Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΗΘΟΥΣ Ή ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΥΠΑΡΞΙΣ;


῞Ενα πολὺ ἐπίκαιρο ἐρώτημα:
Μαρτυρία ᾿Ορθοδόξου ῎Ηθους ἤ συγκρητιστικὴ συνύπαρξις;

«Τὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν ἔχοντες καλὴν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ἵνα ἐκ τῶν καλῶν ἔργων ἐποπτεύσαντες δοξάσωσι τὸν Θεὸν»
(Α´ Πέτρ. β´ 12)

ΣΤΙΣ ἡμέρες μας ἐπαναβιώνουμε καὶ ἀντιμετωπίζουμε, ὡς Χριστιανοί, μίαν ἱστορικὴ πρόκλησι, ἕνα κοινωνικὸ φαινόμενο, τὸ ὁποῖο εἶχε βιώσει ἔντονα ὁ πρώϊμος Χριστιανισμός: τὸ παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Λαοί, φυλαὶ καὶ γλῶσσαι, πολιτισμοί, ἔθνη καὶ θρησκεῖαι συνθέτουν τὸ πολύμορφο πλαίσιο, ἐντὸς τοῦ ὁποίου κινοῦνται πλέον καθημερινῶς οἱ εὐσεβεῖς καὶ ἀναπτύσσουν μὲ ἀλλοδόξους, ἀλλοπίστους καὶ ἀλλοεθνεῖς ἕναν διάλογο ζωῆς ἐν τῇ πράξει.
Τόσον οἱ ἀλλοτριωμένοι ἐκ τῶν ὀρθοδόξων Οἰκουμενισταί, ὅσον καὶ οἱ ἐκκοσμικευμένοι πολιτικοὶ καὶ διανοούμενοι, προσπαθοῦν μὲ ποικίλους τρόπους νὰ ἐπιβάλλουν ἰδικούς τους κανόνες, προκειμένου νὰ ἔχη ἐπιτυχία αὐτὸς ὁ ἀναπόφευκτος διάλογος ζωῆς.
῾Η προσπάθειά τους αὐτὴ καταβάλλεται στὴν προοπτικὴ πάντοτε τῆς εἰρηνικῆς συνυπάρξεως καὶ τῆς ἀπροσκόπτου συμμετοχῆς στὰ ἀγαθὰ τοῦ ἐπιγείου χιλιαστικοῦ παραδείσου· ἀλλὰ γιατί ὄχι; καὶ στὴν προοπτικὴ μιᾶς συγκλίσεως καὶ συγκρητιστικῆς συνθέσεως, ὁπότε ἡ στάσις τελικὰ ἔναντι τῆς ᾿Αληθείας καὶ ἡ σχέσις μας μὲ Αὐτὴν νὰ εἶναι τοιαύτη, ὥστε νὰ μὴν ἐνοχλῆ κανέναν.

***

Εν τούτοις, οἱ εὐσεβεῖς ᾿Ορθόδοξοι Χριστιανοί, «Πνεύματι περιπατοῦντες»1 , ἔχουν ὡς σταθεροὺς ῾Οδηγοὺς στὴν ἐπίγεια πορεία τους πρὸς τὴν ᾿Ογδόην ῾Ημέραν, ὄχι τοὺς θρησκειοποιημένους ποιμένας, ἀλλὰ τὰ θεωμένα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τοὺς θεοφόρους καὶ φωτοφόρους ᾿Αποστόλους, Πατέρας καὶ Διδασκάλους.
᾿Εν προκειμένῳ, ὁ ῞Αγιος ᾿Απόστολος Πέτρος μᾶς προτρέπει μὲ ἔμφασι νὰ μὴ λησμονοῦμε ἕναν θεμελιώδη κανόνα, εὑρισκόμενοι πλέον ἀνάμεσα στὰ πολυειδῆ καὶ πολυώνυμα σύγχρονά μας «ἔθνη»: τὴν «καλὴν ἀναστροφήν»
2 .
῾Ο Κορυφαῖος ὑπενθυμίζει στοὺς εὐσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι συμβιώνουν μὲ ἀπίστους, ἀσεβεῖς, κακοδόξους, αἱρετικοὺς καὶ ἑτεροθρήσκους,
«νὰ ἔχουν καλὴν συναναστροφὴν καὶ ζωὴν ἐνάρετον», «νὰ εἶναι στολισμένοι μὲ ἤθη εὐαγγελικὰ καὶ μὲ ἀρετὰς χριστιανικάς»
3 .
Αὐτὴ ἡ θεομακάριστος «καλὴ ἀναστροφή», ἡ ἐν Χριστῷ ἀξιοπρεπὴς καὶ συνεπὴς συμπεριφορὰ καὶ διαγωγὴ τῶν εὐσεβῶν, ὡς Μαρτυρία ᾿Ορθοδόξου ῎Ηθους, προσελκύει τὴν ἰδιαίτερη προσοχὴ («ἐποπτεύσαντες»2 ) τῶν ἀλλοτρίων καὶ ἐν συνεχείᾳ ὠθεῖ αὐτοὺς στὴν γνῶσι τῆς ᾿Αληθείας καὶ τὴν ἐπίγνωσι τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
῾Η προτροπὴ τοῦ ῾Αγίου ᾿Αποστόλου Πέτρου γιὰ τὴν «καλὴ ἀναστροφὴ» ἀποτελεῖ σαφῆ ἀπήχησι τῶν λόγων τοῦ Σωτῆρος μας:


«Οὕτω λαμψάτω τὰ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς Οὐρανοῖς»4 .
Τὴν κεφαλαιώδη αὐτὴν ἀλήθεια, γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ἱεραποστολικὴ δύναμι τῆς «καλῆς ἀναστροφῆς», διεκήρυξε καὶ ὁ ῾Ιερὸς Χρυσόστομος, μὲ ἐξαιρετικὴ μάλιστα ἔμφασι: «Κανεὶς δὲν θὰ ἦταν εἰδωλολάτρης, ἄν ἤμεθα πραγματικοὶ Χριστιανοί· ἄν ἐφυλάγαμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ ὅταν μᾶς ἀδικοῦσαν καὶ ὅταν μᾶς ἅρπαζαν τὰ ἰδικά μας· ἄν εὐλογούσαμε ὅταν μᾶς ὕβριζαν· ἄν εὐεργετούσαμε ὅταν ἐδεινοπαθούσαμε. Κανεὶς δὲν θὰ ἦταν τόσο θηρίο, ὥστε νὰ μὴν τρέξη πρὸς τὴν εὐσέβεια, ἄν ἀπὸ ὅλους μας ἐτηρεῖτο αὐτὴ ἡ τακτική»
5 .

* * *

 Ο
Φωστὴρ τοῦ ῎Αθωνος, ὁ ῞Οσιος Νικόδημος, ἀναφέρει τὴν ἑξῆς θαυμαστή, χαριτωμένη καὶ οἰκοδομητικὴ «ἱστορία ὁποῦ διηγοῦνται πολλοὶ ἀξιόπιστοι» καὶ ἡ ὁποία ὑπομνηματίζει ἄριστα τὴν ἀνωτέρω διδαχὴ τοῦ Κορυφαίου:
῏Ησαν «δύο χωρία πλησιόχωρα» εἰς τὴν Μικρὰν ᾿Ασίαν, «ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἰς μὲν τὸ ἕνα ἦτον Τοῦρκοι μόνον χωρὶς Χριστιανῶν, εἰς δὲ τὸ ἄλλο ἦτον μόνον Χριστιανοί.
Οἱ Τοῦρκοι οὖν ἐκεῖνοι ἦτον πολλὰ σκληροὶ καὶ ἀπάνθρωποι, καὶ ἐπροξένουν πολλὰς τυραννίας εἰς τοὺς Χριστιανούς· κατὰ θείαν δὲ ὀργήν, ἠκολούθησέ ποτε μία θανατηφόρος ἀσθένεια εἰς μόνον τὸ χωρίον τῶν Τούρκων, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὅλοι σχεδόν, μικροὶ καὶ μεγάλοι καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἦτον κλινήρεις καὶ κατάκοιτοι εἰς τὸ στρῶμα.
Τότε ἕνας φρονιμώτατος καὶ θεοφοβούμενος Χριστιανός, ὁ πλέον γεροντότερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους, βλέπωντας αὐτοὺς εἰς τοιαύτην ἐλεεινὴν κατάστασιν, τοὺς εὐσπλαγχνίσθη· ὅθεν συνάξας ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ἐσυμβούλευσεν αὐτοὺς νὰ λησμονήσουν τὰς τυραννίας ὁποῦ οἱ Τοῦρκοι τοὺς ἐπροξένουν, καὶ νὰ θελήσουν ὅλοι νὰ ἐπισκεφθοῦν τοὺς Τούρκους εἰς τὴν ἀσθένειάν τους, φυλάττοντες τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, τὴν λέγουσαν: “ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε αὐτούς”· συμβουλεύσας δέ, τοὺς ἔπεισε καὶ ἔτζι ὅλοι πηγαίνοντες εἰς τὸ χωρίον καὶ ἐμβαίνοντες εἰς τὰ ὀσπήτια τῶν Τούρκων, ἐπιμελήθησαν αὐτοὺς καὶ ὑπηρέτησαν ἕως οὗ ἔγιναν ὑγιεῖς.
Τότε οἱ Τοῦρκοι ἐκεῖνοι, βλέποντες τὴν τοσαύτην καλωσύνην καὶ ἀνεξικακίαν τῶν Χριστιανῶν, ἐθαύμασαν πῶς ἔχουν τοιαύτην πίστιν καὶ τοιοῦτον Θεόν, ὁποῦ τοὺς διδάσκει νὰ μὴν ἀποδίδουν κακὸν ἀντὶ κακοῦ· ὅθεν συναχθέντες ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ κοινολογησάμενοι τὴν ὑπόθεσιν, ὅλοι μὲ κοινὴν γνώμην ἐβαπτίσθησαν καὶ ἔγιναν Χριστιανοί.

᾿Ιδοὺ ἡ “καλὴ ἀναστροφὴ” τῶν Χριστιανῶν, πῶς πείθει ὁλόκληρα χωρία νὰ πιστεύουν εἰς τὸν Χριστὸν καὶ ἀκολούθως νὰ δοξάζουν Αὐτόν»6 .

---------------------------------------

1.
Α´ Πέτρ. β´ 11.
2. Α´ Πέτρ. β´ 12.
3. ῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, ῾Ερμηνεία εἰς τὸ Α´ Πέτρ. β´ 12.
4. Ματθ. ε´ 16.
5. ῾Ι. Χρυσοστόμου, PG τ. 62, στλ. 551/Εἰς τὴν Α´ Τιμοθ., ῾Ομιλία Ι´, § γ´.
6. ῾Οσίου Νικοδήμου ῾Αγιορείτου, ῾Ερμηνεία εἰς τὰς ῾Επτὰ Καθολικὰς ᾿Επιστολάς, σελ. 99-100, ὑποσημ. 2, ῾Ενετίησιν 1806.


(Περιοδικό ''ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ, ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2006 • ΤΕΥΧΟΣ 332)