Ὁ Ἅγιος πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος στὸ κελλάκι του μὲ τὸ κομβοσχοίνι στὸ χέρι,
στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ὑψηλοῦ Λέσβου κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ἐξορίας του (1951-1952)
Ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μεγάλο Ἐξόριστο
ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ἕνα σύντομο ἀπόσμασμα ἀπὸ τὸ Κεφάλαιο ΙΕ΄ («Ἡ δύσκολη καὶ ἔνδοξη περίοδος ἕως τῆς Κοιμήσεως τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου») ἀπὸ τὸν Τόμο Β΄ τοῦ ἔργου μας: «Ἐπίσκοπος Μαγνησίας Χρυσόστομος Νασλίμης (1910-1973) – Ἀκατάβλητος Ἀγωνιστὴς Πίστεως καὶ Ὑπομονῆς», Ἀθήνα 2020, σελ. 43-46, προκειμένου νὰ τιμήσουμε τὴν μνήμη τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατρὸς καὶ κορυφαίου τῆς Ὀρθοδοξίας ἀναστήματος Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου (+7/20-9-1955), ἐπικαλούμενοι τὶς θεοπειθεῖς Αὐτοῦ πρεσβεῖες ὑπὲρ τῶν κατὰ πνεῦμα τέκνων του.
Ὁ βιογραφούμενός μας π. Χρυσόστομος Νασλίμης ὡς χαρακτηριζόμενος ἀπὸ ὑψηλὸ αἴσθημα εὐθύνης καὶ ἀπὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, ἔσπευδε νὰ ἐπικοινωνεῖ γραπτῶς μὲ τὸν Μέγα Ὁμολογητὴ τῆς Ὀρθοδοξίας Ἅγιο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο, διατελοῦντα τότε ἐξόριστο στὴν δυσπρόσιτη Ἱερὰ Μονὴ Ὑψηλοῦ Μυτιλήνης. Καὶ τοῦτο, διότι ἐκζητοῦσε πατρικὲς εὐχές, ἐνημέρωνε περὶ ὅσων συνέβαιναν καὶ ἔθετε ἐρωτήματα.
Δύο χαρακτηριστικὲς ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου ἔχουμε ὑπ᾽ ὄψιν μας ἀπὸ ἐκείνη τὴν περίοδο πρὸς τὸν τότε Ἀρχιμ. π. Χρυσόστομο Νασλίμη. Στὴν πρώτη, μὲ ἡμερομηνία 2/15-6-1951, ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὑψηλοῦ, γράφει ὁ Ὑψηλὸς Δεσμώτης τῆς Ὀρθοδοξίας πρὸς τὸν ἀκούραστο Ἀγωνιστὴ π. Χρυσόστομο:
«Ἀγαπητέ μοι Ἀρχιμανδρίτα κ. Χρυσόστομε·
Τὴν ὑπὸ ἡμερομηνίαν 20 Μαΐου ἀδελφικὴν ἐπιστολὴν τῆς ὑμετέρας περισπουδάστου πανοσιολογιότητος ἔλαβον χθὲς τὸ ἑσπέρας. Τὸ περιεχόμενον αὐτῆς ἀνέγνων μετὰ προσοχῆς καὶ μεγάλου ἀδελφικοῦ ἐνδιαφέροντος. Εἶδον μὲ λύπην καὶ συγκίνησιν καὶ τὰς ἰδικάς Σας δοκιμασίας καὶ περιπετείας ἅς, συνεπείᾳ τοῦ καθ᾽ ἡμῶν κινηθέντος ἀγρίου καὶ ἀμειλίκτου διωγμοῦ, μεθ᾽ ὑπομονῆς ὑπέστητε καὶ ὑμεῖς διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ. Ὁ διωγμὸς οὗτος εἶνε πρωτοφανὴς εἰς τὰ χρονικὰ τῆς ἱστορίας τῆς Αὐτοκεφάλου Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἐγκαρτέρησις τῶν Χριστιανῶν μας εἶνε καὶ αὕτη πρωτοφανὴς εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τοὺς μὲν διώκτας, ἐκκλησιαστικούς τε καὶ πολιτικούς, ἡ ἱστορία θὰ καυτηριάσῃ μὲ τὰ δριμύτερα καυστήρια, τοὺς δὲ διωκομένους καὶ ὑπομένοντας τὰ πάντα διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν, θὰ στέψῃ μὲ τὸν ἐπίζηλον φωτοστέφανον τοῦ Ὁμολογητοῦ ἐν ὥρᾳ Κρίσεως. Ἄς δοξάζωμεν τὸν Θεόν, τὸν εὐδοκήσαντα νὰ ἐπιφυλάξῃ εἰς ἡμᾶς τὸν τιμητικὸν κλῆρον νὰ ἀγρυπνῶμεν καὶ φυλακὰς νὰ φυλάσσωμεν περὶ τοὺς προμαχῶνας τῆς Ὀρθοδοξίας, καυτηριάζοντες καὶ στηλιτεύοντες τὰς καταχθονίους ἐπιβουλὰς τῶν πολεμίων καὶ λυμεώνων τοῦ ὑγιοῦς καὶ ἀκραιφνοῦς πνεύματος αὐτῆς…
»Ὅσον ἀφορᾷ τὴν ἐξοικονόμησιν τῆς δι᾽ ἁγνῶν καὶ εὐσεβῶν γυναικῶν Μεταλήψεως τῶν Τιμίων Δώρων εἰς μελλοθανάτους ἀσθενεῖς, οὕς δὲν δύνασθε προσωπικῶς νὰ ἐπισκεφθῆτε καὶ κοινωνήσητε, ταύτην ἐγκρίνομεν καὶ ἡμεῖς, προτιμῶντες ἐκ δύο κακῶν τὸ μὴ χεῖρον. Ἐπὶ τῇ ἐλπίδι, ὅτι ὁ Κύριος, διὰ τὴν δόξαν τοῦ Ὁποίου ἀγωνιζόμεθα, ἐν τῷ ἀπείρῳ ἐλέει τῆς μακροθυμίας καὶ τῆς ἀμέτρου συγκαταβάσεως πρὸς ἡμᾶς θὰ εὐδοκήσῃ νὰ κολοβώσῃ τὰς ἡμέρας τῶν θλίψεων καὶ δοκιμασιῶν, ἐπιβραβεύων μὲν τὸν ἱερὸν Ἀγῶνα τὸν θρίαμβον, ἡμῶν δὲ τὴν ἀπελευθέρωσιν, διατελῶ μετ᾽ ἀγάπης καὶ εὐχῶν» (Ἀρχεῖον Χρυσοστόμου Νασλίμη. Νὰ σημειώσουμε ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο ἡ ἐξορία ἁγίου Ποιμένος σὲ χρόνια διωγμοῦ θεωρεῖται «ἐρημία τῆς Ἐκκλησίας», πρόξενη μεγάλης λύπης στοὺς πολλούς, ἀλλὰ καὶ μακαρισμοῦ γιὰ τοὺς πάσχοντας μετὰ μακροθυμίας καὶ γενναιότητος [βλ. Ἐπιστολὴ ΡΠΒ΄: «Πρὸς τὸν Πρεσβύτερον Παυλῖνον»).
Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο τὸ ὑψηλὸ καὶ ἀπτόητο φρόνημα τοῦ Ἁγίου Πατρός, ὁ ὁποῖος δὲν κάμπτεται πρὸ τῶν δεινῶν τῆς ἐξορίας, ἀλλὰ σπεύδει νὰ παρηγορήσει καὶ ἐγκαρδιώσει τοὺς ἐπίσης διωκομένους εὐσυνειδήτους καὶ γενναίους Κληρικούς του, ὅπως καὶ τὸ ἀνυποχώρητο Ποίμνιό του, καὶ ἐπίσης τὸ μέτρο τῆς ποιμαντικῆς οἰκονομίας καὶ διακρίσεώς του, τὸ ὁποῖο λόγῳ τοῦ διωγμοῦ ὑπερβαίνει τὸ στενὸ γράμμα τοῦ νόμου πρὸς ἐπιτέλεσιν τοῦ σωστικοῦ ἔργου ὑπὲρ ἀθανάτων ψυχῶν.
Στὴν δεύτερη ἐπιστολὴ μὲ ἡμερομηνία 24-7-1951, διαβάζουμε:
«Ἀγαπητέ μοι Χρυσόστομε, τὴν ἀπὸ 23 Ἰουνίου ἐπιστολὴν τῆς ὑμετέρας φίλης πανοσιολογιότητος ἐδεξάμην χθὲς καὶ μετὰ πολλῆς χαρᾶς ἀνέγνων. Σᾶς συγχαίρω διὰ τὴν ἀνύστακτον ὑμῶν ἐπαγρύπνησιν καὶ περιφρούρησιν τῶν ἱερῶν Παραδόσεων καὶ τῶν Πατρώων τῆς Ὀρθοδοξίας θεσμῶν, ὡς καὶ διὰ τὴν σθεναρὰν ἄμυναν ὑμῶν κατὰ τῶν ἀγρίων διωκτῶν, οἵτινες πρὸς κέντρα λακτίζουν, κηρύξαντες ἐν διωγμῷ τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἐπίσης, εἶσθε ἄξιος συγχαρητηρίων, διότι, παρ᾽ ὅλον τὸν περιορισμόν Σας καὶ τὸν ἄγριον διωγμόν, δὲν ἀμελεῖτε καὶ τὰ ἱερατικά Σας καθήκοντα πρὸς ἱκανοποίησιν τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ποιμνίου Σας. Εἰς τὴν ὑγείαν μου εἶμαι θαυμάσια, χάρις τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ, οὗ τὸ ἄπειρον ἔλεος καὶ ἡ εἰρήνη σὺν τῇ ἐμῇ εὐχῇ καὶ εὐλογίᾳ εἴη μεθ᾽ ὑμῶν καὶ τῶν Χριστιανῶν Σας. Διαβιβάζω τὰς εὐχάς μου εἰς ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Τῆς Ὑμετέρας φίλης καὶ περισπουδάστου πανοσιολογιότητος διάπυρος εὐχέτης, +ὁ π. Φλωρίνης Χρυσόστομος» (Ἀρχεῖον Χρυσοστόμου Νασλίμη).
Τὰ δύο αὐτὰ σύντομα ἱστορικὰ κείμενα-μαρτυρίες, ἐντυπωσιακὰ γιὰ τὸν παλμό, τὴν εὐγένεια, τὸ ἐνδιαφέρον, τὴν ἀποφασιστικότητα, τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὸ ἄρωμα ποὺ ἀποπνέουν, ἀποδεικνύουν τόσο τὴν μεγαλοσύνη τοῦ Γράφοντος, ὅσο καὶ τὴν ἀξιοσύνη τοῦ ἀποδέκτου, τοῦ ὁποίου τὶς πρὸς τὸν ἱερὸ Δεσμώτη ἐπιστολὲς δὲν ἔχουμε δυστυχῶς ὑπ᾽ ὄψιν μας.