Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Χριστὸς Ἀνέστη!
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ πέμπτῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα,
τὴν τῆς Σαμαρείτιδος ἑορτὴν ἑορτάζομεν.Ὕδωρ λαβεῖν ἐλθοῦσα τὸ φθαρτόν, γύναι,
Τὸ ζῶν ἀπαντλεῖς, ᾧ ῥύπους ψυχῆς πλύνεις.
Ἐνῶ φθαρτὸ νερό, γυναίκα, ἦλθες νὰ λάβεις,
Τὸ ζωντανὸ ἀντλεῖς, ρύπους ψυχῆς μὲ τὸ ὁποῖο πλένεις.
Ὅπως ἀκούσαμε σήμερα ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἕνα μεσημέρι, ὁ Χριστὸς εὐαγγελιζόμενος τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἦρθε μὲ τοὺς Μαθητές Του στὴν Σαμάρεια καὶ κουρασμένος ἀπὸ τὴν πολλὴ ὁδοιπορία κάθισε κοντὰ στὸ πηγάδι ποὺ εἶχε φτιάξει ὁ Πατριάρχης Ἰακὼβ γιὰ νὰ ξεκουραστεῖ, ἐνῶ οἱ Ἀπόστολοι πῆγαν στὴν πόλη γιὰ νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα. Ἡ κούραση αὐτὴ ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἐργασία, εἶναι καίρια γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός, γιὰ νὰ εὐαγγελίσει τὸν κόσμο, κουράσθηκε, διδάσκοντας ὅτι ἐκεῖνος ποὺ πρόκειται νὰ διακονήσει τὴν Ἐκκλησία, πρέπει νὰ εἶναι ἔτοιμος νὰ κουραστεῖ σωματικά, ὅπως καὶ ὁ Κύριός μας. Ἄλλωστε, «τὰ ἀγαθὰ κόποις κτῶνται». Μετὰ τὴν σωματικὴ κόπωση, ὁ Χριστός, ὅπως θὰ δοῦμε στὴ συνέχεια, θὰ γευθεῖ πνευματικὴ τροφή. Ἡ φυγοπονία αὐτὸ ἀκριβῶς στερεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τὴν μετάληψη πνευματικῆς τροφῆς, ἡ ὁποία στηρίζει καὶ εὐφραίνει τὸν ἐργάτη τοῦ καλοῦ.
Λίγο ἀργότερα, στὸ πηγάδι φτάνει μία γυναίκα, Σαμαρείτιδα, γιὰ νὰ ἀντλήσει νερὸ μὲ τὴ στάμνα της. Βλέποντάς την ὁ Κύριος, δὲν διστάζει νὰ γίνει ὁ ἐνδεής, ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ ἔχει ἀνάγκη, καὶ ἔρχεται στὸ ἴδιο ἐπίπεδο μὲ αὐτὸ τῆς γυναίκας. Γιὰ νὰ τὴν ἀνυψώσει, καταδέχεται νὰ ταπεινωθεῖ, ζητῶντας νερὸ ἀπὸ μία γυναίκα καὶ μάλιστα Σαμαρείτιδα καὶ μάλιστα μοιχαλίδα. Στοὺς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Καλὸς Ποιμὴν παραδίδει σήμερα μαθήματα ποιμαντικῆς. Βλέπετε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη νὰ αἰσθάνεται χρήσιμος. Αὐτὴ τὴν ἀνάγκη τῆς Σαμαρείτιδας ἱκανοποιεῖ ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ τὴν προσεγγίσει, σπάζοντας τὸ κατεστημένο, δεδομένου ὅτι δὲν συνηθιζόταν ἄντρες νὰ συνομιλοῦν μὲ γυναῖκες σὲ δημόσιο χῶρο, καθῶς θεωροῦνταν ὑποδεέστερες. Καλὸ θὰ ἦταν, οἱ δῆθεν προοδευτικοὶ τῶν ἡμερῶν μας νὰ γνώριζαν ὅτι ὁ πρῶτος ποὺ ἔφερε τὴν πρόοδο τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, ἦταν ὁ Δεσπότης Χριστός. Ἡ κίνηση αὐτὴ τοῦ Κυρίου ἦταν πολὺ σημαντική, ἰδιαίτερα ἄν σκεφτοῦμε ὅτι ἡ γυναίκα ἐκείνη, λόγῳ τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς της, πιθανὸν νὰ βίωνε τὴν περιφρόνηση τῶν συνανθρώπων της.
Στὸ σημεῖο αὐτό, ἡ γυναίκα ἐξεπλάγη καὶ ἀπόρησε πῶς ἕνας Ἰουδαῖος συνομιλεῖ μὲ μία Σαμαρείτιδα. Οἱ σχέσεις Ἰουδαίων καὶ Σαμαρειτῶν χαρακτηρίζονταν ἀπὸ ἔχθρα, ἡ ὁποία δὲν ἔλεγε νὰ πάψει γιὰ ἕναν ἁπλούστατο λόγο: τὴν ἔλλειψη ἐπικοινωνίας. Οἱ δύο λαοὶ δὲν ἔβλεπαν τὰ πρόσωπα, ἀλλὰ μία ἀπρόσωπη ταμπέλα: Ἰουδαῖος, Σαμαρείτης. Ὁ Χριστὸς σήμερα πρότεινε τὴν λύση γιὰ τὴν εἰρήνευση τῶν σχέσεων: τὴν ἐπικοινωνία. Μέσῳ αὐτῆς, ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀρχίζει νὰ βλέπει περισσότερο ἐκεῖνα ποὺ ἐνώνουν, παρὰ ὅσα χωρίζουν.
Tὴν ἀπορία τῆς γυναίκας ἀκολούθησε μία στροφὴ στὴν ροὴ τῆς συζήτησης. «Ἂν ἤξερες […] ποιός εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σοῦ λέει «φέρε μου νὰ πιῶ», ἐσὺ θὰ τοῦ ζητοῦσες καὶ θὰ σοὺ ἔδινε τὸ νερὸ τὸ ζωντανό», εἶπε ὁ Κύριος στὴν γυναίκα. Πρόκειται γιὰ τὴν δροσιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ὁποία ὅποιος γεύθηκε, δὲν δίψασε ξανὰ γιὰ ἐπίγειες ἀπολαύσεις. Αὐτὸ τὸ ζωντανὸ νερὸ ἀποτελεῖ πρόγευση τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, πρόγευση τῆς Ἀναστάσεως, βέβαιη πίστη ὅτι ὁ θάνατος καὶ κάθε δύναμη τοῦ κακοῦ νικήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀναστάντα Χριστό. Σὲ ἀντίθεση μὲ πρίν, ποὺ ὁ Χριστὸς ζητοῦσε τὸ ἐπίγειο νερό, τώρα ἡ Σαμαρείτις ζητᾶ ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν», χωρὶς βέβαια νὰ καταλάβει περὶ τίνος πρόκειται.
Ὡστόσο, ὁ Κύριος ἀνταποκρίθηκε θετικά στὸ αἴτημα τῆς γυναίκας.
- Πήγαινε, φώναξε μου τὸν ἄνδρα σου, τῆς εἶπε.
- Δὲν ἔχω ἄνδρα.
- Σωστὰ εἶπες ὅτι δὲν ἔχεις ἄνδρα, γιατὶ εἶχες πέντε ἄνδρες καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχεις τώρα, δὲν εἶναι ἄνδρας σου.
Προσπάθησε ἡ Σαμαρείτιδα νὰ ἀποκρύψει τὰ ἁμαρτήματά της, ὅπως πολλοὶ στὴν Ἐξομολόγηση, ἀλλὰ ὁ Θεός, καὶ αὐτὰ ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχει πράξει ὁ ἄνθρωπος, τὰ γνωρίζει πολὺ καλά. Γιὰ αὐτό, στὴν Ἐξομολόγηση πρέπει νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς. Διαφορετικά, μπορεῖ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας μὲ πιὸ ντροπιαστικὸ τρόπο, ὅπως στὴν προκειμένη περίπτωση.
Μέσα ἀπὸ τὰ ἀφοπλιστικὰ αὐτὰ λόγια τοῦ ἄγνωστου συνομιλητῆ της, ἡ γυναίκα κατάλαβε ὅτι μάλλον εἶναι Προφήτης. Ἕναν μόνο λόγο ἄκουσε ἡ ἐλευθέρων ἠθῶν γυναίκα καὶ κατάλαβε ὅτι τὸ πρόσωπο ποὺ εἶχε ἀπέναντί της ἦταν ἱερό. Οἱ δὲ Φαρισαῖοι, οἱ «ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ», τόσα καὶ τόσα θαύματα εἶδαν καὶ δὲν θέλησαν νὰ καταλάβουν. Ἡ ψυχή τους εἶχε βρεῖ αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε: μία πλαστὴ εἰκόνα τὴν ὁποία νὰ βλέπει ὁ κόσμος καὶ νὰ τὴν σέβεται. Ἡ ψυχή, ὅμως, τῆς γυναίκας, δὲν εἶχε βρεῖ αὐτὸ ποὺ ζητοῦσε. Γιὰ αὐτὸ καὶ ἄλλαξε ἕξι συζύγους. Ἤλπιζε ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ βρεῖ τὸν κατάλληλο. Στὴν πραγματικότητα, αὐτὸ ποὺ ἔψαχνε ἦταν κάτι πολὺ ἀνώτερο ἀπὸ μία σαρκικὴ σχέση, ἦταν ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, εἶχε πνευματικὲς ἀνησυχίες: «Οἱ πατέρες μας προσκύνησαν στὸ βουνὸ αὐτό, ἐνῶ ἐσεῖς λέτε ὅτι στὰ Ἱεροσόλυμα πρέπει νὰ προσκυνοῦμε», εἶπε στὸν Κύριο, γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση:
- Ὁ Θεὸς εἶναι Πνεῦμα καὶ αὐτοὶ ποὺ Τὸν προσκυνοῦν, πρέπει νὰ Τὸν προσκυνοῦν μὲ τὸ πνεῦμα καὶ μὲ εἰλικρίνεια».
- Ξέρω ὅτι ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ὁ λεγόμενος Χριστός. Ὅταν ἔλθει ἐκεῖνος, θὰ μᾶς τὰ ἀναγγείλει ὅλα.
Θὰ περίμενε κανεὶς ὅτι ὁ Θεάνθρωπος, ἀπὸ ταπείνωση δὲν θὰ ἔλεγε ποιός ἦταν. Ὁ Χριστὸς, ὅμως, προτίμησε νὰ πεῖ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν ὁποία ἦλθε στὴν γῆ. Ἔτσι, ἔκανε τὴν ἀποκάλυψη: «Ἐγὼ εἶμαι (ὁ Χριστός), ποὺ σου μιλάω».
Ἡ ἁμαρτωλή, ἀλλὰ ἄδολη γυναίκα, ποὺ γιὰ τόσα χρόνια ἦταν στὰ δίχτυα τοῦ κακοῦ, πίστεψε ἀμέσως. Αὐτὸ ἦταν. Ἔλαβε τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν. Πῆγε γιὰ φθαρτὸ νερό, ἀλλὰ ἄντλησε αἰώνιο. Τὸ φθαρτὸ δὲν τὴν ἐνδιέφερε πλέον. Ἄφησε πίσω τὴ στάμνα της, μαζὶ καὶ τὶς ἁμαρτίες, καὶ ἔτρεξε νὰ γίνει Ἰσαπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία Φωτεινή.
Ἐν τῷ μεταξύ, ἦρθαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἔφεραν τὶς τροφές. Εἶδαν τὸν Διδάσκαλό τους νὰ συνομιλεῖ μὲ τὴν γυναίκα καὶ κανένας δὲν Τοῦ ζήτησε τὸν λόγο. Εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του.
- Διδάσκαλε, φάε.
- Ἐγὼ ἔχω φάει τροφή, τὴν ὁποία ἑσεῖς δὲν ξέρετε.
Τί ἀναφέραμε στὴν ἀρχή; Αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματικὴ τροφὴ ποὺ ἀπολαμβάνει ἐκεῖνος ποὺ ἐργάζεται καὶ κουράζεται στὸν ἀμπελώνα τοῦ Θεοῦ, ἡ χαρὰ μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἀγγέλους γιὰ τὰ πρόβατα ποὺ ξεφεύγουν ἀπ΄ τοὺς λύκους καὶ ἐπιστρέφουν πίσω στὴν μάνδρα.
Ἂν ἕνας ἄνθρωπος γνωρίσει τὸν Θεὸ καὶ μεταμορφωθεῖ, μπορεῖ νὰ μεταμορφώσει ὁλόκληρη τὴν κοινωνία. Γιὰ αὐτό, ὁ Κύριος κανέναν δὲν ἀπέρριψε. Ὡς ἀποτέλεσμα, πειθόμενοι στὸ κήρυμα τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, οἱ Σαμαρεῖτες ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριό μας νὰ μείνει λίγο μαζί τους. Ἔμεινε ἐκεῖ μόνο δύο ἡμέρες. Αὐτὲς ἦταν ἀρκετὲς γιὰ νὰ πλησιάσουν ὕστερα τὴν Φωτεινὴ καὶ νὰ τῆς ποῦν: «Δὲν πιστεύουμε πλέον ἀπὸ τὰ λόγια σου. Οἱ ἴδιοι ἀκούσαμε καὶ ξέρουμε ὅτι Αὐτὸς εἶναι στὰ ἀλήθεια ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός».
Εὐχή μου, αὐτὴ τὴν σωτήρια ὁμολογία τῶν Σαμαρειτῶν νὰ τὴν φυλάξουμε καλὰ στὴν καρδιά μας καὶ ὄχι μόνο στὰ αὐτιά. Ἄν κάνουμε τὸ πρῶτο, ἡ ὁμολογία αὐτὴ θὰ γίνει γιὰ ἑμᾶς τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν. Τότε ποιά μέριμνα ἤ ποιό ψυχικὸ κενὸ θὰ μπορέσει νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ;
Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Κύριος!
ὁ Ἐπίσκοπός σας,
† ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος