Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στρατηλάτης ( 8 Φεβρουαρίου)



Ἀπὸ τὰ γενναιότερα καὶ ἀθλητικότερα παραστήματα τῆς χριστιανικῆς παράταξης.

Ἦταν ἀπὸ τὰ Εὐχάϊτα της Γαλατίας καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἡράκλεια τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Στρατιωτικὸς στὸ ἐπάγγελμα, διεκρίθη καὶ προήχθη γρήγορα στοὺς μεγαλύτερους βαθμοὺς τῆς στρατιωτικῆς Ἱεραρχίας. Ἦταν γενναῖος καὶ συγχρόνως σεμνότατος, σὰν γνήσιος χριστιανός. Ὅταν ὁ Λικίνιος (307-323) ἐπισκέφθηκε τὴν Ἡράκλεια, εἶδε καὶ θαύμασε τὸν Θεόδωρο. Τότε ζήτησε περισσότερες πληροφορίες γι᾿ αὐτόν, πού, ὅμως, τοῦ φάνηκαν δυσάρεστες. Ναὶ μὲν ἀνδρεῖος ὁ Θεόδωρος, ἀλλὰ χριστιανός. Ὁ βασιλιὰς διατάζει καὶ τὸν φέρνουν μπροστά του.

Εἶσαι χριστιανός; τοῦ λέει.
-Εἶμαι.
-Καὶ ἐπιμένεις νὰ εἶσαι;
- Μέχρι θανάτου.
- Τότε δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι στρατιώτης.
- Γιατί δὲν μπορῶ; Κανένας συνάδελφός μου δὲν μὲ κατηγόρησε γι᾿ αὐτό.
- Σὲ κατηγορῶ ἐγώ, φώναξε ὀργισμένος ὁ βασιλιάς. Ἕνας πιστὸς στρατιώτης ἀκολουθεῖ τὴν θρησκεία τοῦ κράτους καὶ τοῦ στρατοῦ. Καὶ σὺ λατρεύεις τὸ Ναζωραῖο;
- Δηλαδὴ τὸν ἀληθινὸ Θεό, εἶπε σεμνὰ καὶ τολμηρὰ ὁ Θεόδωρος.

Ἀμέσως τότε, ἀφοῦ τὸν καθαίρεσαν ἀπ᾿ τὸ βαθμό του, τὸν μαστιγώνουν ἄγρια μὲ μαστίγια ποὺ στὶς ἄκρες εἶχαν μολυβένια σφαιρίδια. Ἔπειτα, τοῦ μπήγουν στὰ πλευρὰ σιδερένια νύχια καὶ στὶς πληγές του βάζουν ἀναμμένα δαδιά. Τελικά, τὸν σταυρώνουν, ἀλλὰ ἐπειδὴ κι ἀπὸ ἐκεῖ μὲ τὸ θεῖο λόγο κάνει πολλοὺς χριστιανούς, τὸν ἀποκεφαλίζουν.
Ἀπέδειξε ἔτσι, ὅτι ἦταν ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ τολμοῦν «ἀφόβως τὸν λόγον λαλεῖν», ποὺ μὲ τόλμη, δηλαδή, κηρύττουν ἄφοβα τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὁμολογοῦν τὴν ἁγία πίστη τους.
(Σύμφωνα μὲ ἄλλες πληροφορίες, εἰκάζεται ὅτι ὁ Ἁγ. Θεόδωρος Στρατηλάτης εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ αὐτὸ τοῦ Ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος, 17 Φεβρουαρίου).


Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Στρατολογία ἀληθεῖ Ἀθλοφόρε, τοῦ οὐρανίου στρατηγὸς βασιλέως, περικαλλὴς γεγένησαι Θεόδωρε, ὄπλοις γὰρ τῆς πίστεως, παρετάξω ἐμφρόνως, καὶ κατεξωλόθρευσας, τῶν δαιμόνων τὰ στίφη, καὶ νικηφόρος ὤφθης Ἀθλητής, ὅθεν σὲ πίστει, ἀεὶ μακαρίζαμεν.



Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Ἀνδρεία ψυχῆς, τὴν πίστιν ὀπλισάμενος, καὶ ρῆμα Θεοῦ, ὡς λόγχην χειρισάμενος, τὸν ἐχθρὸν κατέτρωσας τῶν Μαρτύρων κλέος Θεόδωρε, σὺν αὐτοὶς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων μὴ παύση ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.