάσταση, στο μέσο των μαθητών του, αλλά και αποχωρίσθηκε από αυτούς και, ενώ τον έβλεπαν, αναλήφθηκε στον ουρανό και εισήλθε στ' αληθινά άγια των αγίων «και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός πάνω από κάθε αρχή και εξουσία και από κάθε όνομα και αξίωμα, που γνωρίζεται και ονομάζεται είτε στον παρόντα είτε στον μέλλοντα αιώνα».(Εφ. 1:20)

Γιατί λοιπόν στάθηκε στο μέσο τους κι' έπειτα τους συνόδευσε; «Τους εξήγαγε, λέγει, έξω έως τη Βηθανία», αλλά «και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24:50). Το έκαμε για να επιδείξει τον εαυτό του ολόκληρο σώο και αβλαβή, για να παρουσιάσει τα πόδια υγιή και βαδίζοντα σταθερά, αυτά που υπέστησαν τα τρυπήματα των καρφιών, τα ομοίως επί του σταυρού καρφωμένα χέρια, την ίδια τη λογχισμένη πλευρά, αν έφεραν πάνω τους, τους τύπους των πληγών, προς διαπίστωση του σωτηριώδους πάθους.

Εγώ δε νομίζω ότι δια του «στάθηκε στο μέσο των μαθητών» δεικνύεται και το ότι αυτοί στηρίχθηκαν στη πίστη προς αυτόν, με αυτή τη φανέρωση και ευλογία του. Γιατί δεν στάθηκε μόνο στο μέσο όλων αυτών, αλλά και στο μέσο της καρδιάς του καθενός, γιατί από εκείνη την ώρα οι απόστολοι του Κυρίου έγιναν σταθεροί και αμετακίνητοι.

Στάθηκε λοιπόν στο μέσο τους και τους λέγει, «ειρήνη σε σας», τούτη τη γλυκιά και σημαντική και συνηθισμένη του προσφώνηση. Την διπλή ειρήνη, προς το Θεό που είναι γέννημα της ευσέβειας και αυτή που έχουμε οι άνθρωποι μεταξύ μας. Και καθώς τους είδε φοβισμένους και ταραγμένους από την ανέλπιστη και παράδοξη θέα, γιατί νόμισαν ότι βλέπουν πνεύμα - φάντασμα, αυτός τους ανέφερε πάλι τους διαλογισμούς της καρδιάς των, και αφού έδειξε ότι είναι αυτός ο ίδιος, πρότεινε τη διαβεβαίωση δια της εξετάσεως και ψηλαφήσεως. Ζήτησε φαγώσιμο, όχι γιατί είχε ανάγκη τροφής, αλλά για επιβεβαίωση της αναστάσεώς του.

Έφαγε δε μέρος ψητού ψαριού και μέλι από κηρύθρα, που είναι και αυτά σύμβολα του μυστηρίου του. Δηλαδή ο Λόγος του Θεού ένωσε στον εαυτό του καθ' υπόσταση τη φύση μας, που σαν ιχθύς κολυμπούσε στην υγρότητα του ηδονικού και εμπαθούς βίου, και την καθάρισε με το απρόσιτο πυρ της Θεότητός του. Με κηρύθρα δε μελισσιού μοιάζει η φύση μας γιατί κατέχει το λογικό θησαυρό τοποθετημένο στο σώμα σαν μέλι στη κηρύθρα. Τρώγει από αυτά ευχαρίστως γιατί καθιστά φαγητό του τη σωτηρία του καθενός από τους μετέχοντας της φύσεως. Δεν τρώει ολόκληρο, αλλά μέρος «από κηρύθρα μέλι» επειδή δεν πίστευσαν όλοι και δεν το παίρνει μόνος του, αλλά προσφέρεται από τους μαθητές, γιατί του φέρνουν μόνο τους πιστεύοντες σ' αυτόν, χωρίζοντάς τους από τους απίστους.

Κατόπιν τους υπενθύμισε τους λόγους του πριν το πάθος, που όλοι πραγματοποιήθηκαν. Τους υποσχέθηκε να τους στείλει το άγιο Πνεύμα, τους είπε να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ μέχρι να λάβουν δύναμη από ψηλά. Μετά τη συζήτηση ο Κύριος τους έβγαλε από το σπίτι και τους οδήγησε έως τη Βηθανία και αφού τους ευλόγησε, όπως αναφέραμε, αποχωρίσθηκε από αυτούς και ανυψώθηκε προς τον ουρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη σαν όχημα και ανήλθε ενδόξως στους ουρανούς, στα δεξιά της μεγαλοσύνης του Πατρός, καθιστώντας ομόθρονο το φύραμά μας.

Καθώς οι Απόστολοι δεν σταματούσαν να κοιτάζουν τον ουρανό, με τη φροντίδα των αγγέλων πληροφορούνται ότι έτσι θα έλθει πάλι από τον ουρανό και «θα τον ιδούν όλες οι φυλές της γης, να έρχεται πάνω στις νεφέλες του ουρανού». (Ματθ. 24: 30). Τότε οι μαθητές αφού προσκύνησαν από το Όρος των Ελαιών, από όπου αναλήφθηκε ο Κύριος, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ χαρούμενοι, αινώντας και ευλογώντας το Θεό και αναμένοντες την επιδημία του θείου Πνεύματος.

Όπως λοιπόν εκείνος έζησε και απεβίωσε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε, έτσι κι' εμείς ζούμε και πεθαίνουμε και θα αναστηθούμε όλοι. Την ανάληψη όμως δεν θα πετύχουμε όλοι, αλλά μόνο εκείνοι για τους οποίους ζωή είναι ο Χριστός και ο θάνατος είναι κέρδος, όσοι προ του θανάτου σταύρωσαν την αμαρτία δια της μετανοίας, μόνο αυτοί θα αναληφθούν μετά την κοινή ανάσταση σε νεφέλες προς συνάντηση του Κυρίου στον αέρα. (Α' Θεσ. 4:17).

Ας έρθουμε στο υπερώο μας, στο νου μας προσευχόμενοι, ας καθαρίσουμε τους εαυτούς μας για να πετύχουμε την επιδημία του Παρακλήτου και να προσκυνήσουμε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο».


ΠΗΓΗ: www.saint.gr