Δευτέρα 29 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 21ο)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

21. Η χριστιανική αγάπη

Η χριστιανική αγάπη ως βασική αρχή της ηθικής.
Τα χαρακτηριστικά της γνωρίσματα. Ο ύμνος της χριστιανικής αγάπης
του Αποστόλου Παύλου – Κεφάλαιο ΙΓ΄ της Α΄ προς Κορινθίους επιστολής.

Είδαμε ότι εκείνα τα ηθικά συστήματα που δεν δέχονται την διδασκαλία του Ευαγγελίου για την χριστιανική αγάπη ως βάση τους, αποδεικνύονται αβάσιμα. Η χριστιανική ηθική βασίζεται εξ ολοκλήρου στο νόμο της αγάπης. Αυτή η αγάπη είναι και η βάση της και η κορυφή της.

Τί είναι όμως η χριστιανική αγάπη; Φυσικά, στην πλήρη ανάπτυξή της είναι το πιο υψηλό, ισχυρό και ζωντανό από όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα. Αντιπροσωπεύει την εμπειρία μιας ιδιαίτερης πνευματικής και ηθικής εγγύτητας, την ισχυρότερη εσωτερική έλξη ενός ανθρώπου προς τον άλλο. Η καρδιά ενός στοργικού προσώπου είναι ανοιχτή σε αυτόν που αγαπά και αυτός που την έχει είναι, σαν να λέγαμε, έτοιμος να τον δεχτεί και να τον ελκύσει στον εαυτό του. Στην αγάπη του, δέχεται τον άλλο μέσα του και δίνει τον εαυτό του στον άλλο. «Κορίνθιοι, ἡ καρδία ἡμῶν πεπλάτυνται· οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν»[1], έγραφε ο Απόστολος Παύλος στα αγαπημένα του πνευματικά τέκνα. «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις»[2], – είπε ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στους Αποστόλους Του (και μέσω εκείνων σε όλους εμάς τους Χριστιανούς).

Η χριστιανική αγάπη είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα που φέρνει ένα άτομο πιο κοντά στον Θεό, ο Οποίος είναι Αγάπη, σύμφωνα με τον λόγο του αγαπημένου Του Αποστόλου[3]. Στην σφαίρα των γήινων συναισθημάτων δεν υπάρχει ανώτερο συναίσθημα από το αίσθημα της μητρικής αγάπης, σε ετοιμότητα για αυτοθυσία. Και όλη η ιστορία της σχέσης του Θεού με τον άνθρωπο είναι μια συνεχής ιστορία αυτοθυσίας της ουράνιας αγάπης. Ο Επουράνιος Πατέρας, οδηγεί τον αμαρτωλό, τον εχθρό και τον προδότη Του, από το χέρι σαν να λέγαμε, στην σωτηρία και δεν λυπάται τον Μονογενή Υιό Του για την σωτηρία του. Ο Υιός του Θεού, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, ενσαρκώνεται, υποφέρει και πεθαίνει για να δώσει στον αμαρτωλό, μέσω της Ανάστασης, την ευλογημένη αιωνιότητα που έχασε με την προδοσία του. Και πριν το Πάθος Του, δίνει στους πιστούς Του μια διαθήκη, σαν να λέγαμε, μια εντολή, ένα ιδανικό: «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς…»[4].

Αυτό είναι το ιδανικό της ανιδιοτελούς χριστιανικής αγάπης. Αγκαλιάζει τους πάντες: όχι μόνο φίλους, αλλά και εχθρούς. Ο Κύριος λέει ευθέως στο Ευαγγέλιο: «Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποῖα ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι….»[5]. Με αυτό ο Κύριος μας προειδοποιεί ενάντια στην εγωιστική ιδιοτελή φύση της μη χριστιανικής, παγανιστικής αγάπης. Σε μια τέτοια εγωιστική αγάπη, το κύριο πράγμα είναι το δικό μας «εγώ», η αυτοϊκανοποίησή μας από αυτό το συναίσθημα. Σε εμάς όμως τους Χριστιανούς ο Κύριος πρόσταξε και κάτι άλλο: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς….»[6].  Έτσι, ένας Χριστιανός αγαπά τους άλλους ανθρώπους όχι για την ευγενική ή την υπομονετική στάση τους απέναντι του, αλλά επειδή του είναι αγαπητοί από μόνοι τους, και η αγάπη του αναζητά την σωτηρία τους, ακόμα κι αν είναι εχθρικοί προς αυτόν.

Αλλά, ίσως, σε κανένα μέρος της Αγίας Γραφής δεν αποκαλύπτεται η ουσία και οι ιδιότητες της χριστιανικής αγάπης όπως στο ΙΓ΄ κεφάλαιο της Α΄ Επιστολής του Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους. Δεν είναι τυχαίο που οι ερμηνευτές της Αγίας Γραφής αποκαλούν αυτό το κεφάλαιο ύμνο της χριστιανικής αγάπης. Σε αυτό, ο Απόστολος συγκρίνει την χριστιανική αγάπη με διάφορα πνευματικά χαρίσματα και αρετές και, ονομάζοντας αυτή την αγάπη ως τον πιο εξαιρετικό δρόμο (στο τέλος του προηγούμενου ΙΒ΄ κεφαλαίου)[7], εξηγεί με ακαταμάχητη πειστικότητα πόσο ανώτερο είναι από όλα τα άλλα ανθρώπινα χαρίσματα και εμπειρίες.

«Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω», λέει ο Απόστολος, «γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον»[8], δηλαδή είμαι σαν κάποια άψυχα αντικείμενα που ενεργούν μόνο στην εξωτερική ακοή ενός ανθρώπου και όχι στην καρδιά του. Και όλες οι υψηλότερες αρετές – η προφητεία, η γνώση όλων των μυστικών, η θαυματουργή πίστη, ακόμη και τα κατορθώματα της αυταπάρνησης και του μαρτυρίου – δεν είναι τίποτα χωρίς αγάπη, και μόνο από αυτήν αποκτούν την αξία τους[9].

«Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται, οὐκ ἀσχημονεῖ»[10] – κάνει τον άνθρωπο υπομονετικό, πράο, ταπεινό και καλοπροαίρετο σε όλα. Η αγάπη «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ…»[11]. Αυτή είναι η δύναμη που κατακτά τα πάντα, η δύναμη της ταπεινής αγάπης, που καταστρέφει τον εγωισμό και την κακία που φωλιάζουν στην ανθρώπινη καρδιά. Και αυτή η αληθινή αγάπη αναζητά πάντα την αλήθεια και την ορθότητα, και όχι το ψέμα και την δουλοπρέπεια.

Και τέλος η αγάπη «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει. Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει…»[12]. Ναι, αυτό είναι σωστό: ουδέποτε. Τίποτε δεν θα την σταματήσει· καμία δοκιμασία, κανένα μαρτύριο, ουδεμία απογοήτευση. Και θα πάει με τον Χριστιανό σε έναν καλύτερο κόσμο και εκεί ακριβώς θα αποκαλυφθεί στην ολότητά της, όταν όχι μόνο τα χαρίσματα της προφητείας και των γλωσσών θα εξαλειφθούν, αλλά και η πίστη και η ελπίδα θα σταματήσουν. Διότι η πίστη θα αντικατασταθεί από την όραση του Θεού, πρόσωπο με πρόσωπο, και η ελπίδα θα έχει γίνει πλέον πραγματικότητα. Μόνον η αγάπη θα βασιλεύει για πάντα και γι’ αυτό ο ίδιος Απόστολος λέει: «Η αγάπη είναι η εκπλήρωση του νόμου»[13].

(συνεχίζεται)


[1] Β΄ Κορ. ϛ΄ 11-12.
[2] Ιω. ιγ΄ 35.
[3] «Ὁ μὴ ἀγαπῶν οὐκ ἔγνω τὸν Θεόν, ὅτι ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ιω. δ΄ 4).
[4] Ιω. ιε΄ 12.
[5] Λουκ. ϛ΄ 32-33.
[6] Λουκ. ϛ΄ 27-28.
[7] «Καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31).
[8] Α΄ Κορ. ιγ΄ 1.
[9] «Καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι. Καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 2-3).
[10] Α΄ Κορ. ιγ΄ 4-5.
[11] Α΄ Κορ. ιγ΄ 5-6.
[12] Α΄ Κορ. 7-8.
[13] «Πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη» (Ρωμ. ιγ΄ 10).


ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ (Ὁμιλιά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

 

Ὁμιλία Κυριακῆς Ε΄ Νηστειῶν (Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας)

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν 8/21-4-2024, μὲ τίτλο: «Νὰ βροῦμε τὴν ἀληθινὴ μετάνοια!»:


Τρίτη 23 Απριλίου 2024

ΕΤΣΙ ΜΟΝΟ ΘΑ ΕΡΘΕΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ (Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ)



Θὰ πρέπει ν’ ἀγωνίζεσαι μὲ κάθε τρόπο νὰ διατηρεῖς τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ νὰ μὴν ἐνοχλεῖσαι ἀπὸ τὶς προσβολὲς τῶν ἄλλων.

Γιὰ νὰ τὸ πετύχεις αὐτό, θὰ πρέπει ν’ ἀγωνίζεσαι μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις νὰ συγκρατήσεις τὸ θυμὸ καὶ νὰ φυλάξεις μὲ προσοχὴ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου ἀπὸ ἀπρεπεῖς σκέψεις καὶ αἰσθήματα.

Ὁ Θεὸς ἔχει βάλει μέσα μας μόνο ἕναν θυμὸ καὶ ἕναν φθόνο: ἐναντίον τοῦ πονηροῦ, ἐναντίον ἐκείνου ποὺ στὴν ἀρχὴ ἐξαπάτησε τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἔβγαλε ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ἐναντίον τοῦ φθοροποιοῦ διαβόλου. Μᾶς δόθηκε ἡ ἐντολὴ νὰ πολεμήσουμε ἐναντίον τῶν πονηρῶν πνευμάτων τῆς ἀκαθαρσίας καὶ τῆς ἐπιθυμίας, ποὺ σπείρουν στὴν καρδιὰ ἀκάθαρτες καὶ πονηρὲς σκέψεις.

Ἑπομένως, θὰ πρέπει νὰ ἀνεχόμαστε μὲ ἀταραξία τὶς προσβολὲς ποὺ μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ συνηθίσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ ἔχει τέτοια πνευματικὴ διάθεση, ὥστε οἱ προσβολὲς αὐτὲς νὰ φαίνονται ὅτι δὲν ἀπευθύνονται σὲ μᾶς ἀλλὰ σὲ ἄλλους.

Τὸ νὰ βυθίζει κανεὶς τὸ νοῦ του μέσα στὴν ψυχή του καὶ ἡ καρδιά του νὰ ἐργάζεται νοερὰ εἶναι σημεῖο σοφῆς ψυχῆς. Τίποτα δὲν εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτὴν ἐξοστρακίζεται κάθε πόλεμος τῶν πνευμάτων τοῦ σκότους: «ὅτι οὔκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἔφεσ. στ’ 12).

Τότε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπισκιάζει καὶ βρίσκεται σὲ μιὰ εἰρηνικὴ κατάσταση. Καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν εἰρηνικὴ κατάσταση προχωρᾶ σὲ μιὰ ἄλλη, περισσότερο εἰρηνική. Εἰρηνικὴ κατάσταση ἐννοοῦμε ὅταν κανεὶς ἔχει καθαρὴ συνείδηση. Καὶ περισσότερο εἰρηνική, ὅταν ὁ νοῦς θεωρεῖ μέσα του τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ: «καὶ ἐγενήθη ἐν εἰρήνῃ ὁ τόπος αὐτοῦ» (Ψαλμὸς οε’ 3).

Μπορεῖ νὰ μὴν εὐφραίνεται κανείς, ὅταν βλέπει τὸν ἥλιο μὲ τὰ αἰσθητά του μάτια; Ἄλλα πόσο περισσότερο εὐφραίνεται, ὅταν ὁ νοῦς του βλέπει μὲ τὰ ἐσωτερικὰ μάτια τὸν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τὸν Χριστό; Τότε πραγματικὰ χαίρεται κανεὶς μὲ μιὰ ἀγγελικὴ χαρά.

Γι’ αὐτὴ τὴν χαρὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶπε: «ἡμῶν γάρ τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιππ. γ’ 20).

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πορεύεται σὲ μιὰ εἰρηνικὴ κατάσταση, γεύεται τὶς πνευματικὲς δωρεὲς μὲ ἀφθονία. Οἱ ἅγιοι πατέρες, ποὺ βρίσκονταν σὲ εἰρηνικὴ κατὰσταση καὶ εἶχαν ἐπισκιαστεῖ ἀπό τὴν θεία χάρη, ζοῦσαν πολύ.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σὲ εἰρηνικὴ κατάσταση, μπορεῖ νὰ φωτίσει καὶ τοὺς ἄλλους μὲ τὸ δικό του φῶς. Πρὶν ἀπ’ αὐτὸ ὅμως πρέπει νὰ ἐπαναλάβει τὰ λόγια αὐτὰ τῆς Προφήτιδος Ἄννας: «μὴ ἐξελθέτω μεγαλορρημοσύνη ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν» (Α’ Βασιλ. β’ 3) καὶ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μάτθ. ζ 5).

Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἄφησε τὴν εἰρήνη αὐτὴ σὰν κάποιον ἀνεκτίμητο θησαυρὸ στοὺς μαθητὲς Του πρὶν τὸν θάνατό Του, λέγοντας: «εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν» (Ἴωάν. ἰδ’ 27). Γι’ αὐτὴ τὴν εἰρήνη ὁ Ἀπόστολος λέγει: «καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Φιλίπ. δ’ 7).

Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ ἁγιάσουμε ὅλες τὶς σκέψεις, τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὰ ἔργα μας, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ κραυγάζουμε πάντα μαζὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία: «Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰρήνην δὸς ἡμῖν» (Ἠσαΐας κστ’ 12).

 

(Διδαχὲς Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ – σειρά: Φιλοκαλία τῶν Ρώσων Νηπτικῶν, ἐκδόσεις Πέτρου Μπότση)

Δευτέρα 22 Απριλίου 2024

«Τῆς μετανοίας ζηλωτὰς ἀνάδειξον ἡμᾶς, Κύριε!» (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντος)

  

Ὁμιλία στὴν Κατανυκτικὴ Ἐκδήλωση Σαρακοστῆς
Ε΄ Κυριακὴ Νηστειῶν – Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας
Καθεδρικὸς Ἱ. Ναὸς Εὐαγγελιστρίας Λαρίσης, 8/21-4-2024

+Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος Κλήμεντος

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ Ἀδελφοί·

Α. Ἡ χάρις τῆς μετανοίας

            Ἡ κατανυκτικὴ περίοδος τοῦ Τριωδίου ἀρχίζει, ὡς γνωστόν, μὲ τὸ περίφημο τροπάριο: «Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα!». Γιατί παρακαλοῦμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου καὶ καθ’ ὅλη τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ γιὰ μετάνοια; Διότι διερχόμαστε τὴν κατ’ ἐξοχὴν περίοδο τῆς μετανοίας, καὶ ἐν τούτοις μόνοι μας, μὲ τὶς ἀνθρώπινες μόνον προσπάθειες καὶ διαθέσεις, δὲν καταφέρνουμε νὰ μετανοήσουμε ἀληθινὰ καὶ εἰλικρινά. Χρειαζόμαστε ἄμεσα τὴν θεία ἔμπνευση καὶ βοήθεια γι’ αὐτό. Ἄν δὲν ἀνοίξει ὁ Θεὸς τὶς πύλες τῆς μετανοίας στὸν ἄνθρωπο, τότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ μετανοήσει εἰλικρινά. Εἶναι ἀναγκαία ἡ χάρις τῆς μετανοίας πρὸς τοῦτο!

            Ὁ Κύριός μας ζήτησε ἐξ ἀρχῆς τοῦ κηρύγματός Του μετάνοια: «μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2). Αὐτὸ ἦταν νωρίτερα τὸ κήρυγμα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, αὐτὸ ἦταν κατόπιν τὸ ἐπίμονο κήρυγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, αὐτὸ εἶναι καὶ θὰ εἶναι πάντοτε τὸ συνεχὲς κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

            Ἡ μετάνοια περιέχει οὐσιαστικὰ τὶς βασικὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ ταυτόχρονα ἀποτελεῖ καρπό τους. Σημαίνει πρώτιστα πίστη. Ἄν δὲν πιστεύεις ἀληθινὰ καὶ βαθιά, δὲν πρόκειται νὰ δείξεις καμιὰ μετάνοια. Ἐπίσης, ἄν δὲν ἐλπίζεις, δὲν μετανοεῖς. Στὴν μετάνοια ἐνυπάρχει ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη εἰσάγει καὶ ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν μετάνοια, διότι τὸν ἐλέγχει καὶ τὸν προτρέπει σὲ διόρθωση τῶν ἐπταισμένων καὶ σὲ ἐπανόρθωση. Χωρὶς αὐτὴν δὲν ἔχουμε ἀληθινὴ μετάνοια. (βλ. Ἁγίου Γαβριὴλ Ἐπισκόπου Ἰμερέτιας, Ψάχνω τὴν ψυχή μου, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ, ἐκδ. Ἄθως, Ἀθήνα 2023, σελ. 107 ἑ.).

            Γενικά, ὅταν προβαίνουμε σὲ ἁπλὸ ἀπολογισμὸ τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ παρατηροῦμε ὅτι δείχνουμε ἐλάχιστη μεταμέλεια, χωρὶς πόνο, χωρὶς αἰσχύνη, μὲ ψυχρότητα καὶ ἀδιαφορία, σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἁμαρτήματα ἄλλου, τότε αὐτὸ τὸ γεγονὸς σημαίνει ὅτι οἱ πύλες τῆς μετανοίας δὲν ἀνοίχθηκαν ἀκόμη καλὰ μέσα μας.

            Κάποτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ ὑποχρέωση, ἐπειδὴ μᾶς τὸ ἐπιβάλλουν οἱ ἄλλοι, οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς, τὸ περιβάλλον κ.λπ. Φυσικά, δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, ἡ ὁποία πρέπει νὰ μᾶς χαρακτηρίζει σὰν Χριστιανούς. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἐπιβαλλόμενο καθῆκον, ἀλλὰ ζωτικὴ ἀνάγκη τῆς ἴδιας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία αἰσθάνεται τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐπιθυμεῖ τὴν λύτρωση καὶ τὴν ἀπελευθέρωση.

            Ἄλλοτε, ὑπάρχει μετάνοια ἀπὸ τὸν φόβο τῆς τιμωρίας. Κάποιοι αἰσθάνονται ἄσχημα μὲ τὶς ἁμαρτίες τους κυρίως διότι ἐπικρέμαται ὁ κίνδυνος τῆς τιμωρίας ἐπάνω τους. Καλὸ εἶναι γιὰ ἀρχή, ἀλλὰ πρόκειται γιὰ κάτι δουλικό. Δὲν φθάνει τὸ αἴσθημα τοῦ φόβου τιμωρίας γιὰ τὴν ἐνοχή, ἄν θὰ πρέπει νὰ ἀποκτήσουμε ὑγιῆ σχέση μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἀναγκαία ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη, ἡ παράδοση μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν θεία Ἀγκάλη, ἡ ὁποία δέχεται τοὺς πάντες, μὲ μόνον ὅρο τὴν ὁμολογία τῆς ὅποιας ἁμαρτίας, χωρὶς δικαιολογίες καὶ προφάσεις, καὶ τὴν ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους καὶ τῆς θείας ἀφέσεως.

            Ἡ ὄντως μετάνοια εἶναι πόνος καὶ βάσανο γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν προδοσία τῆς Ἀγάπης Του· γιὰ τὴν ἄδικη σπατάλη τοῦ πολύτιμου χρόνου τῆς ζωῆς μας στὴν ματαιότητα, στὴν ἀδικία, στὸ ψεῦδος, στὴν ἀνομία. Ἀναλογιζόμαστε τὸ μέγεθος τῆς Σταυρικῆς Θυσίας τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας, καὶ τὴν δική μας ἀχαριστία καὶ ἀποστασία;

            Ἐν τούτοις, ὅταν ἔχουμε μέσα μας ψυχρότητα, ὅταν λείπει τὸ ἀληθινὸ πνεῦμα τῆς μετανοίας, δὲν ποθοῦμε τὰ πνευματικά, δὲν μᾶς ἑλκύει ἡ προσευχή, στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας δὲν μποροῦμε νὰ συγκεντρωθοῦμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὴν κατ’ ἰδίαν προσευχή· στὴν ἀγαθοεργία καὶ θυσία εἴμαστε δυσκίνητοι, στὰ θεῖα βραδυκίνητοι ἕως ἀκίνητοι…

            Ἄν βλέπουμε ὅτι ἡ ἁμαρτία ἔχει μεγάλη δύναμη μέσα μας, ὅτι μᾶς παρασύρει ἑκόντες-ἄκοντες, τότε χρειαζόμαστε πραγματικὰ δυνατὴ προσευχὴ καὶ δέηση ἐκτενῆ, γιὰ νὰ μᾶς λυπηθεῖ ὁ Κύριος καὶ νὰ μᾶς δώσει χάριν μετανοίας. Αὐτὴ δίδεται σὲ ὅσους τὸ ζητοῦν μὲ πόνο καὶ ἐπιμονή. Διαφορετικά, τὸ ἄπειρον Ἔλεος τοῦ Κυρίου, ποὺ θέλει νὰ μᾶς ἐπισκιάσει καὶ σώσει, χρησιμοποιεῖ ἄλλους τρόπους, ἀπρόσμενους, προκειμένου νὰ ὁδηγηθοῦμε σὲ ἐπίγνωση μετανοίας καὶ ἐπιστροφὴ στὶς εὐθεῖες ὁδοὺς τῆς θείας εὐαρεσκείας.

Β. Ἕνα σύγχρονο παράδειγμα μετανοίας

            Ἐπ’ αὐτοῦ, ἐπιτρέψτε μου νὰ ἀναφέρω στὴν ἀγάπη σας ἕνα σύγχρονο παράδειγμα, τὸ ὁποῖο εἶναι πολὺ διδακτικὸ καὶ χαρακτηριστικό.

            Προηγουμένως, θέλω νὰ τονίσω ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι ὁδηγοῦνται στὴν πίστη καὶ τὴν μετάνοια μὲ τρόπο θαυμαστό, ἐνῶ πρὶν ζοῦσαν μιὰ ζωὴ τελείως παραδομένη στὰ πάθη τους. Κάποιες ὅμως δυσχερεῖς περιστάσεις τῆς ζωῆς τοὺς συγκλόνισαν συθέμελα, καὶ μόνο τότε στράφηκαν μὲ μεγάλη ὁρμὴ πρὸς τὸν Θεό.

            Κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς βλέπουν σημεῖα, κάποιοι βιώνουν ὑπερφυσικὲς καταστάσεις. Ἔχω γνωρίσει ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀκόμη καὶ τὴν ἐμπειρία τοῦ σωματικοῦ θανάτου καὶ τῆς μετὰ θάνατον καταστάσεως, καὶ ἐπανῆλθαν στὴν ζωή. Μιὰ τέτοια εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ ἄκουσα πρόσφατα καὶ θὰ σᾶς ἀναφέρω.

            Πρὶν ἀπὸ λίγο καιρό, βαδίζοντας σὲ κεντρικὸ δρόμο τῆς πόλεώς μας Λάρισας, μὲ πλησίασε κάποιος σχετικὰ νέος ἄνθρωπος, μὲ πλαστικὸ ποτῆρι τοῦ καφὲ στὸ χέρι, ἄνθρωπος φυσιολογικός, κανονικός, σύγχρονος, καθημερινός. Ἀφοῦ μὲ χαιρέτισε καὶ μοῦ ἔθεσε κάποιο ἐρώτημα, ἐν συνεχείᾳ μοῦ ἀπεκάλυψε ὅτι ἡ ζωή του ἄλλαξε ἐντελῶς, ὅτι πιστεύει πλέον βαθύτα στὸν Θεό, ἐνῶ πρὶν ἦταν Χριστιανὸς μόνον κατ’ ὄνομα, καὶ προσπαθεῖ στὸ ἑξῆς νὰ εὐαρεστήσει στὸν Θεὸ ζῶντας κατὰ τὸ ἅγιο Θέλημά Του.

Καὶ τοῦτο, διότι πρὶν ἀπὸ σχετικὰ λίγο χρονικὸ διάστημα, ἐξ αἰτίας μιᾶς σοβαρῆς ἀσθένειας, πέθανε, ὁ θάνατός του διαγνώσθηκε, καὶ βρέθηκε σὲ ἀφάνταστο καὶ ἀπερίγραπτο τόπο ὀδύνης καὶ φρικτῆς κολάσεως! Εἶναι ἀδύνατον, ὅπως μὲ βεβαίωσε μὲ κάθε σοβαρότητα, ἀνθρώπινη γλῶσσα νὰ περιγράψει τὸν βασανισμὸ τῆς ψυχῆς του!…

            Τότε ὅμως, συνέβη τὸ ἀνέλπιστο: μιὰ μεγαλόπρεπη Γυναίκα, μέσα στὸ Φῶς, μὲ ἀνέκφραστη Μητρικὴ στοργὴ καὶ ἐνδιαφέρον, τὸν ἀνέσυρε ἀπὸ τὸν ἐφιαλτικὸ βασανισμό του. Μέσα του, εἶχε τὴν σίγουρη πεποίθηση ὅτι Αὐτὴ ἦταν ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἡ Παναγία Μητέρα μας, ἡ Ἀειπάρθενη Θεοτόκος! Τὸν μετέφερε σὲ τόπο ἀσφαλῆ, ἐνῶ ἀπὸ κάτω του ἔχασκε χαώδης ἄβυσσος. Ἦταν στὴν βάση ἑνὸς βουνοῦ, ἔτσι τοῦ φάνηκε, καὶ στὴν κορυφή του διακρινόταν Φῶς ὑπέρλαμπρο. Καὶ τότε ἄκουσε τὴν οὐράνια φωνή Της νὰ τοῦ λέγει:

            «‒Θὰ πρέπει νὰ ἀνέλθεις ψηλὰ γιὰ νὰ σωθεῖς ἐκεῖ στὸ Φῶς. Αὐτὸ πρέπει νὰ γίνει μὲ τὴν θέλησή σου. Διαφορετικά, θὰ βρεθεῖς καὶ πάλι ἐκεῖ ποὺ ρίφθηκες, χωρὶς καμιὰ ἐλπίδα ἐπανόδου»! 

            Κατόπιν αὐτῆς τῆς συγκλονιστικῆς Θεομητορικῆς ὁδηγίας, ἐπανῆλθε στὴν ζωή, ἡ καρδιά του ξαναλειτούργησε, τὰ ὄργανα τοῦ σώματός του ἄρχισαν καὶ πάλι νὰ λειτουργοῦν κανονικά, καὶ θεωρήθηκε ἡ νεκρανάστασή του ἕνα πραγματικὸ θαῦμα, ὅπως καὶ ἦταν!

            Τὸ πιὸ σημαντικὸ ὅμως θαῦμα ἦταν ἀκριβῶς ἡ ριζικὴ μεταστροφή του. Εἶχε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τὴν αἴσθηση ὅτι βίωσε κάτι ἐκπληκτικό. Ὅτι ἔζησε μιὰ ὑπερφυσικὴ κατάσταση, ἡ ὁποία ἐντυπώθηκε βαθιὰ στὴν συνείδησή του καὶ ἄλλαξε πλήρως τὴν σκέψη του, τὴν τοποθέτησή του, τὴν πορεία τῆς ζωῆς του.

            Μοῦ εἶπε μὲ εἰλικρίνεια, ὅτι ἄν δὲν εἶχε γυναίκα καὶ παιδί, θὰ ἐπέλεγε σίγουρα τὴν ὁδὸ τῆς Μοναχικῆς ἀφιερώσεως, γιὰ νὰ ζήσει τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς του ἐν μετανοίᾳ. Τοῦ δόθηκε λοιπὸν ἡ βαθιὰ χάρις τῆς μετανοίας μὲ τὸν θαυμαστὸ αὐτὸ τρόπο, σύμφωνα μὲ τὰ ἀνεξιχνίαστα κρίματα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ χρειαζόταν καθοδήγηση γιὰ τὸ πῶς ἐκφράζεται καὶ βιώνεται ἡ μετάνοια.

            Μοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ἐπίσης μὲ πόνο καὶ θλίψη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστεύουν εὔκολα στὴν μαρτυρία του. Σὲ λίγους μόνον ἀποτολμᾶ νὰ μιλήσει ἀνοικτά, ἀλλὰ οἱ περισσότεροι γνωστοί του δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ πιστεύσουν σὲ αὐτὸ ποὺ ἔζησε. Παρατηροῦν ὅτι ἡ ζωή του ἄλλαξε σαφῶς, ὅτι δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ γνώριζαν, ὅτι κάτι τὸ ἀσυνήθιστο συνέβη, ἀλλὰ δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ προβληματισθοῦν βαθύτερα! Καὶ αὐτὸς αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη, ἔτσι τοῦ ζητήθηκε, νὰ γνωστοποιεῖ τὴν ἐμπειρία του.

            Τοῦ εἶπα καὶ τὸν διαβεβαίωσα ὅτι δὲν μὲ πλησίασε τυχαία. Ὅτι ὅλα ρυθμίζονται τέλεια ἀπὸ τὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ὁ Κύριος ἐπέτρεψε στὸ ἄφατο Ἔλεός Του νὰ μοῦ γνωστοποιήσει αὐτὸ ποὺ ἔζησε, γιὰ νὰ τὸ μεταδίδω  εὐρύτερα, ὥστε νὰ γίνονται γνωστὰ τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ μας, προκειμένου νὰ βοηθιοῦνται καὶ νὰ ἐνισχύονται οἱ καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι, διότι εἴμαστε σὲ πάρα πολὺ δύσκολα καὶ κρίσιμα χρόνια. Δόξα τῷ ἀπείρῳ ἐλέει Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν! Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς!

Γ. Ἀληθινὴ καὶ ψευδὴς μετάνοια

            Ἐν συνεχείᾳ, εἶναι καλὸ νὰ ἐξετάσουμε σύντομα ποιὸς μετανοεῖ ἀληθινά, ὥστε παρὰ τὴν ἀσθένειά του νὰ δύναται νὰ κοινωνεῖ ἀκατακρίτως τὰ ἅγια Μυστήρια, καὶ ποιὸς ψευδῶς, ὥστε νὰ εἶναι ἄξιος καταδίκης ἄν δὲν διορθωθεῖ.

            Ψευδῶς μετανοεῖ ὅποιος δὲν ἐξομολογεῖται εἰλικρινά, δὲν νιώθει πόνο γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἤ δὲν βλέπει κἄν τὶς ἁμαρτίες του! Μάλιστα ἀκόμη καὶ ὅταν τυπικὰ ἐξομολογεῖται, τὸ κάνει μὲ τέτοιον τρόπο, σὰν νὰ προβαίνει σὲ περιγραφὴ κάποιου ἀδιάφορου συμβάντος ξένου πρὸς τὸν βαθύτερο ἑαυτό του. Καὶ τοῦτο, διότι δὲν ἔχει μέσα του τὴν σταθερὴ πρόθεση καὶ δὲν δίνει τὴν ἀποφασιστικὴ ὑπόσχεση ὅτι δὲν θὰ διαπράξει καὶ πάλι τὰ ἴδια, ὅταν βρεθεῖ στὶς ἴδιες συνθῆκες ποὺ ἁμάρτησε προηγουμένως. Γιατί αὐτό; Διότι βαθιὰ μέσα του ἐξακολουθεῖ νὰ ἐπιθυμεῖ ὅπως καὶ πρὶν τὴν ἁμαρτία! Δὲν τὴν ἔχει ἀποστραφεῖ. Δὲν τὴν ἔχει βδελυχθεῖ, οὔτε τὴν ἔχει μισήσει! Τὴν θεωρεῖ ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ὑπάρξεώς του καὶ δὲν μπορεῖ νὰ φαντασθεῖ τὴν ζωή του χωρὶς αὐτήν!

            Αὐτὴ εἶναι μιὰ ἰδιαίτερα ἐπικίνδυνη καὶ πλανερὴ κατάσταση, ἡ ὁποία ὑποδηλώνει κατ’ οὐσίαν ἀμετανοησία. Ψεύτικη μετάνοια! Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἄξιος τῆς Θείας Μεταλήψεως. Καὶ ἄν ἀποτολμήσει νὰ κοινωνήσει, δὲν θὰ εἶναι «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον», ἀλλ’ «εἰς κρίμα καὶ κατάκριμα» τῆς δυστυχοῦς ψυχῆς του… (βλ. Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ, Διδαχὴ στὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, στὸ «Ἀναζωσάμενοι τὸν καλὸν τῆς νηστείας ἀγῶνα», τ. Α΄, ἐκδ. «Καθ’ ὁδόν», Ἀθήνα 2022, σελ. 122 ἑ.).

            Ὁ ἀληθινὰ μετανοῶν, ἀντίθετα, εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἐξομολογεῖται ΟΛΕΣ τὶς ἁμαρτίες του, καὶ ὄχι ἐπιλεκτικὰ μερικὲς μόνον, μὲ πραγματικὸ πόνο καὶ λύπη καρδιᾶς, καὶ κυρίως μὲ σταθερὴ πρόθεση νὰ μὴ τὶς ἐπαναλάβει. Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπόσχεται ἀνεπιφύλακτα περὶ τούτου, καὶ ἐπίσης λαμβάνει σοβαρὰ μέτρα προστασίας καὶ ἀσφαλείας γιὰ νὰ μὴν περιπέσει καὶ πάλι στὰ ἴδια μὲ εὐκολία καὶ προχειρότητα. Αὐτός, ἐφ’ ὅσον λάβει σχετικὴ ἄδεια καὶ εὐλογία ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ πατέρα, μπορεῖ νὰ κοινωνήσει ἀξίως, καὶ παρὰ τὴν ἀσθένεια καὶ ἀδυναμία του, δέχεται τὸ πλούσιον Ἔλεος τοῦ Παναγάθου Κυρίου μας «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Εἴθε μὲ ὅλους μας νὰ συμβαίνει τοῦτο!

            Τὸ παράδειγμα τῆς σήμερον τιμωμένης Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας εἶναι ἐξόχως διδακτικό. Ἐπρόκειτο γιὰ τόσο μεγάλη ἁμαρτωλή, ὥστε ἀόρατη δύναμις νὰ τῆς ἐμποδίζει τὴν εἴσοδο τὸν Πανίερο Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου πῆγε ἀπὸ περιέργεια. Καὶ μόνον ὅταν ἔβαλε μέσα της τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, τὴν πρόθεση καὶ ἀπόφασή της νὰ μὴν ἐπιστρέψει στὴν ἀκαθαρσία τῶν σαρκικῶν της ἁμαρτιῶν, μόνον τότε τῆς ἐπετράπη πλέον -μὲ τὴν Θεομητορικὴ μεσιτεία- νὰ εἰσέλθει στὸν Ναὸ γιὰ νὰ προσκυνήσει καὶ νὰ λάβει θεῖες δωρεές. Διότι θὰ ἀπεδύετο σὲ ἀγῶνα φοβερὸ πέραν τῆς ἐρήμου τοῦ Ἰορδάνου γιὰ νὰ δείξει τὴν ἔμπρακτη μετάνοιά της, ἐπὶ δεκαετίες ὁλόκληρες, μέχρις ὅτου καθαρθεῖ, ὅπως καὶ φωτισθεῖ καὶ θεωθεῖ. Καὶ μόνο πρὶν τὸ τέλος της νὰ φανερωθεῖ στὸν κόσμο ὡς ἐκπληκτικὸ ὑπόδειγμα μετανοίας διὰ τοῦ Ὁσίου Ζωσιμᾶ, ὁ ὁποῖος ἄκουσε τὰ τοῦ Βίου της, τὴν κοινώνησε τὰ ἅγια Μυστήρια καὶ ἐν τέλει τὴν ἔθαψε. Εἴθε νὰ ἔχουμε τὶς ἅγιες πρεσβεῖες της!

            Ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές, αὐτὰ νὰ εἶναι τὰ ὑποδείγματα καὶ τὰ πρότυπά μας, ὥστε νὰ προσφεύγουμε στὸν Λυτρωτή μας Χριστὸ ὡς τὸν μόνο Ἰατρό, τὸν ἀληθινὸ Πατέρα, τὸν πραγματικὸ Εὐεργέτη, τὸν μοναδικὸ Σωτῆρα! Νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε βαθιὰ καὶ εἰλικρινά, νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ὑποστοῦμε κάθε θυσία γιὰ χάρη Του ἀκόμη καὶ αὐτῆς τῆς ζωῆς μας, καὶ τίποτε νὰ μὴ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὴν μακάρια Ἀγάπη Του!

            Τί ἔχουν στ’ ἀλήθεια νὰ μᾶς προσφέρουν τὰ πάθη καὶ οἱ ἁμαρτίες, ὅπως καὶ οἱ δαίμονες ποὺ κρύπτονται ὄπισθεν, παρὰ μόνον ἀτιμία, δυστυχία, καταστροφὴ καὶ ἀπώλεια;

            Ἀντίθετα, ὁ Πανάγαθος Κύριός μας γιὰ τὴν ἀληθινὴ μετάνοιά μας, γιὰ τὴν μικρὴ ἀλλὰ τίμια καὶ εἰλικρινῆ προσπάθειά μας, προσφέρει σὲ μᾶς τὴν εὐφροσύνη τῆς πραγματικῆς κοινωνίας μαζί Του ἀπὸ τούτη τὴν ζωή! Τί μεγαλύτερο καὶ ὑψηλότερο ὑπάρχει ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία; Τί μακαριώτερο καὶ ἐρασμιώτερο; Αὐτὴ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Χριστό, μᾶς κάνει ἕνα μαζί Του, Τὸν φέρει μέσα στὴν ἴδια τὴν ταπεινὴ ὕπαρξή μας!…

Δ. «Ποτήριον Κυρίου» καὶ «ποτήριον δαιμονίων»

            Γιὰ νὰ μετέχουμε τοῦ «Ποτηρίου τοῦ Κυρίου», χρειάζεται ὅπως εἴπαμε ἀληθινὴ καὶ γνήσια μετάνοια. Διαφορετικά, μέσῳ τῶν παθῶν καὶ ἁμαρτιῶν καὶ μάλιστα τῶν σαρκικῶν, ὁ ἄνθρωπος μετέχει τοῦ «ποτηρίου τῶν δαιμονίων», ποὺ συνιστᾶ τὸν αἰώνιο θάνατο!

            Τὰ δύο αὐτά, οἱ δύο αὐτὲς καταστάσεις, δὲν συμβιβάζονται καὶ δὲν συνδυάζονται. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι σαφής: «Οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καὶ τραπέζης δαιμονίων» (Α΄ Κορ. 10, 21).

            Ὁ Θεὸς ἔχει δείξει σὲ Βίους Ἁγίων πόσο φοβερὸ σκοτάδι περιβάλλει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὁ Ἅγιος Νήφων Κωνσταντιανῆς (23 Δεκ.) ζοῦσε ἀρχικὰ πολὺ ἁμαρτωλὴ καὶ ἔκλυτη ζωή, παραδομένος στὰ πάθη τῆς σαρκός. Κάποτε συναντήθηκε μὲ κάποιον γνωστό του, τὸν Νικόδημο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄνθρωπος εὐσεβής. Αὐτὸς τὸν κοίταξε ἀπορημένος καὶ ὅταν ὁ Νήφων τὸν ἐρώτησε γιατὶ τὸν παρατηρεῖ μὲ τέτοιον τρόπο, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Πίστεψέ με, ἀδελφέ, ὅτι δὲν σὲ εἶδα ποτὲ ἔτσι, ὅπως σήμερα, διότι τὸ πρόσωπό σου εἶναι τρομακτικό, κατάμαυρο»!…

            Τὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων, τῶν εὐσεβῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, ἑνωμένα μὲ τὸν Χριστό, περιβάλλονται μὲ θεῖον Φῶς, διότι ὁμοιώνονται μὲ τὸ πρωτότυπό τους, μὲ τὸν Χριστό. Ἀντίθετα, τὰ πρόσωπα τῶν ἀσεβῶν, ὅπως καὶ τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν, γίνονται ἀποκρουστικά, διότι ἐξομοιώνονται μὲ τὸν πατέρα τῆς ἁμαρτίας διάβολο!

            «Ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν ἐκ τοῦ διαβόλου ἐστίν» (Α΄ Ἰω. 3, 8), βεβαιώνει ὁ Μαθητὴς καὶ Ἀπόστολος τῆς Ἀγάπης Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ Εὐαγγελιστής. Πόσο μεγάλη δυστυχία καὶ συμφορὰ εἶναι νὰ παραμένεις δέσμιος τοῦ ἐχθροῦ τῆς ψυχῆς σου καὶ τῆς ζωῆς σου, ἀμετανόητος καὶ ἀδιόρθωτος!     

            Ἀπὸ τὴν μιὰ λοιπόν, μὲ βάση τὴν ἀληθινὴ μετάνοια, ἔχουμε τὴν σωτηρία καὶ ὅλες τὶς θεῖες δωρεές. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἔχουμε τὴν ἀμετανοησία ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια καὶ σὲ κάθε αἰσχύνη καὶ ἀκαθαρσία. Σὲ μᾶς ἐναπόκειται νὰ κάνουμε τὴν ὀρθὴ ἐπιλογή.

            Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ὑποδεικνύοντας ὁδὸ μετανοίας, καθάρσεως, ἀφέσεως καὶ σωτηρίας, μᾶς προτρέπει πατρικῶς: «καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος» (Β΄ Κορ. 7, 1).

            Ἄν λοιπὸν θέλουμε νὰ εἴμαστε αἰώνια μὲ τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, μὲ τὴν Παναγία Μητέρα μας, μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους Πάντας, ἄς ἀναδειχθοῦμε σὲ τούτη τὴν σύντομη ζωὴ ζηλωτὲς τῆς ἀληθινῆς μετανοίας, καὶ ἄς ἑνωνόμαστε μυστηριακὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ μας, μὲ τὴν θεία Ἐνέργεια, χωρὶς ἀναβολὴ καὶ καθυστέρηση, χωρὶς ἀναμονή, διότι δὲν γνωρίζουμε τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα!

            Ὁ Κύριός μας δέχεται μὲ ἀνοιχτὲς ἀγκάλες κάθε προσερχόμενο μὲ εἰλικρινῆ μετάνοια, τὸν δικαιώνει καὶ τὸν ἀποκαθιστᾶ. Ὅποιον καταδικάζει τὸν ἑαυτό του, αὐτὸν σίγουρα τὸν συγχωρεῖ. Τοῦ ἀφαιρεῖ τὸ κακὸ πνεῦμα καὶ τοῦ χαρίζει Ἅγιο Πνεῦμα. Τοῦ δίδει καθαρότητα καὶ ἐλπίδα, ἐλευθερία καὶ παρρησία, συγχώρηση καὶ σωτηρία!


Ἀδελφοί·

            «Ἄς μετανοήσουμε καὶ ὁ Ἐλεήμων καὶ Πρᾶος Θεὸς θὰ μᾶς εὐσπλαχνισθεῖ τὴν ὥρα τῆς Κρίσεως στὸ Δικαστήριό Του, ἐξ αἰτίας τῆς φιλευσπλαχνίας Του, ποὺ εἶναι πάντοτε μεγαλύτερη ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες ἁμαρτίες!…» (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ἁγιοπνευματικὲς διδαχές…, ἐκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2017, σελ. 174), Ἀμήν!

Κυριακή 21 Απριλίου 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

            πωσδήποτε, ἀπὸ τὶς συναναστροφές σας μὲ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι συνειδητοὶ χριστιανοί, θὰ ἔχετε διαπιστώσει ὅτι ἄλλα εἶναι τὰ μάτια τοῦ χριστιανοῦ καὶ ἄλλα τοῦ μὴ χριστιανοῦ. Ἀλλιῶς βλέπουμε ἐμεῖς τὰ πράγματα, ἀλλιῶς ὁ κόσμος. Αὐτὸ εἶναι κάτι φυσικὸ καὶ κατανοητό. Τὸ δυσάρεστο καὶ ἀφύσικο γιὰ τὴ φύση τοῦ χριστιανοῦ εἶναι νὰ βλέπει τὰ πράγματα διαφορετικὰ ἀπὸ ὅ,τι ὁ Χριστός. Γιὰ αὐτό, τὸ ὅτι εἴμαστε στὴν Ἐκκλησία, ἀκόμη καὶ ἀπὸ παιδιά, ἀκόμη καὶ ἑξῆντα χρόνια, δὲν λέει τίποτα ἀπολύτως γιὰ τὴν πνευματική μας κατάσταση. Αὐτὸ ποὺ μαρτυρεῖ τὴν καλὴ πνευματική μας κατάσταση εἶναι τὸ νὰ βλέπουμε τὰ πράγματα ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός.  

            Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε στοὺς Ἀποστόλους ὅσα ἐπρόκειτο νὰ πάθει κατὰ τὴν τελευταία Του ἐπίσκεψη στὰ Ἱεροσόλυμα. Τοὺς μίλησε γιὰ τὴν παράδοσή Του στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς, γιὰ τὴ θανατικὴ καταδίκη, γιὰ τὸν ἐμπαιγμὸ ποὺ θὰ ὑφίστατο, γιὰ τὸν θάνατο καί, τελικά, γιὰ τὴν ἀνάσταση ποὺ θὰ ἀκολουθοῦσε τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα. Προσπαθῆστε νὰ φαντασθεῖτε σὲ τί κατάσταση βρισκόταν ὁ Κύριός μας ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες. Ἐκεῖνος ποὺ διῆλθε ὅλη τὴν Ἰουδαία κάνοντας μόνο καλό, μόνο εὐεργετῶντας, μόνο θεραπεύοντας ψυχὲς καὶ σώματα, Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐνόχλησε κανέναν παρὰ μόνο στιγμάτισε τὴν ὑποκρισία, ἐπρόκειτο μετὰ ἀπό λίγες μέρες νὰ δεχθεῖ τὴν ἀγνωμοσύνη τῶν ἀνθρώπων σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο. Ἐπρόκειτο νὰ ἐμπτυσθεῖ, νὰ χλευασθεῖ, νὰ μαστιγωθεῖ καί, τελικά, νὰ θυσιασθεῖ πάνω στὸν Σταυρὸ.

            νῶ, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἐτοιμαζόταν γιὰ τὴν ἄκρα ταπείνωση καὶ τὸν θάνατο, δύο ἐκ τῶν Μαθητῶν Του, καὶ μάλιστα δύο ἀπὸ τὴν ἐκλεκτὴ τριάδα τῶν Μαθητῶν, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου, Τὸν πλησίασαν γιὰ νὰ Τοῦ ποῦν κάτι. Θὰ περίμενε κανεὶς νὰ ἀκούσει λόγια παρηγορητικά, λόγια ἐνισχυτικὰ ἀπὸ τὰ στόματα τῶν δύο ἀδερφῶν, οἱ ὁποῖοι, ὄχι μόνο ἦταν προχωρημένοι στὰ πνευματικά, ἀλλὰ εἶχαν ἀξιωθεῖ νὰ δοῦν καὶ τὸ Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Ἀντιθέτως, ἡ σκέψη τους ἦταν στραμμένη σὲ τελείως διαφορετικὴ κατεύθυνση ἀπὸ αὐτὴν τοῦ Κυρίου. Τὸν πλησίασαν καὶ Τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς παραχωρήσει ἀπὸ ἕναν θρόνο, ἕναν ἐκ δεξιῶν καὶ ἕναν ἐξ ἀριστερῶν Αὐτοῦ ὅταν θὰ δοξαζόταν. Δὲν πρόκειται γιὰ τοὺς θρόνους στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ γιὰ ἐπίγειους θρόνους. Οἱ Μαθητὲς ἤθελαν ἐπίγειες δόξες καὶ τιμὲς καὶ μάλιστα, ἀπὸ τὴν δωδεκάδα τῶν Μαθητῶν, ἤθελαν τὶς δύο πρῶτες καὶ καλύτερες θέσεις. 

            Δὲν εἶχαν καταλάβει οἱ Μαθητὲς τὸ πνεῦμα τοῦ Διδασκάλου τους. Ἐκεῖνος θὰ θυσίαζε τὸν ἑαυτό Του καὶ ἐκεῖνοι κοιτοῦσαν τὴ δόξα τοῦ ἐγώ τους, γιὰ αὐτὸ καὶ οἱ ὑπόλοιποι Ἀπόστολοι ἀγανάκτησαν μὲ τὰ λεγόμενα τῶν δύο ἀδερφῶν. 

            Μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «νὰ γνωρίζετε ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ νομίζουν ὅτι κυβερνοῦν τὰ ἔθνη, στὴν πραγματικότητα τὰ καταδυναστεύουν καὶ τὰ καταπιέζουν. Σὲ ἐσᾶς, ὅμως, δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἔτσι, ἀλλὰ ὅποιος θέλει ἀνάμεσά σας νὰ γίνει μέγας, νὰ εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι πρῶτος ἀπὸ ἐσᾶς, νὰ εἶναι δοῦλος ὅλων. Ἄλλωστε, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου,  δὲν ἦλθε γιὰ νὰ διακονηθεῖ, ἀλλὰ νὰ διακονήσει καὶ νὰ δώσει τὴ ζωή Του ὡς λύτρο χάριν ὅλων». 

            Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴ συμπεριφορὰ τῶν Ἀποστόλων βρίσκεται τὸ παράδειγμα μίας γυναίκας, ἡ ὁποία ὅλη της τὴν νεανικὴ ἡλικία τὴν κατανάλωσε στὴν πορνεία ὄχι ἀπὸ οἰκονομικὴ ἔνδεια ἢ ἐκμετάλλευση, ἀλλὰ ἀπὸ προσωπική της ἐπιθυμία. Ποτέ της δὲν ἀσχολήθηκε μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ἀκόμη καὶ τὴ μοναδικὴ φορὰ ποὺ θέλησε μὲ τὸ πλοῖο νὰ μεταβεῖ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρό, τὸ ἔκανε γιὰ νὰ παρασύρει ὅλους τοὺς ἐπιβάτες στὴ σαρκικὴ ἁμαρτία. Αὐτή, λοιπόν, ἡ γυναίκα, ἡ γιὰ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς της κατάκριτη καὶ περιφρονημένη, μέσα σὲ λίγα μόλις λεπτὰ κατανόησε τί θὰ πεῖ Χριστὸς ἐξαιτίας ἑνὸς θαυμαστοῦ γεγονότος. Καθὼς προσπαθοῦσε νὰ μπεῖ στὸν Ναὸ γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν Τίμιο Σταυρό, ἕνα ἀόρατο χέρι τὴν ἐμπόδιζε. Τότε, στρεφομένη πρὸς μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, τὴν παρακάλεσε νὰ τῆς ἐπιτρέψει τὴν εἴσοδο καὶ νὰ τὴν καθοδηγήσει στὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν προσευχὴ κατάφερε νὰ προσκυνήσει. Στὴ συνέχεια, ἄκουσε φωνὴ ποὺ τὴν προέτρεπε νὰ πάει στὴν ἔρημο πέραν τοῦ Ἰορδάνου. Ἡ γυναίκα αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν σήμερα τιμωμένη ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας, Ἁγία Μαρία, τὴν Αἰγυπτία. Τὰ ὅσα ἔζησε στὴν ἔρημο δὲν τὰ χωρᾶ ἀνθρώπινος νοῦς. Αὐτὴ ἡ πρώην πόρνη ἔζησε μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση καὶ ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ χαριτωθεῖ τὸ σῶμα της καὶ νὰ ζεῖ σὰν ἄγγελος. 

             Χριστιανισμὸς εἶναι ἀπόλυτα ἀνατρεπτικὸς καὶ καταλύει τὰ ἀνθρώπινα ὅρια. Οἱ μὲν ἐκλεκτοὶ Ἀπόστολοι στὶς δύσκολες ὥρες τοῦ Κυρίου μας ἔδειξαν ὅτι δὲν Τὸν καταλαβαίνουν, ἡ δὲ πρώην πόρνη, Τὸν κατάλαβε δίχως νὰ Τὸν ἔχει γνωρίσει προηγουμένως. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, οἱ δέκα Ἀπόστολοι ἀγανάκτησαν κατὰ τῶν δύο ἀδερφῶν. Γιατί; Διότι θεώρησαν τοὺς ἑαυτούς τους καλύτερους ἀπὸ τοὺς δύο. Ἔτσι ἀγανακτοῦν καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς, μὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι εἶναι φανερὰ βουτηγμένοι στὴν ἁμαρτία. Ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς γιὰ νὰ ἀγανακτοῦμε καὶ νὰ κρίνουμε τοὺς συνανθρώπους μας; Δὲν βλέπουμε τὴν Ὁσία Μαρία; Πόρνη ἦταν καὶ ὅμως ἀξιώθηκε νὰ γίνει Ἁγία μέσα ἀπὸ τὴν ἐγκράτεια καὶ νὰ τιμᾶται σήμερα ἴσως ὡς ἡ μεγαλύτερη ἀσκήτρια ὅλων τῶν αἰώνων. 

             Χριστός, ἀγαπητοί, δὲν βλέπει τὰ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα. Τὰ φαινόμενα ἀπατοῦν πολλὲς φορές. Ὁ Χριστὸς βλέπει τὴν ἀγάπη, βλέπει τὰ βάθη τῆς ψυχῆς. Ἐκεῖ, ἀκόμη καὶ στοὺς φαινομενικὰ χειρότερους ἀνθρώπους, βρίσκεται ἕνας ξεχωριστὸς θησαυρὸς ποὺ ἀπὸ ἐμᾶς ἐξαρτᾶται ἄν θὰ τὸν βγάλουμε πρὸς τὰ ἔξω. Ἡ Ὁσία Μαρία ἀγωνίσθηκε πάρα πολὺ γιὰ νὰ βγάλει αὐτὸν τὸν πλοῦτο τῆς ψυχῆς της πρὸς τὰ ἔξω καὶ τὰ κατάφερε. Πού εἶναι τώρα ἡ πρώην πόρνη καὶ πού οἱ κριτές της;

            νέφερα ὅτι ἡ Ἁγία Μαρία κατανόησε τὸν Χριστό. Τί θὰ πεὶ αὐτό; Κατανόησε ὅτι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρός. Κατανόησε ὅτι ἐφόσον ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἐκείνη δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ ἐργάζεται γιὰ τὴν καταστροφὴ τῶν ἀνθρώπων. Κατανόησε ὅτι ἐφόσον ὁ Χριστὸς πόνεσε γιὰ νὰ σώσει τὸν κάθε ἁμαρτωλό, ἔτσι ἔπρεπε νὰ πονέσει καὶ αὐτή, φεύγοντας μακριὰ ἀπὸ τὴ συνήθεια τῆς ἡδονῆς. Κατανόησε ὅτι δὲν πρέπει νὰ κρίνει κανέναν, ἀλλὰ νὰ ἀναλαμβάνει τὶς εὐθύνες τῶν πράξεών της. Κατανόησε, τέλος, ὅτι ὅταν ὁ Χριστὸς ἅπλωσε τὰ χέρια στὸν Σταυρό, ἄνοιξε τὴν ἀγκαλιά Του γιὰ ὅλους τοὺς ἁμαρτωλούς, καί, ἑπομένως, καὶ γιὰ τὴν ἴδια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, σὲ καμία περίπτωση δὲν ἔπρεπε νὰ πέσει στὴν ἀπελπισία καὶ τὴν κατάθλιψη, ἀλλὰ ἔπρεπε νὰ κυνηγήσει μὲ βέβαιη ἐλπίδα τὴν σωτηρία της. 

            Μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὁσίας Μαρίας εἴθε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ζοῦμε ὡς πραγματικοὶ χριστιανοὶ καὶ νὰ βιώσουμε τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Κυρίου μας μὲ κατανόηση τῆς θυσίας Του. 

Ὁ Ἐπίσκοπός σας,

 ὁ  Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 20ό)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

20. Μη χριστιανικά συστήματα ηθικής

Ευδαιμονισμός (Επικουρισμός) και Ωφελιμισμός (η φιλοσοφία του κοινού καλού).
Η αποτυχία αυτών των συστημάτων ηθικής.

Είναι εύκολο να δούμε ότι όλες οι λεπτομέρειες της σχέσης ενός Χριστιανού με τον πλησίον του που έχουμε εξετάσει -πραότητα, ειρήνη, καλοσύνη, κ.λπ.- μας οδηγούν σε μια αρετή, την κύρια και βασική. Αυτή η αρετή είναι η χριστιανική αγάπη, η θεμελιώδης αρχή της χριστιανικής ηθικής.

Εκτός από την διδασκαλία περί ηθικής που προσφέρεται από τον Χριστιανισμό, υπάρχουν μη χριστιανικά, κοσμικά συστήματα ηθικής. Ενώ συμφωνούν σε πολλά από τα σημεία τους με την διδασκαλία της χριστιανικής ηθικής, αυτά τα συστήματα, ωστόσο, αρνούνται να αναγνωρίσουν την αρχή της χριστιανικής αγάπης ως βάση της διδασκαλίας της ηθικής. Φαίνονται να φοβούνται από το ύψος της αγάπης που διατάσσει το Ευαγγέλιο, και αναζητούν ευκολότερες και πιο αποδεκτές αρχές για τον εαυτό τους.

Από αυτά τα κοσμικά ηθικά συστήματα, τα πιο γνωστά και, ταυτόχρονα, τα πιο διαδεδομένα στην πρακτική ζωή είναι ο Ευδαιμονισμός και ο Ωφελιμισμός.

Ο Ευδαιμονισμός (αλλιώς γνωστός ως Επικουρισμός[1]) τοποθετεί την εγγενή επιθυμία για ανθρώπινη ευτυχία ως βάση της ηθικής. Ταυτόχρονα, ως ευτυχία εδώ νοείται το άθροισμα των απολαύσεων και των ηδονών, οι οποίες κάνουν την ζωή ενός ανθρώπου ευχάριστη και ευτυχισμένη. Ωστόσο, οι ευδαιμονιστές διίστανται στις απόψεις τους σχετικά με το τί είδους απολαύσεις πρέπει να αναζητά ένα άτομο που θέλει να είναι «ευτυχισμένο». Μερικοί από αυτούς (ίσως η πλειοψηφία) μιλούν σχεδόν αποκλειστικά για χονδροειδείς, αισθησιακές απολαύσεις. Περί ενός τέτοιου χονδροειδούς ευδαιμονισμού ο Απόστολος Παύλος παρατήρησε: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν»[2]. Άλλοι ευδαιμονιστές, επικαλούμενοι το γεγονός ότι το πάθος για αισθησιακές απολαύσεις καταστρέφει το σώμα και την ψυχή ενός ατόμου, συνιστούν να μην παρασυρθεί κανείς από αυτές, αλλά να επιτύχει απολαύσεις πιο σταθερές και διαρκείς, καθώς και πιο πνευματικές. Αυτές είναι, για παράδειγμα, η μουσική, η ποίηση και, γενικά, διάφορα είδη τέχνης και επιστήμης.

Αλλά, φυσικά, ούτε με τη μία ούτε με την άλλη μορφή ο ευδαιμονισμός είναι αποδεκτός για έναν Χριστιανό ως η βασική αρχή της ηθικής. Το κύριο ερώτημα της ηθικής είναι η διαφορά μεταξύ αγαθού και κακού, μεταξύ του τι είναι καλό και τί είναι κακό. Ενώ ο ευδαιμονισμός αναφέρεται στο τί είναι ευχάριστο και τί είναι δυσάρεστο. Ποιός θα υποστηρίξει ότι αυτό είναι το ίδιο πράγμα;! Και είναι σαφές ότι ένας ευδαιμονιστής στην πρακτική ζωή θα είναι πάντα εγωιστής που θα απαιτεί και θα δέχεται πρόθυμα ό,τι του είναι ευχάριστο και θα αρνείται ό,τι του είναι δυσάρεστο (ακόμα κι αν ήταν ευχάριστο και χρήσιμο για τους άλλους). Άρα για ποιά ηθική μπορούμε να μιλήσουμε αν όλοι οι άνθρωποι αρχίσουν να πετυχαίνουν μόνο αυτό που τους αρέσει;…

Ακόμη πιο αβάσιμος και σίγουρα παράλογος είναι ο ευδαιμονισμός από αυστηρή χριστιανική σκοπιά. Ο Χριστιανισμός στρέφει συνεχώς την σκέψη του ανθρώπου προς την αθανασία της ψυχής και την ανθρώπινη αναφορά για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του στην Έσχατη Κρίση. Και τί πρέπει να περιμένουν οι εγωιστές ευδαιμονιστές στην κρίση Εκείνου που θα τους ζητήσει πράξεις αγάπης και βοήθειας για τον πάσχοντα αδελφό τους; Η μοίρα του πλουσίου στην ευαγγελική παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου θα είναι η τρομερή μοίρα τους στην αιωνιότητα. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού η βασική αρχή του Χριστιανισμού είναι γνωστή: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς. Τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!»[3].

Ένα κάπως καλύτερο σύστημα μη θρησκευτικής ηθικής είναι ο Ωφελιμισμός (γνωστός και ως η φιλοσοφία του κοινού καλού). Κατ’ αυτό, ένα άτομο διατάσσεται να μην κάνει αυτό που του είναι ευχάριστο, αλλά αυτό που του είναι χρήσιμο. Όμως ούτε αυτό το σύστημα ηθικής μπορεί να θεωρηθεί υγιές. Πρώτα απ’ όλα, η ίδια η έννοια του οφέλους δεν συμπίπτει πάντοτε με την ιδέα του καλού, ως κάτι φυσικά καλό. Για παράδειγμα, ένα φάρμακο είναι χρήσιμο για την βελτίωση της υγείας, αλλά χρήσιμο είναι για έναν ληστή και το όπλο του -ένα περίστροφο ή ένα μαχαίρι-, χρήσιμο για την επίτευξη του κακού του στόχου. Έτσι, η αρχή της χρησιμότητας δεν μπορεί να τεθεί ως βάση της ηθικής. Και αν εκφράζεται με απότομη και κοφτή μορφή: «κάντε ό,τι είναι χρήσιμο για σας, δηλαδή ωφέλιμο», τότε δεν είναι σαφές ότι και εδώ υφίσταται ο ίδιος χονδροειδής εγωισμός που έχει ήδη αναφερθεί; Ως εκ τούτου, ορισμένοι ωφελιμιστές φιλόσοφοι προσπαθούν να μετριάσουν αυτή την περίσταση συνιστώντας σε ένα άτομο να αγωνίζεται όχι μόνο για το προσωπικό του όφελος, αλλά και για το κοινό καλό, το κοινό όφελος, στο οποίο, λένε, βρίσκεται το προσωπικό όφελος του καθενός.

Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση, ο Ωφελιμισμός εμφανίζεται με μια πιο εξευγενισμένη και εξυψωμένη μορφή, αλλά και εδώ είναι ακόμα αβάσιμος αν δεν υποστηρίζεται από τις υψηλές αρχές του Χριστιανισμού. Πρώτον, το κύριο μειονέκτημά του, δηλαδή η ασυμφωνία μεταξύ των εννοιών του «οφέλους» και του «καλού», παραμένει ακόμη. Δεύτερον, στην πρακτική ζωή υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο μπορεί να συγκρατηθεί από το έγκλημα μόνο με τον θρησκευτικό φόβο: τον φόβο της παραβίασης του νόμου της Υπέρτατης Αλήθειας και όχι με τον ξερό υπολογισμό του Ωφελιμισμού. Για παράδειγμα, ένας πεινασμένος αντιμετωπίζει τον πειρασμό να κλέψει ψωμί ή χρήματα από έναν γείτονα. Τί μπορεί να τον εμποδίσει να το κάνει αυτό; Φυσικά, μόνον η θρησκευτική συνείδηση της αμαρτωλότητας μιας τέτοιας πράξης. Αλλά ο Ωφελιμισμός δεν μπορεί να του δώσει ηθική υποστήριξη σε τέτοιες αμφιταλαντεύσεις. Αφήστε τους ωφελιμιστές να τον διδάξουν να αναζητά όχι το δικό του, αλλά το κοινό καλό -ακριβώς επειδή το προσωπικό του καλό εμπεριέχεται στο κοινό καλό- αλλά αν δεν κλέψει χρήματα ή ψωμί στο όνομα αυτού του «κοινού καλού», μπορεί να πεθάνει της πείνας… Πού είναι λοιπόν εδώ το προσωπικό του όφελος; Στον θάνατο από την πείνα;

Έτσι, εμείς οι Χριστιανοί δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ούτε τον Ευδαιμονισμό ούτε τον Ωφελιμισμό ως συνεπές σύστημα ηθικής. Και παρόλο που αυτά τα συστήματα ηθικής, αυτές οι επικούρειες-ωφελιμιστικές απόψεις έχουν πλέον διαδοθεί ευρέως, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί που τις τηρούν είναι συχνά αρκετά αξιοπρεπείς άνθρωποι. Γιατί; Επειδή η κοινή ηθική, οι απόψεις και η οπτική μας για την ζωή εξακολουθούν να φέρουν το αποτύπωμα της επιρροής του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός υπάρχει στην ανθρωπότητα για πολλούς αιώνες και έχει αφήσει τη σφραγίδα του σε όλα. Και μόνο γι’ αυτό τον λόγο, άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους ευδαιμονιστές ή ωφελιμιστές, στην πρακτική ζωή είναι χριστιανικά έντιμοι και αξιοσέβαστοι. Μεγάλωσαν, ανατράφηκαν με καθαρά χριστιανικές, υψηλές ηθικές έννοιες, και ως εκ τούτου από πολλές απόψεις παραμένουν Χριστιανοί στην καρδιά, και ακόμη -χωρίς να το συνειδητοποιούν- έχουν βάλει ένα πέπλο χριστιανικού ιδεαλισμού στις ωφελιμιστικές και ευδαιμονιστικές ιδέες τους…


(συνεχίζεται)


[1] Από τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο (341-270 π.Χ.).
[2] Α Κορ. ιε΄ 32.
[3] Ματθ. ζ΄ 13-14.