Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

ΜΗΝΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ 2022 (τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 77790717


γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Ἀποστόλου καὶ Εὺαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.

            Ὁ Ἰωάννης ἦταν υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Ἰακώβου. Ὄντας δὲ εὐσεβὴς καὶ ἀγαπῶντας τὸν Θεὸ ἀπὸ παιδί, μαθήτευε κοντὰ στὸν συνονόματό του, τὸν Τίμιο Πρόδρομο καὶ Βαπτιστὴ τοῦ Κυρίου. Μετὰ τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ὁ Βαπτιστὴς Ἰωάννης ὑπέδειξε στοὺς μαθητές του Ἰωάννη καὶ Ἀνδρέα ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ «ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ». Ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες, ὁ Χριστὸς περπατῶντας κοντὰ στὴν λίμνη Γεννησαρέτ, εἶδε τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο μαζὶ μὲ τὸν πατέρα τους, Ζεβεδαῖο, καὶ εἶπε στοὺς δύο ἀδερφοὺς νὰ Τὸν  ἀκολουθήσουν καὶ θὰ τοὺς ἔκανε ἀλιεῖς ἀνθρώπων. Ἐκεῖνοι, ἀμέσως, ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὸν πατέρα τους καὶ ἔγιναν Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, μὴ λογιζόμενοι τίποτα τὸ ἐπίγειο ποὺ θὰ τοὺς κρατοῦσε μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο.

            Ὁ Ἰωάννης διακρίθηκε γιὰ τὴν ὑπακοή, τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ ἔδειχνε πρὸς τὸν Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου μας. Γιὰ αὐτὸ μαζὶ μὲ τὸν ἀδερφό του καὶ τὸν Πέτρο ἀποτέλεσαν τὴν στενὴ τριάδα τῶν μαθητῶν ποὺ ἦταν κοντὰ σὲ σημαντικὲς στιγμὲς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ Μεταμόρφωση στὸ Θαβώρ. Τόση δὲ ἦταν ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Κύριο, ὥστε ἐνῶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι Μαθητὲς Τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει κατὰ τὴν Σταύρωσή Του, ὁ Ἰωάννης ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, ὅπου ἄκουσε τὸν Σταυρωμένο Κύριο νὰ τοῦ λέει: ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου, ἐννοῶντας τὴν Παναγία μας, στὴν ὁποῖα εἶπε: «ἰδοὺ ὁ ὑιός σου». Ἔτσι, ὁ Ἰωάννης ἀναδείχθηκε υἱὸς τῆς Θεοτόκου καὶ ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα τὴν φρόντιζε καὶ τὴν πρόσεχε σὰν παιδί της, μέχρι τὴν κοίμησή της.

            Μετὰ τὴν Ἀνάσταση, ὁ Ἰωάννης περιόδευσε στὴν Μικρὰ Ἀσία ὅπου κήρυξε τὸν ἀληθινὸ Θεό. Μάλιστα, συνέγραψε καὶ τὸ τέταρτο κατὰ σειρὰν Εὐαγγέλιο, τρεῖς Καθολικὲς Ἐπιστολές, ὡς καὶ τὴν Ἀποκάλυψη. Τὴν τελευταία στὸ ἱερὸ νησὶ τῆς Πάτμου.

            Χάρη στὴ Θεολογία ποὺ ἀνέπτυξε ὀνομάσθηκε Θεολόγος, ἐνῶ ἄν διαβάσει κανεὶς τὶς ἐπιστολές του, θὰ διακρίνει τὴν μεγάλη ἀγάπη ποὺ ἔθρεφε στὸν Θεὸ καὶ στὸν πλησίον. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἐπέμενε πολὺ στὴν ἀγάπη, διότι δίδασκε ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Ἑπομένως, ἄν μένουμε στὴν ἀγάπη, μένουμε στὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς εἶναι πάντα μαζί μας.

            Σὲ αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀρετὴ, στὸν πρῶτο ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ ἐστιάσω στὴν παροῦσα ὁμιλία.

             Κύριος μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ πρώτη καὶ μεγαλύτερη ἐντολὴ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, ἐνῶ ἡ δεύτερη ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ὁ Κύριος γνωρίζει τὴν ἀδυναμία μας, γιὰ αὐτὸ καὶ χωρὶς περιπλοκές, δίχως νὰ μᾶς φορτώνει μὲ πλῆθος ἐντολῶν, ἀνοίγει σὲ ἑμᾶς διάπλατα τὴν θύρα τοῦ Παραδείσου μὲ μία προϋπόθεση μόνο, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο.

             λήψη καὶ ἡ μετάδοση ἀγάπης ἀποτελοῦν τὴν μεγαλύτερη ἀνάγκη τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀπὸ τὴν βρεφικὴ ἡλικία, κατὰ τὴν ὁποία τὸ παιδὶ ἐπιθυμεῖ τὸ γλυκὸ χάδι τῆς μητέρας, ἕως τὰ βαθιὰ γεράματα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος περιμένει ἀπὸ τὰ ἀγαπημένα του πρόσωπα νὰ σταθοῦν δίπλα του καὶ νὰ τοῦ κρατοῦν ζεστὰ τὸ χέρι ἐκφράζοντας τὴν στήριξή τους. Ἀνάλογα μὲ τὸ μέγεθος ποὺ ἱκανοποιεῖται ἡ ἀνάγκη αὐτὴ τοῦ ἀνθρώπου, διαμορφώνεται καὶ ἡ πνευματική του ὑγεία. Ἄν στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου δεσπόζει ἡ καρδιακὴ ἀγάπη, ἐκεῖνος αἰσθάνεται διαρκῶς τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τὸν πλημμυρίζει μὲ χαρά. Ἀντιθέτως, ἄν ἡ ἀγάπη ἀπουσιάζει, τότε ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει, πεθαίνει ψυχικὰ πρὶν πεθάνει σωματικά.

            Στὴ σύγχρονη κοινωνία κυριαρχεῖ ἕνα «αἰσιόδοξο» γεγονός. Ὅλοι μιλοῦν γιὰ ἀγάπη, ἀπὸ τὰ διαφημιστικὰ μηνύματα καὶ τὸν ἐπικοινωνιακὸ λόγο κατὰ τὶς ἑορταστικὲς περιόδους, μέχρι τὴν μουσική. Θὰ ἔλεγε κανεὶς πὼς μία τέτοια κοινωνία, ἡ ὁποία συνεχῶς λαμβάνει μηνύματα ἀγάπης, ὁδεύει μὲ βεβαιότητα στὴν εὐημερία. Δυστυχῶς, ὡστόσο, διαπιστώνεται τὸ ἀντίθετο, καθὼς ὁ κόσμος ἔχει δώσει στὴν ἀγάπη τὸν δικό του ὁρισμό. Ὁ δῆθεν προοδευτικὸς ἄνθρωπος τοῦ 21ου αἰῶνα, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἑμᾶς τοὺς Χριστιανούς, «ἀγαπᾶμε» μόνο ἐκείνους ποὺ μᾶς «ἀγαποῦν» καὶ ἱκανοποιοῦν τὶς ἐπιθυμίες μας.

            Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Σωτήρας μας ἀπὸ ἀγάπη πρὸς ἑμᾶς συκοφαντεῖται, ραπίζεται καὶ σταυρώνεται παραμένωντας σιωπηλός, ἑμεῖς ποὺ ἀρεσκόμαστε στοὺς τύπους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πολλὲς φορὲς δὲν ἀνεχόμαστε οὔτε τὸ ἀθέλητο σπρώξιμο ἀπὸ κάποιον συνάνθρωπό μας. Πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ Γλυκύτατου Διδασκάλου μας…

δελφοί μου,

            Ἡ Ἐνσαρκωμένη Ἀγάπη ἦρθε στὴ γῆ ὄχι γιὰ νὰ ὑπηρετηθεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ δώσει τὴν ψυχή Του «λύτρον ἀντὶ πολλῶν». Τὸ ἴδιο ἐπιθυμεῖ καὶ γιὰ ἑμᾶς, τοὺς μαθητές Του. Δὲν ὑπολογίζει τὴν ἐκ μέρους μας τυπικὴ ἀντιμετώπιση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, παρὰ μόνο τὴν καρδιακὴ καὶ οὐσιαστικὴ ἐπιθυμία μας νὰ ἀρέσουμε σὲ Ἐκεῖνον καὶ ὄχι στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ὅλος ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ στηρίζεται στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο, ἡ ὁποία ἔχει τὴν δύναμη νὰ «καλύψει πλῆθος ἁμαρτιῶν» κατὰ τὸν Πρωτοκορυφαῖο Πέτρο.

            Γιὰ νὰ ἐκφράσουμε τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, ὀφείλουμε νὰ ἀγαπήσουμε τὸν πλησίον μας σὰν τὸν ἑαυτό μας, διότι, ὅπως λέει ὁ σήμερα τιμώμενος Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης: «ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεόν, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν». 

            Τί, ὅμως, σημαίνει νὰ ἀγαπᾶμε τὸν ἑαυτό μας; Σημαίνει νὰ ἐργαζόμαστε μὲ ἀπόλυτη ἐπιμέλεια γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ μὴν μείνουμε ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ, γεγονὸς ποὺ δηλώνει ὅτι ὁρισμένες φορὲς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε αὐστηροὶ στὸν ἑαυτό μας. Ὅπως, λοιπόν, ἐπιθυμοῦμε τὴν δική μας σωτηρία θρέφοντας τὴν ψυχή μας μὲ λόγια πνευματικά, μὲ συμμετοχὴ στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν προσωπικὸ ἔλεγχο, ἔτσι πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ τὴν σωτηρία τοῦ ἀδελφοῦ μας∙ νὰ τὸν στηρίζουμε, νὰ τὸν νουθετοῦμε, ἀλλὰ καὶ καλοπροαίρετα νὰ τὸν ἐλέγχουμε ἄν παρουσιαστεῖ ἀνάγκη.

            ναφέρθηκε παραπάνω ὅτι πολλὲς φορὲς «ἀγαπᾶμε» ἐπιλεκτικά. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ φανερώνει τὸ μέγεθος τῆς ἰδιοτέλειας καὶ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μας. Ὁ Χριστός, ἀπέναντι σὲ αὐτὴ τὴ δῆθεν ἀγάπη ποὺ βασίζεται στὸ συμφέρον, προβάλλει τὸ πιὸ ἐπαναστατικὸ κήρυγμα, αὐτὸ τῆς ἀγάπης πρὸς πάντας, φίλους καὶ ἐχθρούς.

            ρθε γιὰ νὰ σηκώσει τὴν πόρνη, νὰ φωτίσει τὸν τελώνη, νὰ σώσει τὸν ληστή, νὰ ἀγκαλιάσει τὸν διώκτη, καὶ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶχαν παραβεῖ τὶς ἐντολές Του. Ἐκεῖνοι δέχθηκαν τὴν ἀγάπη Του καὶ ἔγιναν πιστοὶ Μαθητές Του. Ἦρθε, ἐπίσης, γιὰ νὰ σώσει καὶ αὐτοὺς τοὺς Φαρισαίους καὶ τοὺς Γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἄν καὶ ὑποστήριζαν ὅτι ὑπηρετοῦσαν τὸν Θεό, ἐμπόδιζαν τὸ ἔργο Του καὶ Τὸν διέβαλλαν. Ἐκεῖνοι δὲν δέχθηκαν τὴν ἀγάπη Του, διότι ἔκριναν ἐξ ἰδίων τὰ ἀλλότρια. Θεωροῦσαν ὅτι πίσω ἀπὸ ὁποιαδήποτε εὐεργεσία Του κρυβόταν ὁ δόλος, ἐπειδὴ ἀκριβῶς οἱ ἴδιοι ἦταν δόλιοι καὶ πονηροί. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς συμπεριφορᾶς τους ἦταν νὰ μὴν δοῦν ποτὲ τὸ Φῶς καὶ νὰ παραμείνουν στὸ σκοτάδι.

γαπητοί,

             Χριστός εἶπε: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἑμοὶ μαθηταὶ ἐστέ, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις». Ἄν θέλουμε νὰ εἴμαστε γνήσια τέκνα τοῦ Θεοῦ, μία εἶναι ἡ ὁδός∙ ἡ ὁδὸς τῆς ἀγάπης ποὺ ἔχει ὡς μέτρο τὸν Σταυρό, τὴν θυσία γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἄλλου, τὴν ἀπάρνηση τοῦ ἰδίου θελήματος. Ἄν βαδίζουμε σὲ αὐτὴ τὴν ὁδό, δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτα, διότι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Τί περιμένουμε, λοιπόν;

            γαπήσωμεν ἀλλήλους, ἴνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν Ἰησοῦν Χριστόν, παθόντα καὶ ταφέντα καὶ ἐνδόξως ἀναστάντα, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

Μετ’ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος