Τετάρτη 26 Μαΐου 2021

ΑΓΙΟΙ ΙΒΗΡΙΤΕΣ ΜΟΝΑΧΟΙ ΟΙ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΕΣ (13 Μαΐου)


Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1259 - 1282 μ.Χ.), για να επιτύχει την παρέμβαση του Πάπα Γρηγορίου Ι' (1271 - 1276 μ.Χ.) και αργότερα του Ιωάννου Κ' (1276 - 1277 μ.Χ.) προς τον Κάρολο τον Ανδεγαβικό προκειμένου να σταματήσει τις επιθέσεις του κατά του Βυζαντίου, προσχώρησε στην ένωση των δύο Εκκλησιών, που διακηρύχθηκε στις 6 Ιουνίου του 1274 μ.Χ. στη Σύνοδο της Λυών της Γαλλίας.

Η πράξη όμως αυτή του αυτοκράτορα εξήγειρε εσωτερικό πόλεμο που κράτησε μέχρι το 1281 μ.Χ., διότι τόσο ο κλήρος, όσο και ο λαός, αντετάχθησαν σθεναρά κατά της ενωτικής αυτής πολιτικής. Ο αυτοκράτορας μεταχειρίσθηκε εναντίον των αντιφρονούντων αυστηρά μέτρα: βαριές φορολογίες και κατασχέσεις, δημόσιες τιμωρίες και περιυβρίσεις. Βοηθούμενος δε και από τον λατινόφρονα Πατριάρχη Ιωάννη ΙΑ' Βέκκο (1275 - 1282 μ.Χ.), επιχείρησε να επιβάλει την ένωση βίαια.

Θύματα της βίας αυτής υπήρξαν οι Ιβηρίτες μοναχοί, οι οποίοι, δεν υπάκουσαν στις πατριαρχικές και αυτοκρατορικές διαταγές περί αποδοχής της ενώσεως, αλλά με πνευματική ανδρεία έλεγξαν αυτούς για την ανορθόδοξη πολιτική τους, συνελήφθησαν και ρίχθηκαν στη θάλασσα, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.



Τό Ἅγιον Ὄρος, ἐκτός ἀπό Ὁσίους καί ἀσκητές Ἁγίους καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀνέδειξε καί πλῆθος Ὁσιομαρτύρων καί Νεομαρτύρων. Ἡ ὑπεράσπιση μέχρι θανάτου τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, χωρίς καμμία ὑποχώρηση καί παραχώρηση, συνόδευε πάντοτε τούς ἀσκητικούς καί νηπτικούς ἀγώνες τους, ἀφοῦ «οὐδέν ὠφελεῖ βίος ὀρθός δογμάτων διεστραμμένων» ( Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος).

Ἔτσι, ὅταν τό 1274, στή Σύνοδο τῆς Λυών ὁ Αὐτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1261-1282) ὑπέγραψε ψευδοένωση μέ τούς Λατίνους, προκειμένου νά ἐξασφαλίσει τήν πολιτική ὑποστήριξη τοῦ Πάπα καί νά μπορέσει νά ἀνασυγκροτήσει τήν ἀποδιοργανωμένη ἀπό τήν λατινική κατοχή Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, οἱ Ἁγιορεῖτες ἀντέδρασαν, ὅπως ἄλλωστε καί ἡ πλειοψηφία τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ.
Ὁ αὐτοκράτορας ἤθελε νὰ ἀποφύγει νέα ἐκστρατεία τῶν σταυροφόρων ἐναντίον τοῦ Βυζαντίου, καὶ θέλησε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν φιλία του Πάπα. Σύμμαχο στὴν προσπάθειά του εἴχε τὸ λατινόφρονα πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο, ἀφού περιόρισε τὸν ἀνθενωτικό πατριάρχη Ἰωσήφ ὁ ὁποίος καὶ ἐμπόδιζε τὰ σχέδιά του. Γιὰ νὰ ἐδραιωθεί ἡ ἔνωση, ἐξόρισε, φυλάκισε καὶ βασάνισε μὲ πολλούς τρόπους τοὺς ὀρθοδόξους ἀνθενωτικούς. Πίεζε πρὸς πάσα κατεύθυνση ὤστε νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ πολυπόθητος ἔνωση, μὲ τίμημα φυσικά τὴν ὀρθοδοξία. Κυρίως, ὅμως, πίεζε τοὺς μοναχούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους νὰ δεχθούν τὴ μνημόμευση τοῦ πάπα στὴ Θεία Λειτουργία.
Κατ’ ἀρχήν ἔστειλαν γενναία ὁμολογιακή ἐπιστολή πρός τόν Αὐτοκράτορα καί τήν Σύνοδο τῶν Ἱεραρχῶν, ἀφοῦ εἶχε, ἐν τῷ μεταξύ, ἐξοριστεῖ ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἅγιος Ἰωσήφ. Σ’ αὐτήν ἐπικρίνουν μέ παρρησία τίς παπικές καινοτομίες, χαρακτηρίζουν τόν πάπα «αἰρετικό» καί «ἀπόστολο τοῦ σατανᾶ», τούς δέ Λατίνους «ἄθεους», ἐνῶ ἐκδηλώνουν τήν ἀπορία τους «πῶς ἄρα καί προσδεκτέοι καί ἑνωτέοι τῷ ἀμωμήτῳ καί ὀρθοδόξῳ σώματι τῆς ἁγίας καθολικῦς καί ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας» (Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ‘Ἅγιον Ὄρος, 2003). Μεταξύ τῶν ἄλλων ἔγραφαν:
«Ὀ γὰρ αἰρετικόν δεχόμενος, τοῖς αὐτού ὑπόκειται ἐγκλήμασι.»
«Ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, ἀκοινώνητος ἐστίν, ὡς συγχέων τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας.»
Ταυτόχρονα διέκοψαν κάθε ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅσους ἑνώθηκαν καί ἀποδέχτηκαν τούς Λατίνους.
Ὁ Μιχαήλ Η’, ἀποφασισμένος νά ἐπιβάλει τήν ἕνωση μέ κάθε τρόπο, σέ συνεργασία μέ τόν Λατινόφρονα Πατριάρχη Ἰωάννη ΙΑ’ Βέκκο (1275-1282) στράφηκε μέ μανία ἐναντίον τῶν Ἁγιορειτῶν. Οἱ δύο λατινόφρονες ἡγέτες Ἐκκλησίας καί Πολιτείας μετέβησαν στό Ἅγιον Ὄρος μέ παπική ἐπικουρία γιά νά ἀναγκάσουν τούς Ἁγιορεῖτες νά δεχθοῦν τήν ἕνωση.
Οἱ Μονές Μεγίστης Λαύρας καί Ξηροποτάμου ὑπέκυψαν πρός στιγμήν στήν βία τῶν Λατινοφρόνων καί ἀποδέχτηκαν τήν βδελυρή ψευδοένωση.
Οἱ Μοναχοί, τῆς Μονῆς τῶν Ἰβήρων ἀντιστάθηκαν μέ ἄκαμπτο καί ἀδιάλλακτο φρόνημα.Ἤλεγξαν μέ αὐστηρότητα καί παρρησία τόν δυσσεβῆ βασιλέα καί τούς ὁμόφρονές του ὡς αἰρετικούς καί παράνομους. Ὁ Μιχαήλ ἐξοργισμένος ἔδωσε ἐντολή στούς στρατιώτες του νά βάλουν σ’ ἕνα πλοῖο τούς μοναχούς πού κατάγονταν ἀπό τήν Ἰβηρία καί ἀφοῦ ξανοιχτοῦν στό πέλαγος νά τό βυθίσουν μαζί μέ τούς ἐπιβάτες του. Ἔτσι οἱ ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες ἔλαβαν τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου ἐπισφραγίζοντας μέ τή θυσία τους τήν ὅλη ὁσιακή βιωτή τους. Τούς Ἅγίους Ἰβηρίτες Ὁσιομάρτυρες ἑορτάζουμε στίς 13 Μαΐου.
Οἱ λατινόφρονες συνεχίζοντας τήν καταστροφική ἐπιδρομή τους ἔφθασαν στή Μονή Βατοπαιδίου, ἀλλά καί ἐκεῖ ἀντιμετώπισαν ἰσχυρή ἀντίδραση. Ἀφοῦ κατάλαβαν πώς δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά λυγίσουν τούς μοναχούς πού ἀντίκρυσαν ὡς ἀκλόνητους βράχους τῆς Πίστεως, ἄρχισαν νά τούς κακοποιοῦν. Τέλος ἔσυραν ἔξω τόν ἁγιώτατο προηγούμενο Ὅσιο Εὐθύμιο καί δώδεκα ἀπό τούς μοναχούς καί τούς ἀπηγχόνισαν. Ἡ μνήμη αὐτῶν τῶν Βατοπαιδινῶν ὁσιομαρτύρων ἑορτάζεται στίς 4 Ἰανουαρίου.
Ἔπειτα ἀπό ὅλα αὐτά καί ἐνῶ οἱ Λατινόφρονες συνέχιζαν νά λεηλατοῦν τά πάντα στό πέρσμά τους, ἔφθασαν στή Μονή τοῦ Ζωγράφου.
Οἱ μοναχοί τῆς Μονῆς Ζωγράφου, εἶχαν εἰδοποιηθεῖ ἀπό ὅραμα τῆς Παναγίας γιά τόν ἐπερχόμενο κίνδυνο. Ἕνας μοναχός πού ἀσκήτευε σέ κοντινό κελλί, τήν ὥρα πού διάβαζε τούς Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας, ἄκουσε τή φωνή τῆς Θεομήτορος ἐπιτακτική:
«Ἀπελθών ταχέως εἰς τήν Μονήν, ἀνάγγειλον εἰς τούς ἀδελφούς καί τόν Καθηγούμενον ὅτι οἱ ἐχθροί ἐμοῦ τε καί τοῦ Υἱοῦ μου ἐπλησίασαν. Ὅστις λοιπόν ὑπάρχει ἀσθενής τῷ πνεύματι, ἐν ὑπομονῇ ἄς κρυφθῇ, ἕως ὅτου παρέλθει ὁ πειρασμός. Οἱ δέ ἐπιθυμοῦντες μαρτυρικούς στεφάνους ἄς παραμείνωσιν ἐν τῇ Μονῇ. Ἄπελθε λοιπόν ταχέως.»
Κάποιοι ἀπό τούς μοναχούς φοβισμένοι κατέφυγαν στά γύρω βουνά. Οἱ ὑπόλοιποι κλείσθηκαν μέσα στόν πύργο τῆς Μονῆς. Ἀπό ἐκεῖ ἤλεγξαν μέ παρρησία τούς Λατινόφρονες ὡς αἱρετικούς καί παράνομους. Τότε ὁ βασιλέας ἐξοργισμένος διέταξε καί τούς ἔκαψαν ζωντανούς μαζί μέ τόν πύργο πού χρησίμεψε σάν ὀχυρό τους. Ἔτσι κέρδισαν καί αὐτοί τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Τά ὀνόματά τους εἶναι Θωμᾶς, ἡγούμενος τῆς Μονῆς, Βαρσανούφιος, Κύριλλος, Μιχαήλ, Σίμων, Ἰλαρίων, Ἰώβ, Κυπριανός, Σάββας, Ἰάκωβος, Μαρτινιανός, Κοσμᾶς, Σέργιος, Μηνᾶς, Ἰωάσαφ, Ἰωαννίκιος, Παῦλος, Ἀντώνιος, Εὐθύμιος, Δομετιανός, Παρθένιος. Μαζί τους μαρτύρησαν καί τέσσερεις λαϊκοί, τῶν ὁποίων δέν διεσώθηκαν τά ὀνόματα. Ἡ μνήμη τῶν Ζωγραφιτῶν Ὁσιομαρτύρων ἑορτάζεται στίς 22 Σεπτεμβρίου.
Ἀφοῦ ὁ Μιχαήλ ἀνεχώρησε ἀπό ἐκεῖ, ἔφθασε στήν κελλιώτικη Λαύρα τῶν Καρεῶν, στήν ὁποία εἶναι ἐγκατεστημένη καί ἡ ἔδρα τοῦ Πρῶτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ δέ Πρῶτος, ὁ Κοσμᾶς καί οἱ συνασκητές του ἐναντιώθηκαν στόν βασιλέα μέ γενναιότητα, ἐλέγχοντάς τον ὅπως καί οἱ προηγούμενοι Πατέρες. Ὁ βασιλέας ἔκανε ἐπίμονες προσπάθειες νά τούς μεταπείσει. Ὅλες ὅμως ἀπέβησαν ἄκαρπες καθώς καί ἐδῶ οἱ μοναχοί ἀποδείχθηκαν σταθεροί, καί ἀμετάπειστοι. Τά βασανιστήρια πήραν τή θέση τῶν λόγων ἀλλά οἱ εὐλογημένοι μοναχοί μέ ὅλο καί περισσότερη δύναμη ὁμολογοῦσαν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη ὡς μόνη ἀληθινή καί σωτήρια.
Ἔτσι διατάχθηκε καί γι’ αὐτούς ὁ θάνατος. Ἀγχόνη γιά τόν Πρῶτο Ὅσιο Κοσμᾶ καί σφαγή γιά τούς μοναχούς. Τό αἷμα τῶν Ἁγίων σφράγισε καί ἐδῶ τήν ὁμολογία τους καί μαζί μέ τις ψυχές τους ἀνέβηκε στό θρόνο τοῦ Θεοῦ ὡς ἡ ὕστατη αἱματηρή θυσία τους.
Ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου Κοσμᾶ τοῦ Πρώτου ἔγινε στίς 5 Δεκεμβρίου τοῦ 1981. Τότε ἑορτάστηκε καί γιά πρώτη φορά ἡ μνήμη τῶν Καρεωτῶν Ὁσιομαρτύρων καί ἔκτοτε καθιερώθηκε.
Οἱ Ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες πού μαρτύρησαν ὑπό τῶν Λατινοφρόνων ἀποτελοῦν μιά συνέχεια στήν ἁλυσίδα τοῦ μαρτυρικοῦ καί ἀσκητικοῦ φρονήματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ὁμολογία καί μαρτυρία ὑπέρ τῆς πίστεως εἶναι ἀδιάρρηκτα συνδεδεμένα μέ τό μοναδικό ἀγγελικό πολίτευμα καί ἀποδεικνύουν τήν εἰλικρίνεια τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων καί τήν πιστότητα στήν Ὀρθοδοξία καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἡ θυσία τῶν Ὁσιομαρτύρων ἀποτελεῖ ὁδοδείκτη γιά τήν πορεία τῶν ἀνά τούς αἰῶνες μοναχῶν καί κυρίως τῶν Ἁγιορειτῶν, πού ὀφείλουν νά μή συμβιβαστοῦν ποτέ μέ ὁποιαδήποτε ἔκπτωση ἀπό τίς ἀλήθειες τῆς πίστεως, ἐάν θέλουν νά εἶναι πραγματικά συνεχιστές τῆς Παραδόσεώς τους.
(Πηγή: ἀπό τό περιοδικό «Ἅγιον Ὄρος, Διαχρονική μαρτυρία στούς ἀγῶνες ὑπέρ τῆς πίστεως», Ἔκδοση Ἁγιορειτῶν Πατέρων – Ἅγιον Ὄρος 2014)



Ἀπολυτίκιον Ἁγιορειτῶν Ὁσιομαρτύρων Ἦχος πλ.δ ́. Ταχὺ προκατάλαβε.

Κοσμᾶν «Πρῶτον» μέλψωμεν, σὺν Ζωγραφίταις στεῤῥοῖς, πατέρας θεόφρονας, Βατοπεδίου Μονῆς, Ἰβήρων προμάχους τε. Οὗτοι γὰρ ὁπλισθέντες, τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, ἀντέστησαν τῇ τοῦ Βέκκου, λατινόφρονι πλάνῃ, ὁπλῖται Ὄρους τοῦ Ἄθω, ὀφθέντες καὶ μάρτυρες.

Κοντάκιον Ὁσιομαρτύρων Ἦχος πλ.δ’. Τῇ ‘Ὑπερμάχῳ.

Λατινοφρόνων καθαιρέτας εὐφημήσωμεν, Κοσμᾶν τόν «Πρῶτον», Ὄρους Ἄθω τό προτείχισμα, πυρικαύστους τε Ζωγράφου Χριστοῦ ὁπλίτας, Βατοπαιδίου συνοδίαν τήν ἀήττητον, καί Ἰβήρων οὐρανόσθενον ὁμήγυριν· τούτοις κράζοντες· χαίρετε στῦλοι τῆς πίστεως.

Ὁ Οἶκος

Τῆς Θεοτόκου τῆς φωνῆς καλῶς ἀκούσαντες, ἐναπομεῖναι ἐν ταῖς ἱεραῖς  Ὑμῶν Μοναῖς προείλετε Ὅσιοι, καὶ μὴ εἰς τὰ ὄρη τοῦ Ἄθωνος κρυβῆναι· μὴ πεισθέντες δὲ Μιχαὴλ τῷ Ὀγδόῳ τῷ οὐνιτίσαντι, καὶ πατριάρχῃ Βέκκῳ τῷ περὶ τὴν πίστιν ἁμαρτήσαντι, μέχρις αἵματος τῇ δυσσεβείᾳ ἀντέστητε Ζωγραφίται, Καρεῶται, Ἰβηρίται τε καὶ Βατοπαιδινοὶ πατέρες, ὁμολογηταὶ καὶ μάρτυρες δειχθέντες ἀκαταμάχητοι. Ὅθεν τιμῶντες τοὺς ἱεροὺς Ὑμῶν ἀγῶνας, τὴν θείαν Ὑμῶν ἀρωγὴν αἰτούμεθα ἐν χρόνοις ὁμοίως ἀστάτοις τε καὶ πονηροῖς, ὡς ἂν ἀντάξιοι διάδοχοι καὶ τέκνα Ὑμῶν δειχθῶμεν, Ὀρθοδοξίας στεῤῥῶς ἐχόμενοι καὶ εὐσθενῶς ὑπὲρ αὐτῆς ἀγωνιζόμενοι. Διὸ καὶ τὴν ἱερὰν Ὑμῶν ἁπάντων μνήμην τιμῶντες, εὐλαβῶς ἡμῖν ὁμολογηταὶ καὶ μάρτυρες πατέρες, ἀναβοῶμεν· χαίρετε στῦλοι τῆς πίστεως.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΩΝ ΚΤΗΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ ΤΩΝ ΙΒΗΡΩΝ

Απολυτίκιο Ἦχος α’. Τους τρεις λαμπτήρας τους θείους της τρισηλίου θεότητος, τους την ιεράν εκ των βάθρων των Ιβήρων Λαύραν εγείραντας. Τους ψυχοτρόφους ποταμούς εγκρατείας τους ημάς τα τέκνα αυτών νάμασι διδασκαλίας πιστώς καταρδεύσαντας. Ιωάννην τον μέγαν και τον θεοφόρον Γεώργιον συν τω κλεινώ Ευθυμίο τω δευτέρω οφθέντι χρυσορρύμονι, πάντες οι την μνήμη τελούντες αυτών συνελθόντες ύμνοις τιμήσωμεν. Αύτη γαρ τη τριάδην υπέρ υμών πρεσβεύουσιν.
Δείτε σχετικά: ΟΙ ΑΦΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΤΗΣ Ι.Μ.ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΛΑΥΡΑΣ