Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)
29. Η Προσευχή του Κυρίου
Η προσευχή του Κυρίου («Πάτερ ἡμῶν») ως πρότυπο χριστιανικής προσευχής.
Τα τρία κύρια μέρη αυτής. Ο ευχαριστιανός και ο δοξαστικός χαρακτήρας
της χριστιανικής προσευχής (ιδιαίτερα στην Θεία Λειτουργία)
Το πρότυπο της προσευχής για μάς τους Χριστιανούς είναι φυσικά η προσευχή του Κυρίου («Κυριακή προσευχή»). Λαμβάνοντας υπόψη την σύνθεση και το περιεχόμενό της, βλέπουμε ότι εξωτερικά στην σύνθεσή της χωρίζεται σε τρία μέρη: α) επίκληση, β) αιτήσεις και γ) δοξολογία. Σύμφωνα με το εσωτερικό της περιεχόμενο, μπορεί επίσης να χωριστεί σε τρία γενικά μέρη. Το πρώτο και κυριότερο, περιλαμβάνει την επίκληση και τα τρία πρώτα αιτήματα. Ακολουθεί η τέταρτη αίτηση για το καθημερινό μας ψωμί και τέλος άλλα τρία αιτήματα για τις προσωπικές μας αμαρτίες.
Ποιό είναι το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα για το οποίο πρέπει να προσευχηθεί ένας Χριστιανός; Για ποιό πρέπει να αγωνίζεται περισσότερο από όλα: «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ»[1]. Αυτό βλέπουμε στο πρώτο μέρος της προσευχής. Απευθυνόμενος στον Θεό ως Επουράνιο Πατέρα, ο Χριστιανός μαρτυρεί έτσι ότι η αληθινή μας πατρίδα δεν είναι στην γη, αλλά στον ουρανό. «Ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει»[2], έγραψε ο Απόστολος Παύλος ξεκάθαρα. Και σ’ αυτή την έκκληση προς τον Πατέρα, ο Χριστιανός προσεύχεται να αγιαστεί το Όνομα του Θεού, τόσο στην προσωπική ζωή του καθενός μας όσο και στην ανθρώπινη ιστορία. Είναι ιερό πράγμα ειδικά όταν εμείς, οι Χριστιανοί, μέσω της επιτέλεσης καλών πράξεων οδηγούμε τους μη πιστούς να «δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[3].
Στην συνέχεια, ο Χριστιανός προσεύχεται για να εδραιωθεί η Βασιλεία του Θεού στην γη. Κοιτάζοντας την ζωή, βλέπει σ’ αυτήν μια διαρκή πάλη ανάμεσα σε δύο αρχές: το φως και το σκοτάδι, την αλήθεια και το ψέμα, το καλό και το κακό. Και βλέποντας αυτό, δεν μπορεί παρά να προσευχηθεί ώστε στην ζωή μας να εμφανιστεί η νίκη του φωτός επί του σκότους και να θριαμβεύσει η Βασιλεία του Θεού, η Βασιλεία της Αλήθειας και της Καλοσύνης.
Στην τρίτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου προσευχόμαστε γι’ αυτό, ώστε το θέλημα του Θεού να εκπληρωθεί στην ανθρώπινη ζωή, όπως εκπληρώνεται και στον ουράνιο κόσμο. Η χριστιανική συνείδηση λέει με σιγουριά και σταθερότητα στον άνθρωπο ότι το να βασιζόμαστε στο θέλημα του Θεού δεν είναι μόνο καθήκον μας, αλλά και πραγματική σοφία, η αλήθεια της ζωής. Ο Επουράνιος Πατέρας γνωρίζει τι είναι χρήσιμο και απαραίτητο για τον καθένα μας, και από την απέραντη αγάπη και καλοσύνη Του μας εύχεται καλό και σωτηρία περισσότερο απ’ ότι εμείς για τον εαυτό μας. Γι’ αυτό ο Απόστολος Πέτρος λέει: «Ρίξτε όλες τις φροντίδες σας πάνω Του, γιατί Αυτός φροντίζει για σας»[4].
Η τέταρτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου είναι η μόνη που δεν μιλάει για τις πνευματικές, αλλά για τις σωματικές μας ανάγκες. Πρέπει να ζητάμε τον «ἐπιούσιον ἄρτον» (=το καθημερινό μας ψωμί), δηλαδή ό,τι είναι απαραίτητο για την ύπαρξή μας, για την διατήρηση της σωματικής ζωής. Και πέρα απ’ αυτό, «αν δοθεί, δόξα τω Θεώ, αλλά αν δεν δοθεί, μη σε νοιάζει» (έκφραση από την Kατήχηση[5]). Φυσικά, η έκφραση «ἐπιούσιος ἄρτος» περιλαμβάνει όλα όσα μας είναι απαραίτητα: φαγητό, ρούχα, στέγαση κ.λπ. Και αυτή η τέταρτη αίτηση υποδεικνύει στον άνθρωπο ότι η επίγεια ζωή μας με τα καθημερινά προβλήματά της είναι επίσης θέμα το οποίο εμπίπτει στην φροντίδα του Επουράνιου Πατέρα για μάς. Ο Απόστολος Παύλος λέει: «Να έχετε αφιλάργυρη διάθεση, μένοντας ικανοποιημένοι με αυτά που έχετε, διότι ο ίδιος ο Κύριος είπε: δεν θα σε αφήσω ποτέ, ούτε θα σε εγκαταλείψω…»[6].
Η πέμπτη αίτηση της προσευχής του Κυρίου αναφέρεται στην συγχώρεση των αμαρτιών. Όχι μόνο σε αυτήν την αίτηση, αλλά και σε άλλα σημεία της διδασκαλίας Του, ο Κύριος έδειξε ξεκάθαρα ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να λάβουμε άφεση αμαρτιών από τον Θεό είναι η συγχώρεση των συνανθρώπων μας. Αλλά πόσο συχνά αυτό το αίτημα είναι αναληθές στα μάτια του Θεού, στον Οποίο προσευχόμαστε!… Διαβάζουμε «ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν», αλλά στην πραγματικότητα δεν συγχωρούμε και δεν αφήνουμε, αλλά είμαστε προσβεβλημένοι και για πολύ καιρό τρέφουμε ενόχληση στις καρδιές μας και επιθυμία να ανταποδώσουμε. Επομένως, κάθε φορά που ο κάθε Χριστιανός κάνει αυτήν την αίτηση, πρέπει να αναλογίζεται αν έχει συγχωρήσει τους εχθρούς του και όσους τον έβλαψαν. Και αν αυτό δεν συμβαίνει, αν δεν έχει συγχωρήσει, τότε δεν μπορεί να περιμένει συγχώρεση από τον Θεό για τον εαυτό του.
Οι δύο τελευταίες αιτήσεις, η έκτη και η έβδομη, μιλούν για ένα πράγμα: για τα αίτια της αμαρτίας. Πρώτα, ζητάμε να αφαιρεθεί από εμάς το μικρόβιο του πειρασμού και των σκανδάλων, και έπειτα να ελευθερωθούμε από το κακό, δηλαδή από τον ιδρυτή όλων των αμαρτιών, τον διάβολο. Οι άνθρωποι συνήθως φοβούνται τις εξωτερικές κακοτυχίες: τις αποτυχίες, τις ασθένειες, την φτώχεια κ.λπ. Ο Χριστιανισμός μάς διδάσκει να φοβόμαστε περισσότερο απ’ όλα για την αθάνατη ψυχή μας. Ο Κύριος είπε: «Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ»[7]. Και σε άλλο σημείο, σχετικά με τις εξωτερικές καταστροφές, ο Κύριος, αφού απαρίθμησε εξωτερικές δοκιμασίες και διωγμούς για την πίστη, είπε ευθέως: «χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[8].
Όχι, ο Χριστιανός δεν πρέπει να φοβάται τις εξωτερικές κακοτυχίες και προβλήματα, αλλά τις αμαρτίες και τις πτώσεις του. Όλοι γνωρίζουν πόσο συνηθίζουμε να παρανομούμε, αμαρτάνοντας κυριολεκτικά σε κάθε βήμα και σε κάθε στιγμή της ζωής μας. Αλλά η αμαρτία είναι ανομία, παραβίαση του Νόμου της Αλήθειας του Θεού, και επομένως το αποτέλεσμά της είναι μαρτύριο και θλίψη, «ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων…»[9]. Και έτσι, η προσευχή «Πάτερ ἡμῶν» κρατά την καρδιά μας σε βαθιά αποστροφή απ’ αυτά τα πνευματικά κακά, κι εμείς, ομολογώντας ταπεινά την αδυναμία και την κλίση μας στην αμαρτία, ζητάμε από τον Θεό να μας σώσει από την πτώση στις αμαρτίες που μας βάζουν σε πειρασμό και να μας ελευθερώσει από τον κακό καθοδηγητή της αμαρτίας, τον διάβολο.
Αυτές οι επτά αιτήσεις, ως γνωστόν, συνοδεύονται από μια επίσημη δοξολογία της δύναμης, της εξουσίας και της δόξας του Θεού[10]. Σε αυτή τη δόξα του μεγαλείου του Θεού βρίσκεται η υιική έκφραση της ακλόνητης και ξεκάθαρης σιγουριάς πως ό,τι ζητάμε θα μας δοθεί από την αγάπη του Επουράνιου Πατέρα, γιατί δική Του είναι «η βασιλεία και η δύναμη και η δόξα για πάντα».
Αλλά όχι μόνο η προσευχή του Κυρίου αποτελείται από τέτοια δοξολογία. Προσευχές δοξολογίας σε ξεκάθαρη μορφή (όπως για παράδειγμα το «Αἰνεῖτε τὸ ὄνομα Κυρίου» ή το «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος» κ.λπ.) δεν χρησιμοποιούνται τόσο συχνά από εμάς[11]. Συνήθως όμως αντιπροσωπεύουν το τέλος των προσευχών μας (ιδιαίτερα των λειτουργικών) και έχουν πάντα έναν ιδιαίτερα επίσημο και ιερό χαρακτήρα. Επομένως, προφέρονται πάντα από Κληρικό – Επίσκοπο ή Ιερέα. Οι πιο σημαντικές και χαρακτηριστικές προσευχές δοξολογίας είναι οι ψαλμωδίες «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ» (Μεγάλη Δοξολογία) και «Εσέ, Θεέ, δοξάζουμε»[12]. Οι προσευχές της δοξολογίας, πρωτίστως, θα πρέπει να χαρακτηρίζονται ανυπέρβλητες χριστιανικές προσευχές, επειδή κυρίως εκφράζουν την αγάπη του Χριστιανού για τον Θεό και την λατρεία για τις υψηλότερες τελειότητές Του.
Άρρηκτα συνδεδεμένο με την προσευχή της δοξολογίας στις ιερές Ακολουθίες είναι το τρίτο είδος προσευχής, η ευχαριστία. Είναι αυτονόητο ότι ένας Χριστιανός που αγαπά τον Θεό και γνωρίζει την αγάπη, το έλεος και τα οφέλη Του δεν μπορεί παρά να αισθάνεται ευγνωμοσύνη προς Αυτόν στην καρδιά του. Η πιο σημαντική ευχαριστήρια προσευχή είναι η πιο σημαντική Ακολουθία μας: η Θεία Λειτουργία. Το κύριο μέρος της, ο λεγόμενος «ευχαριστιακός κανόνας», αρχίζει με τις λέξεις «Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίω». Και αυτή η πιο αγνή αναίμακτη θυσία, η θυσία της αλήθειας, η θυσία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, που προσφέρεται κατά την Λειτουργία στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αν και ορατά προσφέρεται από τους ανθρώπους, επιτελείται αόρατα από τον ίδιο τον Σωτήρα Χριστό, με την Χάρη και την πανσθενουργό δύναμή Του, και από εμάς τους ανθρώπους τούτο γίνεται δεκτό μόνο με ευλάβεια και ευγνωμοσύνη. Γι’ αυτό, την πιο σημαντική στιγμή της Λειτουργίας, ο ιερέας διακηρύττει πανηγυρικά: «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν Σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα», και οι προσευχόμενοι (οι ψάλτες για λογαριασμό τους) απαντούν με τον ευχαριστήριο ύμνο: «Σὲ ὑμνοῦμεν, σὲ εὐλογοῦμεν, σοὶ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καὶ δεόμεθά σου, ὁ Θεὸς ἡμῶν…».
(συνεχίζεται)
[1] Ματθ. ϛ΄ 33.
[2] Φιλιπ. γ΄ 20.
[3] Ματθ. ε΄ 16.
[4] «Πᾶσαν τὴν μέριμναν ὑμῶν ἐπιῤῥίψαντες ἐπ᾿ αὐτόν, ὅτι αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 7).
[5] Αναφέρεται στην περίφημη Κατήχηση του Αγίου Φιλαρέτου Μόσχας (+1867).
[6] «Ἀφιλάργυρος ὁ τρόπος, ἀρκούμενοι τοῖς παροῦσιν· αὐτὸς γὰρ εἴρηκεν· οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ᾿ οὐ μή σε ἐγκαταλίπω» (Ἑβρ. ιγ΄ 5).
[7] Ματθ. ι΄ 28.
[8] Ματθ. ε΄ 12.
[9] Ματθ. κβ΄ 13.
[10] «Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἀγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
[11] Αναφέρεται στο ρωσικό τυπικό.
[12] Βλ. υποσ. 1, στο 11ο Κεφάλαιο του παρόντος έργου.